Η γαλλογερμανική σχέση σε κρίση

Η ολονύκτια δυστοκία της Συνόδου Κορυφής αποτελεί κάτι το όχι ασύνηθες στις κοινοτικές διαδικασίες. Όμως οι ενδοευρωπαϊκές τριβές της παρούσης έχουν κάτι το πολύ διαφορετικό από αυτές του παρελθόντος, ακόμη και του πρόσφατου. Λαμβάνουν χώρα σε ένα κενό στρατηγικής και κοινής αντίληψης το οποίο κατεξοχήν αποτυπώνεται στη σχέση που άλλοτε λειτουργούσε ως “ατμομηχανή” της ευρωπαϊκής ενοποίησης: αυτήν μεταξύ της Γερμανίας και της Γαλλίας.

Με το να έχει ανατρέψει τις ισορροπίες στην Ευρώπη, ο πόλεμος της Ουκρανίας έχει αποσταθεροποιήσει

και την γαλλογερμανική σχέση, υποστηρίζει ήδη από τον τίτλο του πρόσφατου άρθρου της έμπειρης Γαλλίδας αναλύτρια Συλβί Καουφμάν στην εφημερίδα Le Monde. Σύμφωνα με την περιγραφή της, τα σημάδια της εκατέρωθεν ψυχρότητας δεν μπορούν να αποκρυβούν πίσω από τις υψιπετείς αναφορές (λ.χ. κατά τη συνάντηση Μακρόν-Σολτς την 3η Οκτωβρίου, επέτειο επανένωσης της Γερμανίας) στην ενότητα και τη φιλία των δύο πλευρών. Ή μάλλον, οι προσεκτικές αναφορές αξιωματούχων στην ανάγκη να δοθεί ώθηση στη γαλλογερμανική σχέση δείχνουν ακριβώς ότι το τελευταίο διάστημα αυτή έχει απωλεσθεί.

Χαρακτηριστικά: Η καθιερωμένη σημάδια κοινή συνεδρίαση των υπουργικών συμβουλίων των δύο χωρών (καθιερωμένη την εποχή της υπογραφής της Συμφωνίας του Ελυζέ το 1963) δεν θα πραγματοποιηθεί φέτος. Στις επίσης καθιερωμένες επαφές του Σεπτεμβρίου στο Εβιάν η γαλλική πλευρά είχε πολλά να πει για μελλοντικές κοινές πρωτοβουλίες, αλλά η γερμανική πλευρά δεν απέδειξε αντίστοιχη ομιλητικότητα και θερμοκρασία.

Προφανώς, λειτουργεί και το προσωπικό στοιχείο σε επίπεδο κορυφής, καθώς ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς δεν έχει την κατακτημένη από μακρά εμπειρία διαπραγματευτική ικανότητα της προκατόχου του, Άγγελα Μέρκελ. Όμως το πρόβλημα είναι βαθύτερο. Τόσο ο Σολτς όσο και ο Μακρόν βρίσκονται τη στιγμή αυτή σε θέση αδυναμίας, λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν στο εσωτερικό τους – ο μεν πρώτος σε ό,τι αφορά τη συνοχή του κυβερνητικού του συνασπισμού (με χαρακτηριστικές τις διαφωνίες ως προς το μέλλον της πυρηνικής ενέργειας ή της επένδυσης της Cosco στο λιμάνι του Αμβούργου), ο δε δεύτερος, λόγω των ισχυρών κοινωνικών κινητοποιήσεων κατά την ακρίβεια, που τον φέρνουν αντιμέτωπο με το ενδεχόμενο μιας ισχυρότερης αντίδρασης αντιδράσεων τύπου “Κίτρινων Γιλέκων”, την ώρα που η έλλειψη κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας υποχρεώνει να καταρτίσει με νομοθετικές πράξεις. περιεχόμενο ακόμη και τον προϋπολογισμό.

Τα πράγματα κάνει πολύ χειρότερα για τον Μακρόν το γεγονός ότι από την πρώτη στιγμή στην εξουσία επένδυσε σε ένα όραμα εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης, με το οποίο επένδυε και αντιστάθμιζε το (αντιδημοφιλές) μεταρρυθμιστικό του προγράμματος στο εσωτερικό, χωρίς ωστόσο να βρει ποτέ ανταπόκριση από τη Γερμανία. Ο δε πόλεμος της Ουκρανίας προσέθεσε στην εικόνα δύο κινήσεις της Γερμανίας, οι οποίες αποτελούν για τον ίδιο ασυγχώρητη πρόκληση: το “πακέτο” των 200 δισ. δολαρίων για τη στήριξη των γερμανικών και νοικοκυριών απέναντι στην ενεργειακή κρίση, καθώς και τις εξαγγελίες του Σολτς στην Πράγα για την κοινή ευρωπαϊκή άμυνα, χωρίς καμία αναφορά στις αντίστοιχες γαλλικές προτάσεις. επανεξοπλισμού).

Η λογική εθνικής αναδίπλωσης με ενέργειες που επιδρούν σε όλη την κοινή αγορά, αλλά αποφασίζονται μονομερώς και χωρίς καμία διαβούλευση με τους εταίρους, δημιουργεί προηγούμενο που δεν επιτρέπει καμία αισιοδοξία για την πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Από την άλλη πλευρά, η ίδια η Γερμανία βρίσκεται σε μία φάση στην οποία έχει όλες τις σταθερές της μετά την επανένωση ενδυνάμωσής της. Ο συνδυασμός αμερικανικής αμυντικής “ομπρέλας”, φθηνής ρωσικής ενέργειας και προνομιακής πρόσβασης στην αχανή κινεζική αγορά στήριξε ένα μοντέλο που πλέον καταλύεται, ενώ νέος επείγει η επινόηση. Δεν είναι αυτή η συνθήκη στην οποία το Βερολίνο θα προτάξει, πράγμα που ούτως ή άλλως απέφευγε επί έτη, τις ευρωπαϊκές εμπνεύσεις του Μακρόν. 

Πηγή: capital.gr

The post Η γαλλογερμανική σχέση σε κρίση appeared first on antinews.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα