Τα γεωπολιτικά παιχνίδια πίσω από τη πτώση του πετρελαίου

Η τιμή του μαύρου χρυσού κατακρημνίζεται, χάνοντας τους τελευταίους έξι μήνες τουλάχιστον το 50% της αξίας του, προκαλώντας σεισμικές δονήσεις στο παγκόσμιο γεωπολιτικό στερέωμα. Η τιμή του θα κρατηθεί σε χαμηλά επίπεδα τουλάχιστον μέχρι το καλοκαίρι, και αργότερα ίσως ανακάμψει και να σταθεροποιηθεί, αλλά μάλλον ποτέ δεν θα ξαναπιάσει ποτέ τα 100 δολάρια το βαρέλι, όπως τόνισε ο ίδιος ο υπουργός πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας,

Αλί Αλ-Ναΐμι, ο οποίος μεταξύ άλλων δήλωσε πως:

Δεν είναι προς το συμφέρον των παραγωγών του OPEC να μειώσουν την παραγωγή τους, όποιο κι αν είναι το κόστος. Ακόμη κι αν το πετρέλαιο πέσει στα 20 δολ. το βαρέλι, μας είναι αδιάφορο.

Η πτώση στη τιμή δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη. Η αυξημένη προσφορά και η μειωμένη ζήτηση οδηγεί αναγκαστικά σε πτώση των τιμών, αλλά αυτό που προκαλεί έκπληξη είναι ο τρόπος με τον οποίο ο Οργανισμός Πετρελαιοεξαγωγικών Κρατών (OPEC), με επικεφαλής τη Σαουδική Αραβία, επιλέγει να αντιμετωπίσει την πτώση. Πως; Ρίχνοντας κι άλλο τις τιμές. Αντί να μειώσουν την παραγωγή και να κρατήσουν τις τιμές ψηλά, όπως έχουν κάνει πολλάκις τις τελευταίες δεκαετίες, οι Σαουδάραβες αποφάσισαν να συνεχίσουν στους ίδιους ρυθμούς ρίχνοντας στα τάρταρα την τιμή του μαύρου χρυσού, κάνοντας όλους εμάς να γεμίζουμε με “φθηνή” βενζίνη και φθηνό πετρέλαιο τα ντεπόζιτα των αυτοκινήτων μας.

“Ο ακήρυχτος πόλεμος”

Υπάρχει ένας ακήρυχτος “πόλεμος” ανάμεσα στις πετρελαιοπαραγωγές χώρες, που πλήττει κυρίως αυτές που το ΑΕΠ τους βασίζεται σε μεγάλο ποσοστό στο πετρέλαιο, όπως η Ρωσία, η Βενεζουέλα, το Ιράν και η Αλγερία, και από την απέναντι μεριά βρίσκονται οι Η.Π.Α και οι σύμμαχοι τους σε Ριάντ και Αμπού Ντάμπι. Η σουνιτική Σαουδική Αραβία είναι εχθρός του σιιτικού Ιράν καθώς και του καθεστώτος Άσαντ στη Συρία (το οποίο στηρίζουν Τεχεράνη και Μόσχα). Στη βάση της τρέχουσας πετρελαϊκής κρίσης βρίσκεται η απόφαση των Αράβων του Κόλπου (που είναι όλοι τους μέλη του OPEC) να διατηρήσουν πάση θυσία το μερίδιό τους στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου. “Εάν μειώσουμε την παραγωγή, τότε οι τιμές θα ανέβουν και οι Ρώσοι, οι Βραζιλιάνοι και οι Αμερικανοί θα έρθουν να μας πάρουν το μερίδιο“, δήλωσε απερίφραστα ο Σαουδάραβας υπουργός Αλ-Ναΐμι, ο οποίος έριξε μάλιστα όλη την ευθύνη για την κρίση “στους παραγωγούς εκτός OPEC που δεν δείχνουν καμία διάθεση συνεργασίας”.

Οι Άραβες έχουν συνηθίσει να λειτουργούν ως καρτέλ και δείχνουν προβληματισμένοι με την είσοδο κι άλλων, “εξωτερικών” παικτών στην παγκόσμια αγορά. Η ενεργειακή γιγάντωση ειδικά των ΗΠΑ (όπου χάρη στο fracking έχει πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια η παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου) ανατρέπει τα παγκόσμια δεδομένα σε βάρος της Σαουδικής Αραβίας. Ως απάντηση λοιπόν, το Ριάντ κρατάει την παραγωγή του OPEC στα ίδια επίπεδα (στα 30 εκατ. βαρέλια την ημέρα για τους επόμενους έξι μήνες) και ρίχνει κατακόρυφα την τιμή του πετρελαίου, με στόχο να υπονομεύσει τα ενεργειακά πρότζεκτ που τρέχουν στις ΗΠΑ και να αποθαρρύνει νέες επενδύσεις.

Το fracking (υδραυλική ρωγμάτωση) που «ανθεί» στις ΗΠΑ είναι άλλωστε πολύ ακριβό ως μέθοδος εξόρυξης, και ως εκ τούτου ασύμφορο σε εποχές που το πετρέλαιο είναι φθηνό. Όσο για τον OPEC, αυτός εξακολουθεί να ρυθμίζει τις εξελίξεις καθώς ελέγχει το 81% των εξακριβωμένων παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου και το 40% της παγκόσμιας παραγωγής (ή αλλιώς τα 30 εκατ. από τα περίπου 75 εκατ. βαρέλια που παράγονται ημερησίως ανά την υφήλιο).

Το παράξενο ωστόσο με την τρέχουσα κρίση, είναι ότι αυτή δεν πλήττει τόσο τις ΗΠΑ, όσο τους γεωπολιτικούς εχθρούς των ΗΠΑ, κάποιοι μάλιστα από τους οποίους είναι οι ίδιοι μέλη του OPEC (Βενεζουέλα, Ιράν). Το γεγονός γεννά υποψίες ότι η πτώση των τιμών που παρουσιάζεται προς τα έξω ως αντι-αμερικανική ουσιαστικά εξυπηρετεί αμερικανικές γεωπολιτικές σκοπιμότητες. Κάποιοι αναλυτές μάλιστα «θυμούνται» ότι το πετρέλαιο είχε διαδραματίσει ρόλο και στην κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, με τους Σαουδάραβες τότε να αυξάνουν την παραγωγή (σε συμφωνία με τους Αμερικανούς;), ρίχνοντας τις τιμές και στερώντας έτσι την ΕΣΣΔ από σημαντικές πηγές εσόδων.

Είναι γεγονός βέβαια ότι από την κατρακύλα στις τιμές του πετρελαίου πλήττονται όλοι, αλλά σε διαφορετικό βαθμό ο καθένας. Στις ΗΠΑ για παράδειγμα, κάποια πρότζεκτ ίσως να χρειαστεί να περιοριστούν ή και να εγκαταλειφθούν πλήρως, χωρίς ωστόσο αυτό να επηρεάζει αρνητικά τη συνολική ενεργειακή προοπτική της χώρας η οποία ταυτόχρονα ευνοείται από τις εξελίξεις καθώς πλέον εισάγει πετρέλαιο πιο φτηνά. Οι απώλειες είναι φυσικά μεγάλες και για την ίδια τη Σαουδική Αραβία που αντλεί από το πετρέλαιο το 90% των εσόδων της. Είναι χαρακτηριστικό ότι στον προϋπολογισμό για το 2015, το έλλειμμα ανέρχεται σε 38,6 δισ. δολ. και ξεχωρίζει ως το μεγαλύτερο στα χρονικά. Το Ριάντ ωστόσο δεν νιώθει πίεση καθώς έχει ακόμη πολύ λίπος να κάψει. Τα συναλλαγματικά του αποθέματα ανέρχονται σε περίπου 740 δισ. δολ., ενώ το κόστος παραγωγής πετρελαίου στη χώρα είναι πολύ μικρό (μόλις 4 με 5 δολ. το βαρέλι).

Οι παράγοντες του OPEC παρουσιάζονται πάντως αισιόδοξοι ότι μέχρι το τέλος του 2015 οι τιμές του πετρελαίου θα έχουν επιστρέψει στα 70 με 80 δολ. το βαρέλι. Σύμφωνα με το Reuters, ένα εξάμηνο φθηνών καυσίμων περιμένει τους καταναλωτές, με τους ειδικούς να θεωρούν ότι οι τιμές του πετρελαίου θα αρχίσουν να ανακάμπτουν στις διεθνείς αγορές το δεύτερο εξάμηνο του 2015, όταν θα μειωθεί η παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου στις ΗΠΑ.

Η ανάκαμψη των τιμών το δεύτερο εξάμηνο του έτους θα έρθει καθώς οι μη συμμετέχουσες στον OPEC πετρελαιοπαραγωγοί χώρες θα αναγκαστούν να μειώσουν την παραγωγή τους και ταυτοχρόνως θα αυξηθεί η πετρελαϊκή ζήτηση – ως γνωστόν η ζήτηση το καλοκαίρι ενισχύεται με την έναρξη της περίφημης driving season στις ΗΠΑ, δηλαδή την 1η Ιουλίου που οι Αμερικανοί παίρνουν τα αυτοκίνητά τους για πάνε διακοπές.

Ο OPEC, πάντως, δεν φαίνεται διατεθειμένος να μειώσει την παραγωγή του για να μη χάσει μερίδιο στην αγορά. Ο υπουργός Πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας Αλί αλ-Ναΐμι διέψευσε γι’ άλλη μια φορά τη Δευτέρα ότι η χώρα του επιδιώκει την πτώση των πετρελαϊκών τιμών για πολιτικούς λόγους και πρόσθεσε ότι μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την παρατηρούμενη κατάρρευση των τιμών έχουν οι κερδοσκόποι των αγορών.

Στην έρευνα του Reuters, στην οποία μετείχαν 30 οικονομολόγοι και ειδικοί περί τα πετρελαϊκά αναλυτές, σημειώνεται ότι η μέση τιμή του πετρελαίου Βόρειας Θάλασσας (τύπου Brent) θα διαμορφωθεί την επόμενη χρονιά στα 74 δολάρια το βαρέλι και ότι το 2016 θα διαμορφωθεί στα 86,30 δολάρια το βαρέλι – δεν πρέπει να περιμένει κανείς δηλαδή ταχεία αποκατάσταση των τιμών σε επίπεδα άνω των 100 δολαρίων το βαρέλι, όπως βρισκόταν επί μακρό χρονικό διάστημα και έως τον περασμένο Ιούνιο το Brent.

Την χρονιά που εκπνέει η μέση τιμή του Brent διαμορφώθηκε στα 100,57 δολάρια το βαρέλι. Τη στιγμή αυτή, η τιμή του αργού ανέρχεται στα $53.61 το βαρέλι (-2.09%), ενώ αυτή του Brent στα $57.88 (-2.71%) το βαρέλι, στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων πεντέμιση ετών.

Οι οικονομίες της Ρωσίας, του Ιράν και της Βενεζουέλας έχουν βρεθεί σε δεινή θέση από την πτώση στις τιμές του πετρελαίου. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι πρόκειται απλώς για τις «παράπλευρες απώλειες» ενός ευρύτερου ενεργειακού πολέμου, ενώ αντιθέτως άλλοι μιλούν για συνωμοσία με αμερικανικό δάκτυλο και συγκεκριμένες γεωπολιτικές σκοπιμότητες. Σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από τις όποιες ερμηνείες, είναι προφανές ότι οι παραπάνω χώρες δυσκολεύονται να αντέξουν την απαξίωση του μαύρου χρυσού καθώς αυτή εξανεμίζει έσοδα απαραίτητα για την επιβίωσή τους. Στη Ρωσία συγκεκριμένα, τα έσοδα από το πετρέλαιο αντιστοιχούν περίπου στο 45% του προϋπολογισμού. Εάν το πετρέλαιο μείνει στα περίπου 60 δολ. το βαρέλι, τότε το ρωσικό ΑΕΠ θα συρρικνωθεί κατά 4,5% το 2015.

Η απώλειες είναι δυσβάσταχτες, ειδικά για μια χώρα που βρίσκεται αντιμέτωπη πλέον με σειρά δυτικών κυρώσεων λόγω Ουκρανίας. Σε αυτό το πλαίσιο, η Μόσχα σκέφτεται πλέον ανοιχτά να μειώσει την πετρελαϊκή της παραγωγή (κατά 10% τα επόμενα δύο ή τρία χρόνια). Παρόμοια η κατάσταση και στο Ιράν (βασικό σύμμαχο της Ρωσίας) που εξακολουθεί κι αυτό να βρίσκεται σε κλοιό δυτικών κυρώσεων. Οι The New York Times υπολογίζουν ότι η Τεχεράνη χάνει περίπου 1 δισ. δολ. τον μήνα. Χαρακτηριστική ήταν άλλωστε και η αντίδραση του Ιρανού προέδρου Χασάν Ρουχανί, που κατήγγειλε την πτώση της τιμής του μαύρου χρυσού ως “προϊόν προδοσίας” αφήνοντας αιχμές εναντίον της Σ. Αραβίας. Μένει να φανεί εάν και σε ποιο βαθμό οι διακυμάνσεις θα επηρεάσουν τις συνομιλίες για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.

Μεγάλα τα προβλήματα και για τη Βενεζουέλα, με την Bank of America να εκτιμάει ότι για κάθε 1 δολ που πέφτει η τιμή του πετρελαίου, η χώρα του Μαδούρο χάνει 770 εκατ. δολ. ετησίως. Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι το 95% των εσόδων της Βενεζουέλας από τις εξαγωγές της είναι έσοδα από το πετρέλαιο, όπερ σημαίνει ότι εάν τα εν λόγω έσοδα συρρικνωθούν, η χώρα ίσως να βρεθεί στο χείλος της χρεοκοπίας.

Κερδισμένοι οι καταναλωτές

Από τον πόλεμο αυτό, κερδισμένοι είμαστε όλοι εμείς οι καταναλωτές που βλέπουμε τις τιμές των καύσιμων σε επίπεδα 5-6 ετών πριν. Σύμφωνα με το παρατηρητήριο τιμών, στην Αττική η τιμή της βενζίνης 95 οκτανίων κυμαίνεται περίπου στα 1,30-1,35 ευρώ/λίτρο, με την αντίστοιχη τιμή του πετρελαίου κίνησης να κυμαίνεται στα 1,05-1,1 ευρώ/λίτρο. Αντίστοιχες είναι και οι τιμές στη Θεσσαλονίκη, ενώ στη περιφέρεια οι τιμές είναι ελάχιστα ακριβότερες.

Keywords
Τυχαία Θέματα