«Κουλτούρα συσκευασίας» του Δημήτρη Γ. Μαγριπλή

Από μικρός μού άρεσε το αμπαλάζ. Πάντα εστίαζα στο κουτί και στην εμφάνιση παρά στο περιεχόμενο. Μετά το άνοιγμα τέλειωνε το ενδιαφέρον μου. Έδινα πάντα σημασία στο περιτύλιγμα, που είχε ύψιστη σημασία για μένα. Ακόμη και ένα μικρό ευτελές αντικείμενο, με την κατάλληλη περιποίηση, μπορούσε να φανεί μοναδικό και ιδιαίτερο.

Αμπαλάριζα τα πάντα. Από ένα ασήμαντο πετραδάκι μέχρι το κομό της γιαγιάς μου. Όταν το είδε ντυμένο σε χαρτί έπαθε ζάλη και χρειάστηκε μέρες να συνέλθει. Έτσι, οι φιλοδοξίες των δικών

μου για ανώτερες σπουδές πήγαν περίπατο από νωρίς και σε αυτό συνέβαλε και η δική μου επιμέλεια. Είχα όμως ταλέντο και ουσιαστικά ήμουν καλλιτεχνική φύση. Παρακολούθησα σεμινάρια χειροτεχνίας στον Δήμο και έμαθα τρόπους, υλικά και κανόνες για την κάλυψη και αποφυγή της παραμικρής φθοράς των αντικειμένων.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Δυο φορές μεγαλούργησα. Ανέλαβα τη μεταφορά ολόκληρης της οικίας μας. Μας είχαν κάνει έξωση και χρειάστηκε να δράσω άμεσα και με επαγγελματική συνείδηση. Έδωσα την προσοχή στην ακεραιότητα των αντικειμένων, χρησιμοποίησα από εφημερίδες μέχρι περιτυλίγματα φυσαλίδων και κυματοειδές χαρτόνι, πετσέτες πιάτων και κουτιά από το μπακάλικο της γειτονιάς. Στα πιο ευαίσθητα, όπως κεραμικά, κρύσταλλα και αναμνηστικά, έκανα πολλές επενδύσεις και στο τέλος έβαλα την ένδειξη «εύθραυστο». Με την ίδια ευαισθησία συσκεύασα τα ογκώδη, βαριά πολύτιμα ή αντίκες του σπιτιού. Μέσα σε αυτά συμπεριέλαβα από ζήλο και τη γιαγιά στην πολυθρόνα της, αν και το τελευταίο εξόργισε τον πατέρα μου. Του πέρασε όμως όταν δεν βρήκε ούτε ένα σπασμένο γυαλί ή φθορές στις ηλεκτρικές συσκευές μας. Με έκρινε άριστο και μου ευχήθηκε καλή σταδιοδρομία. Είχα βρει τον δρόμο μου.

Δούλεψα χρόνια σε εταιρεία μεταφορών και έφτασα στο επίπεδο να ζω από την τέχνη μου άνετα και χαρωπά. Ήθελα όμως κάτι ανώτερο, κάτι βαθύτερο και ουσιαστικό στην κουλτούρα της συσκευασίας. Η αναζήτηση αυτή με οδήγησε στον υπέροχο κόσμο των μεταστάντων.

Γραφείο κηδειών. Δίπλα στο πρατήριο απορρυπαντικών, απέναντι από την υπόγεια διάβαση. Σάλα υποδοχής και στο βάθος ψυγεία και αίθουσα προετοιμασίας του κεκοιμημένου. Ήταν πανεπιστήμιο. Από νωρίς με διάλεξε ο κύριος Σωκράτης, ο δίκαιος, για τον στολισμό του νεκρού και την τοποθέτησή του στην κάσα. Εκεί κέντησα. Όλη μου η κλίση για το περιτύλιγμα έδειξε να απογειώνεται. Η μαρτυρία των οικείων των αποθανόντων και τα επαινετικά τους σχόλια με τοποθέτησαν στην κορυφή της λίστας της πόλης μας.

Συσκεύασα επώνυμους, ανώνυμους, ακόμη και αγνώστου ταυτότητας, νέους, γέρους και παιδιά. Συνεργάστηκα με τους καλύτερους μαραγκούς, χρησιμοποίησα υλικά όπως μαόνι, ξύλο κερασιάς με σκαλιστό χειροποίητο δάκρυ και ανάγλυφο σταυρό, λευκή λάκα με πέρλα και χρυσή ρίγα, ξύλο τριανταφυλλιάς με ρόδα χειροποίητα, λουκάτο με πέρλα και χρυσά χερούλια, σκάφες από ξύλο καρυδιάς με τζάμι μισό ή ολόκληρο. Έδωσα ρέστα. Φορούσα το μαύρο κουστούμι μου, έλαμπα και δεχόμουνα συγχαρητήρια από τους παρευρισκόμενους στην τελετή. Ήμουν πλήρης και ευτυχής, είχα φτάσει στο απόγειο του αμπαλάζ, οι κηδείες μας είχαν γίνει περιζήτητες και μας έδειξαν κιόλας στην τηλεόραση.

Στη συνέντευξη μίλησα με όρους επιστημονικούς για το σημαντικό του κόπου μου. Έριξα φως στην παραμικρή λεπτομέρεια του περιτυλίγματος, μίλησα για την ποιότητα, το είδος, την υφή, το χειροποίητο του όλου, την τιμή, ακόμη και τις όποιες λεπτομέρειες της τοποθέτησης. Είχα χρόνο και παράδειγμα ζωντανό. Προετοίμαζα τον πατέρα μου.

Ο Δημήτρης Γ. Μαγριπλής γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα και από το 2000 κατοικεί στην Κυπαρισσία του νότου. Σπούδασε Πολιτικές επιστήμες (Πάντειο Πανεπιστήμιο) και Κοινωνική θεολογία (ΕΚΠΑ). Το 1999 αναγορεύτηκε Διδάκτορας τηςΚοινωνιολογίας (Πάντειο Πανεπιστήμιο). Έχει εκδώσει αρκετές επιστημονικές μελέτες και έχει πλούσια εργογραφία ως αρθρογράφος (σε εφημερίδες, επιστημονικά και λογοτεχνικά περιοδικά). Επί σειρά ετών δίδαξε σε τμήματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται επαγγελματικά με τη γη, ως ελαιοπαραγωγός (Ωδή ελαίου – Αγουρέλαιο Τριφυλίας). Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 2007 με το ψευδώνυμο Φώτης Αδάμης. Έκτοτε χρησιμοποιεί το όνομά του. Τελευταίο του βιβλίο είναι Τα καναπεδάκια της ανεργίας (Κριτική, 2016).

Keywords
Τυχαία Θέματα