Oi γενιες που δεν καταφεραν ποτε να ωριμασουν

Ρεπορτάζ : Γιάννης Παπαδόπουλος
(από ΤΑ ΝΕΑ)
Ένα από τα στερεότυπα της κρίσης θέλει τη «γενιά του Πολυτεχνείου» να ευθύνεται για τη σημερινή κατάσταση της χώρας. Μέλη του αντιδικτατορικού αγώνα συζητούν με τα παιδιά τους για την κοινωνία που δημιούργησαν...
και με αφορμή την επέτειο του Πολυτεχνείου –και οι δύο- κάνουν την αυτοκριτική τους
Πρώτη φορά πατέρας και κόρη συμφώνησαν τόσο ουσιαστικά. Λίγες ημέρες πριν από τη σημερινή επέτειο του Πολυτεχνείου, καθισμένοι στο σαλόνι τους, συνέκριναν μνήμες και βιώματα, ανέλυαν το πώς τα ατομικά δικαιώματα μπερδεύτηκαν με το ατομικό συμφέρον.
Εκείνος, εκπρόσωπος της γενιάς που αντέδρασε και ύστερα σιώπησε. Εκείνη, μέλος μιας γενιάς που παρέμεινε εγκλωβισμένη στην αναζήτηση ευθυνών –μόνο- στους άλλους. Ήταν παράδοξο που στο τέλος συναίνεσαν. Ειδικά γιατί η κουβέντα ξεκινούσε με το εμπρηστικό ερώτημα: «φταίει η γενιά του Πολυτεχνείου για τη σημερινή κρίση;»
Ο Αχιλλέας Γκέκας ανήκε στους ανένταχτους πολιτικά φοιτητές που συμμετείχαν στο αντιδικτατορικό κίνημα. Το 1972 μάζευε υπογραφές στο τμήμα Χημικών Μηχανικών κατά των διορισμένων από τη Χούντα διοικητικών συμβουλίων των φοιτητικών συλλόγων. Μέρες σαν κι αυτή προσπαθεί να συγκεντρώσει τους παλιούς συμφοιτητές του. Όχι προκειμένου να μιλήσουν για την πολιτική κατάσταση. Συζητήσεις σαν κι αυτή ξυπνούν πάθη, τονίζει. Περισσότερο, για να δουν πώς γέρασαν. Η δικηγόρος κόρη του, Βάλια, επέστρεψε στην Ελλάδα έπειτα από τρία χρόνια εργασίας στο εξωτερικό για να διαπιστώσει –μαζί με άλλους συνομηλίκους της- «πόσο ολισθηρός είναι ο κατήφορος».Ο πατέρας της, συνταξιούχος σήμερα, δεν μιλάει με το στόμφο παλιού αγωνιστή. Βγάζει από την τσέπη του ένα χαρτάκι και επιλέγει τα λόγια κάποιου άλλου που τον εκφράζουν πραγματικά: «Με τη Μεταπολίτευση ήρθε και κυρίευσε τη χώρα ένα κύμα απληστίας και απαίτησης. Όλα έπρεπε να γίνουν εδώ και τώρα. Η λογική κρύφτηκε στα υπόγεια, οι χαμηλές φωνές χάθηκαν μέσα στο σάλαγο. Ένα φουσκωμένο κύμα εκδικήσεων. Άρχισε το κυνήγι των μαγισσών. Χριστέ μου! Πού ήταν αυτό το πλήθος κρυμμένο τα προηγούμενα χρόνια; Μήπως με την υπερβολή έπρεπε να καλυφθεί η σιωπή έξι χρόνων; Ήταν τα χρωστούμενα;». Το απόσπασμα ήταν από το βιβλίο «Κι όμως ήταν όμορφα», του Λευτέρη Τσίλογλου, μέλους της αντιστασιακής φοιτητικής οργάνωσης «Ρήγας Φεραίος». Η Βάλια συμφωνούσε κατά την ανάγνωσή του. «Θυμώνω με την προηγούμενη γενιά», είπε αργότερα. «Γιατί είχα την προσδοκία ότι ο πλούτος που ήρθε με τη Μεταπολίτευση θα δημιουργούσε και προϋποθέσεις διαλόγου. Μέχρι σήμερα όμως στην Ελλάδα δεν ξέρουμε να συζητάμε. Όταν μιλάμε για ευθύνες καταλήγουμε στην αλληλοκατηγορία. Δεν το βλέπουμε σαν μια ευκαιρία να αναλογιστούμε –και- τα δικά μας λάθη».Δεν ήταν η μόνη οικογένεια που προσέγγισαν «ΤΑ ΝΕΑ» με αφορμή την επέτειο του Πολυτεχνείου και σκοπό το διάλογο ανάμεσα στις δύο γενιές. Ήταν όμως από τις λίγες που δέχτηκαν να μιλήσουν. Αρκετά από τα –μη προβεβλημένα- μέλη του φοιτητικού κινήματος διατηρούν τη σιωπή τους, αλλά και την πίκρα τους για το πώς άλλο
Keywords
Τυχαία Θέματα