5 + 1 πράγματα που θέλεις να μάθεις για τις «Τρεις Πινακίδες Εξω από το Εμπινγκ, στο Μιζούρι»

Μπορεί να μην έφυγε με το Οσκαρ «Καλύτερης Ταινίας», αλλά αναμφισβήτητα ήταν μία από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς. Με ακόμα μεγαλύτερη από την αποδοχή των κριτικών, την αγάπη του κοινού.

Ο Μάρτιν ΜακΝτόνα («In Bruges», «Επτά Ψυχοπαθείς»), επέστρεψε πέρσι για να διηγηθεί αυτή την ιστορία που επιτίθεται στις αισθήσεις, την καρδιά και το μυαλό και μας ξανασυστήνει μια μεγάλη αγαπημένη πρωταγωνίστρια: την Φράνσις ΜακΝτόρμαντ.

Με τη μορφή ενός «σύγχρονου γουέστερν» (μία εναντίον όλων) ο ΜακΝτόνα μας αφηγείται την ιστορία μιας μητέρας στη μικρή πόλη του Εμπινγκ,

στο Μιζούρι, η οποία αναζητά ακόμη απαντήσεις για το φόνο της κόρης της - ένα έγκλημα που δεν έχει διαλευκανθεί ακόμα, παρόλο που συνέβη ένα χρόνο πριν, λόγω της απραγίας του τοπικού σερίφη. Ή τουλάχιστον, έτσι υποστηρίζει η ίδια, έχοντας στο μυαλό της μια ολόκληρη λίστα ενεργειών που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην πιθανή σύλληψη του δράστη. Οταν, λοιπόν, αποφασίσει να αγοράσει τρεις παλιές διαφημιστικές πινακίδες στον εγκαταλειμμένο παλιό δρόμο που οδηγεί στην πόλη για να δημοσιοποιήσει την κατηγορία της (αν και «οι ερωτήσεις δεν αποτελούν κατηγορίες», όπως πολλαπλώς επισημαίνεται στην ταινία), οι πράξεις της όχι απλώς θα εκθέσουν τον σερίφη αλλά θα στρέψουν και ολόκληρη την πόλη εναντίον της, ανοίγοντας παλιές πληγές, ξύνοντας τραύματα που δεν έχουν ακόμα επουλωθεί και αποκαλύπτοντας έναν ανεμοστρόβιλο αντικρουόμενων συναισθημάτων, που ενσωματώνουν το χιούμορ, τη συγκίνηση και την ουσία της θλίψης σε μια τραγική αφήγηση που προδίδει την ιδιοφυΐα του Μάρτιν ΜακΝτόνα, με κάθε πιθανό τρόπο.

Διαβάστε 5+1 trivia για την ταινία που θα σας κλέψει την καρδιά:

Εμπνευσμένη από αληθινή ιστορία: Ο Μάρτιν ΜακΝτόνα έγραψε το σενάριο, όταν συνάντησε ο ίδιος σ' ένα road trip του κάποιες πινακίδες που αφορούσαν ένα άλυτο έγκλημα. Ηταν η δολοφονία ενός κοριτσιού από το 1991. Η οικογένεια είχε βάσιμες υποψίες ότι ο ένοχος ήταν ο γιος μίας πλούσιας οικογένειας της περιοχής – κάποιος που ήταν διάσημος στην μικρή τους κωμόπολη στο Βίντορ του Τέξας, έξω από το Μπόμοντ. Ομως η αστυνομία αγνοούσε τις εκκλήσεις τους. Και τότε αγόρασαν το διαφημιστικό χώρο πινακίδων στην Εθνική Οδό 10 του Τέξας και έγραφαν για το έγκλημα.

Φράνσις ΜακΝτόρμαντ: Ο σκηνοθέτης είχε από την αρχή στο μυαλό του την 60χρονη πρωταγωνίστρια. Εγραφε το σενάριο πάνω της. Εκείνη όμως παραλίγο να αρνηθεί να παίξει. Σκεφτόταν ότι είναι πολύ μεγάλη για το ρόλο («κανείς δε θα πίστευε ότι σε αυτές τις εργατικές μικρές πόλεις μια γυναίκα έκανε παιδί στα 40, για να δικαιολογείται ότι έχασα την 19χρονη κόρη μου »). Αυτός που την έπεισε ήταν ο άντρας της, ο διάσημος σκηνοθέτης Τζόελ Κοέν. «Σκάσε και κάντο» μου είπε πολύ απλά όταν πνίγηκα στους προβληματισμούς μου». Τελικά η ΜακΝτόρμαντ κατέληξε με ρεκόρ βραβείων. Απέσπασε Οσκαρ, Χρυσή Σφαίρα, SAG, BAFTA και 23 ακόμα διακρίσεις από κριτικές ενώσεις.

Το «Εμπινγκ» δεν υπάρχει: Οπως είπαμε το πραγματικό έγκλημα έγινε στο Βίντορ του Τέξας. Η ταινίας όμως γυρίστηκε στην μικρή πόλη Σίλβα ,της Βόρειας Καρολίνα. Η παραγωγή ενθάρρυνε τους κατοίκους να παίζουν ως κομπάρσοι, ενώ χρησιμοποίησαν τα πραγματικά σπίτια και κτίρια για το γύρισμα (το αστυνομικό τμήμα, για παράδειγμα, ήταν ένα κατάστημα επίπλων που διαμορφώθηκε ανάλογα από το συνεργείο για τις ανάγκες του γυρίσματος). Κατά τη διάρκεια των διαλειμμάτων, οι κάτοικοι έπιναν μπύρες με τους ηθοποιούς, τους έκαναν το τραπέζι και έπαιρναν αυτόγραφα. Ο Γούντι Χάρελσον μάλιστα τους έπαιξε ένα μικρό live με την κιθάρα του, στο τοπικό δισκάδικο.

Κόκκινο: Οι πινακίδες με τις ερωτήσεις της μητέρας είναι κόκκινες. Εκείνη φορά μία κόκκινη μπαντάνα στα μαλλιά. Το τηλέφωνο του Ντίξον είναι κόκκινο. Τα τραπεζομάντηλα στη σκηνή του εστιατορίου. Ο φωτισμός στο δρόμο. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Ο ΜακΝτόνα, ακολουθώντας τους κανόνες της διαφήμισης που θέλουν το κοινό να συνδυάζει το προϊόν με ένα χρώμα, ήθελε να έχουν οι θεατές συνεχώς μία υπενθύμιση του νεκρού κοριτσιού – μέσα από τη χρωματική παλέτα της ταινίας.

Βραβεία: Η ταινία κέρδισε δεκάδες βραβεία σε όλη την πορεία της μέσα στη χρονιά – από την πρεμιέρα της στο 74ο Διεθνές Φεστιβάλ Βενετίας μέχρι τα Οσκαρ 2018. Ανάμεσα στα πολλά: Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ταινίας, Οσκαρ και Χρυσές Σφαίρες Α' Γυναικείου Ρόλου για την Φράνσις ΜακΝτόρμαντ και Β' Ανδρικού Ρόλου για τον Σαμ Ρόκγουελ, 5 BAFTA, 3 SAG και πολλά ακόμα.

Η Φράνσις ΜακΝτόρμαντ έχασε το Οσκαρ της στο πάρτι που ακολούθησε της τελετής. Μάρτυρες την είδαν να κλαίει με λυγμούς έξω από το κτίριο και να αποχωρεί από το οσκαρικό με τον σύζυγό της Τζόελ Κοέν, απελπισμένη ότι το είχε χάσει για πάντα. Ευτυχώς, το γεγονός ότι η ΜακΝτόρμαντ είχε ήδη χαράξει ήδη το όνομά της στο αγαλματάκι της, οδήγησε στο να ξαναβρεθεί μετά από εξονυχιστικό έλεγχο από τα σεκιούριτι της αίθουσας. Kάποιος της το είχε κλέψει. Ο ένοχος πλησίασε το τραπέζι της, έκλεψε το Οσκαρ της και επιχείρησε να φύγει από το κτίριο. Μόνο που οι φωτογράφοι του Governor's Ball πρόσεξαν έναν άντρα να κρατά το Οσκαρ που έγραφε Α' Γυναικείου ρόλου και να φωτογραφίζεται, του το πήραν πίσω κι ειδοποίησαν τα σεκιούριτι. Η ΜακΝτόρμαντ παρακάλεσε να τον αφήσουν και δεν έκανε μήνυση.

Keywords
Τυχαία Θέματα