Επανάσταση 1821 στην Ελλάδα των μνημονίων – Μια χώρα που αναζητά προσανατολισμό

06:09 26/3/2019 - Πηγή: In.gr

Η μνήμη του 1821 σε μια κοινωνία που αναζητά προσανατολισμό

Οι ιστορικές επέτειοι αποτελούν πάντοτε αφορμές για αναμέτρηση με τον παρόν μιας κοινωνίας. Ιδίως όταν αυτές οι επέτειοι παραπέμπουν στη μνήμη στιγμών που ορίστηκαν και βιώθηκαν ως αφετηρίες.

Η Επανάσταση του 1821 προσφέρεται για τέτοιες αναλογίες, ακριβώς λόγω της συνθετότητας και της αντιφατικότητάς της. Από τη μια, είναι μία από τις πρώτες μεγάλες ευρωπαϊκές εθνικές επαναστάσεις

και μάλιστα προηγείται του κύματος των επαναστάσεων του 1848.

Ο λόγος της αποτυπώνει ισχυρή επίδραση του ευρωπαϊκού διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης και έντονους δημοκρατικούς και απελευθερωτικούς επιτονισμούς. Την ίδια στιγμή έχει την ίδια την αντιφατικότητα του «εθνικού αιτήματος» ως αιτήματος χειραφέτησης και κυριαρχίας συνάμα (στους αλλοεθνείς).

Παράλληλα, η ίδια η εξέλιξη της πορείας προς την ανεξαρτησία, περιλαμβάνει τον ηρωισμό των αγωνιστών αλλά και την τραγικότητα του εμφύλιου σπαραγμού, την ενότητα στον κοινό αγώνα αλλά και έντονες κοινωνικές αντιθέσεις, ενώ αποτυπώνει το σύνθετο τρόπο με τον οποίο εξαρχής το αίτημα της ελληνικής ανεξαρτησίας διαπλέχθηκε με τους ανταγωνισμούς των Μεγάλων Δυνάμεων σε μια μεταβατική φάση του «Ανατολικού Ζητήματος». Η ανεξαρτησία μπορεί να διεκδικήθηκε στα Δερβενάκια, αλλά εξασφαλίστηκε στο Ναβαρίνο…

Οι πολλαπλές «επιστροφές στο 1821»

Σε διαφορετικές στιγμές και με διαφορετικούς τρόπους η ελληνική κοινωνία θα στραφεί προς τη μνήμη εκείνης της Επανάστασης. Τη συνέχεια με το 1821 θα τη διεκδικήσει για παράδειγμα το ΕΑΜ. «Αντάρτης, κλέφτης, παλληκάρι / πάντα ειν’ ο ίδιος ο λαός», θα γράψει η Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη στον ύμνο του ΕΛΑΣ.

Θα τη διεκδικήσει, όμως, και το μετεμφυλιακό κράτος με αποκορύφωμα τη Χούντα που θα προσφέρει άφθονες διευκολύνσεις στον Τζέιμς Πάρις για τις διαβόητες υπερπαραγωγές του.

Όπως συμβαίνει πολλές φορές με τόσο σημαντικά ιστορικά γεγονότα, θα διαμορφωθεί σταδιακά και μια ορισμένη ιστορική μυθολογία ή ένα «εθνικό αφήγημα». Από μικρές λεπτομέρειες, όπως το πότε ξεκίνησε (με την εορτή του Ευαγγελισμού να επιλέγεται ως πιο ταιριαστή, έστω και εάν στην πραγματικότητα η επανάσταση είχε ξεκινήσει νωρίτερα), μέχρι την αποσιώπηση πλευρών ή πτυχών περισσότερο «οδυνηρών».

Ας μην ξεχνάμε ότι και το νεοσύστατο κράτος θα είναι μικρότερο των προσδοκιών των πρωτεργατών και με μια ιδιότυπη συνθήκη επικυριαρχίας που αποτυπώθηκε στον ερχομό των Βαυαρών, έστω και η προσπάθειά του για επέκταση θα περιλαμβάνει μια εναλλαγή από τραύματα (ο πόλεμος του 1897), στρατιωτικές επιτυχίες (οι Βαλκανικοί Πόλεμοι) και τραγωδίες το 1922), μέχρις ότου σταθεροποιηθεί αυτό που συνηθίσαμε να θεωρούμε ελλαδικό χώρο, ενώ θα χρειαστεί και η μακρά εμπειρία του Εμφυλίου (με τις απαρχές του στη διάρκεια της Κατοχής και τις απολήξεις του στη Μεταπολίτευση) για να αποκατασταθεί και μια σχετική εσωτερική ειρήνη.

Για πολλές δεκαετίες το 1821 θεωρήθηκε συνδεδεμένο με την «αντιστασιακή φύση του ελληνικού έθνους», για να θυμηθούμε μια φράση του μεγάλου ιστορικού Νίκου Σβορώνου. Ακόμη και στην αντίσταση στη δικτατορία συναντά κανείς τέτοιες αναφορές.

Μέχρι και η εγχώρια αριστερής και ακροαριστερής έμπνευσης «ένοπλη πάλη» θα χρησιμοποιήσει τέτοιες αναφορές. «Δεν μιλάω σε νενέκους» φέρεται να είπε στους αστυνομικούς που τον συνέλαβαν ο Αλέκος Γιωτόπουλος, χρησιμοποιώντας μια αναφορά στον Δημήτρη Νενέκο οπλαρχηγό που στη διάρκεια της επανάστασης θα μεταπηδήσει στο στρατόπεδο του Ιμπραήμ.

Μόνο από τη δεκαετία του 1990 και μετά, στη εποχή του «εκσυγχρονισμού» και της «ευρωπαϊκής προοπτικής» φάνηκε να αυτή επιμονή να υποχωρεί και η Επανάσταση να συνδέεται περισσότερο με ένα ανολοκλήρωτο αίτημα εξευρωπαϊσμού, συνδέοντας τα ιστορικά αιτήματα του ελληνικού διαφωτισμού με τις σύγχρονες διαδικασίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Το 1821 στην εποχή των μνημονίων

Στην περίοδο των μνημονίων τα πράγματα θα αλλάξουν ξανά. Από τη μια ένα αφήγημα ευημερία και εξευρωπαϊσμού φάνηκε να καταρρέει και την ίδια ώρα τα μνημόνια βιώθηκαν ως ένα σοκ απώλειας εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Η εκ των πραγμάτων συνθήκη επιτροπείας που εφαρμόστηκε – και εν μέρει εφαρμόζεται καθώς εξακολουθούμε να είμαστε μια χώρα που χρειάζεται έγκριση για να αποφασίσει για το ύψος του… ΦΠΑ – αναζωπύρωσε και μια κλασική πατριωτική ρητορική που δεν είχε πρόβλημα να επιστρέφει και στο 1821 για να βρει παραδείγματα αντίστασης.

Άλλωστε, μέσα στο πλατύ και αντιφατικό ρεύμα που ήταν το «αντιμνημονιακό κίνημα» μπορούσαν να συνυπάρχουν απόψεις ριζοσπαστικές και διεθνιστικές με μια ιδιότυπη εκδοχή «πατριωτικού χώρου» που συχνά φλέρταρε και με ακροδεξιές απόψεις.

Σε εκείνη τη συγκυρία μπορούσε κανείς να δει και τον πατριωτισμό ως «επίδικο» ή ως «διαφιλονικούμενο πεδίο». Από μια, οι πολέμιοι των μνημονίων θα αμφισβητούν τις κυβερνήσεις για έλλειψη πατριωτισμού και για ενδοτικότητα και από την άλλη οι εκπρόσωποι των «μνημονιακών κυβερνήσεων» θα προσπαθούν να υπερασπιστούν την αποδοχή των μνημονίων ως πατριωτική πράξη, εφόσον δεν υπήρχε άλλη επιλογής.

Κατά ένα παράδοξο τρόπο, ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ θα περάσει και από τους δύο πόλους αυτής της αντίφασης. Σε όλη την περίοδο μέχρι την άνοδο του στην εξουσία θα υποστηρίξει με πάθος μια εκδοχή πατριωτισμού που περνούσε μέσα από την απαλλαγή από τα μνημόνια και γι’ αυτό άλλωστε θα πρωτοστατήσει και στην προσπάθεια μετατροπής των παρελάσεων σε «διαδηλώσεις αντίστασης». Σε όλη την περίοδο μετά τη «συνθηκολόγηση» του 2015 θα υπερασπίζεται το «ρεαλισμό» της αποδοχής του τρίτου μνημονίου ως την «πατριωτική» λύση, ταυτίζοντας τον πατριωτισμό με την «υπεύθυνη στάση» της παραμονής της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ.

Αναζητώντας προσανατολισμό

Φαινομενικά, είμαστε σε μια περίοδο όπου οι βασικές πολιτικές δυνάμεις που διεκδικούν τα διακυβέρνηση, δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ, η ΝΔ και κόμματα που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τμήμα ενός κυβερνητικού συνασπισμού, όπως το Ποτάμι ή το ΚΙΝΑΛ, δείχνουν να συγκλίνουν σε αυτή τη δεύτερη εκδοχή «πατριωτικού ρεαλισμού».

Μπορεί να υπήρξαν διαφορετικές στάσεις ως προς τη Συμφωνία των Πρεσπών, όμως όλα τα κόμματα αυτά συμφωνούν ότι η χώρα πρέπει να παραμείνει εντός του σημερινού πλαισίου συμμαχιών της, να μην τις αμφισβητήσει και να βαθύνει το βαθμό εμπλοκής στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Όμως, δυσκολεύονται να μπορέσουν να διαμορφώσουν ένα θετικό αφήγημα πέραν της ρεαλιστικής αποδοχής συσχετισμών.

Ωστόσο, φαίνεται ότι την ίδια για ένα μέρος της κοινωνίας το αντανακλαστικό είναι το αντίθετο. Το αίσθημα ενός «πληγωμένου πατριωτισμού» φάνηκε ιδιαίτερα έντονα στην περίπτωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, με έναν τρόπο και μία ένταση που εμφανώς δεν είχε σχέση μόνο με την ίδια την ιστορικότητα του Μακεδονικού ζητήματος.

Δεν είναι τυχαίο έτσι ότι ανακυκλώνονται παραδοσιακές και ως ένα βαθμό συντηρητικές αναγνώσεις του 1821 με απήχηση και σε μια νεότερη γενιά, την ίδια ώρα που και η ακροδεξιά δείχνει να προσπαθεί να καρπωθεί μέρος αυτού του κλίματος, όπως φάνηκε και το τελευταίο διάστημα και σε σχέση με το Μακεδονικό και με αφορμή τις παρελάσεις.

Ίσως, όλα αυτά να αποτυπώνουν και τη συνολικότερη αμηχανία μιας κοινωνίας που πέρασε κάτι που από όποια πλευρά και εάν το κοιτάξει κανείς ήταν τραυματικό και σήμερα αναζητά πυξίδα, την ώρα που το παρελθόν λίγο μπορεί να βοηθήσει σε ένα παρόν και μέλλον ουσιωδώς αχαρτογράφητα.

Keywords
Τυχαία Θέματα