Το δικαστήριο της ΕΕ αποσαφηνίζει τη φορολογική μεταχείριση (από πλευράς ΦΠΑ) των συμβάσεων leasing

Το δικαστήριο της ΕΕ αποσαφηνίζει τη φορολογική μεταχείριση των συμβάσεων χρηματοδοτικής μισθώσεως με προαίρεση αγοράς, αλλά και άλλου τύπου μισθώσεων.

Η απόφαση του δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) που εκδόθηκε πρόσφατα για την υπόθεση Mercedes-Benz Financial Services UK Ltd (υπόθεση C-164/16), παρέχει μεγαλύτερη σαφήνεια όσον αφορά τον ΦΠΑ στις συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης (leasing) που προσφέρονται από κατασκευαστές αυτοκινήτων και άλλες εταιρείες.

Σύμφωνα με τη γνώμη του γενικού εισαγγελέα

Szpunar, το δικαστήριο της ΕΕ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι συμβάσεις χρηματοδοτικής μισθώσεως ή συμβάσεις μισθώσεως-αγοράς, μπορούν να συνιστούν παράδοση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, ανάλογα με τις περιστάσεις.

Στο Ευρωπαικό δικαστήριο κατέληξαν τα δύο μέρη προκειμένου να διευκρινιστεί, εάν η σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης με προαίρεση αγοράς τύπου «Agility» η οποία είναι συνήθως δομημένη έτσι ώστε ο πελάτης να πληρώνει ένα χαμηλό μηνιαίο ποσό κατά τη διάρκεια της σύμβασης και εάν το επιθυμεί στο τέλος της μίσθωσης να ασκήσει το δικαίωμα προαιρέσεως και να αγοράσει το όχημα καταβάλλοντας περίπου το 40 % της τιμής πωλήσεως, συνιστά παροχή υπηρεσίας ή παράδοση αγαθού.

Παράδοση αγαθού ή υπηρεσία;

Το δικαστήριο της ΕΕ αναφέρει ότι για να μπορεί να θεωρηθεί μια σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης ως «παράδοση αγαθών», κατά την έννοια της οδηγίας ΦΠΑ, πρέπει να προσδιοριστεί αν μια τέτοια σύμβαση έχει ως σκοπό την «εκμίσθωση αγαθού […] με τον όρο της παρακράτησης της κυριότητας[, όπου η κυριότητα μεταβιβάζεται, κατά κανόνα,] το αργότερο [κατά] την αποπληρωμή του τιμήματος»

Ο εν λόγω νομικός χαρακτηρισμός απαιτεί τη συνδρομή δύο στοιχείων.

Αφενός, η διάταξη αυτή πρέπει να εννοηθεί ως ορίζουσα ότι η σύμβαση δυνάμει της οποίας πραγματοποιείται η παράδοση του αγαθού περιλαμβάνει ρητή ρήτρα σχετικά με τη μεταβίβαση της κυριότητας του αγαθού αυτού από τον εκμισθωτή στον μισθωτή.

Αφετέρου, πρέπει να προκύπτει σαφώς από τους όρους της συμβάσεως, όπως αυτοί εκτιμώνται αντικειμενικά και κατά τον χρόνο της συνάψεώς της, ότι η κυριότητα του αγαθού προορίζεται να μεταβιβαστεί αυτομάτως στον μισθωτή αν η εκτέλεση της συμβάσεως ακολουθήσει τη συνήθη ροή της μέχρι τη λήξη της.».

Όπως αναφέρει το ΔΕΕ, από πλευράς ΦΠΑ, δεν αμφισβητείται ότι η τυποποιημένη σύμβαση «Leasing» (μίσθωση χωρίς απόκτηση κυριότητας) εμπίπτει στην κατηγορία της «παροχής υπηρεσιών», οπότε κάθε μηνιαία δόση φορολογείται, σύμφωνα με το άρθρο 64 της οδηγίας ΦΠΑ, με βάση επιβολής του φόρου το ποσό της μηνιαίας καταβολής.

Επίσης δεν αμφισβητείται ότι, αντιστρόφως, η τυποποιημένη σύμβαση «Hire Purchase» [τυποποιημένη σύμβαση, στην οποία το άθροισμα των πραγματοποιούμενων κάθε μήνα καταβολών αντιπροσωπεύει το σύνολο της τιμής πωλήσεως του οχήματος, συμπεριλαμβανομένου του κόστους χρηματοδοτήσεως. Για να καταστεί κύριος του οχήματος, ο οφειλέτης πρέπει να καταβάλει κατά τη λήξη της συμβάσεως μόνον ένα μικρό ποσό («έξοδα προαιρέσεως»). Η εν λόγω τελική καταβολή προβλέπεται στη σύμβαση και δεν εξαρτάται από την άσκηση του δικαιώματος προαιρέσεως. Τα έξοδα προαιρέσεως εισπράττονται από τον λογαριασμό του πελάτη ταυτοχρόνως με την τελευταία δόση, οπότε και επέρχεται η μεταβίβαση της κυριότητας] συνιστά «παράδοση αγαθών», κατά την έννοια του άρθρου 14, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, της οδηγίας ΦΠΑ. Κατά συνέπεια, το άρθρο 63 της οδηγίας αυτής καθιστά απαιτητό τον φόρο στο σύνολό του κατά την παράδοση του οχήματος, με βάση επιβολής του φόρου τη συνολική τιμή παραδόσεως.

Το δικαστήριο κατέληξε ότι θεωρείται ως «παράδοση αγαθού» η σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης με προαίρεση αγοράς όταν από τους οικονομικούς όρους της συμβάσεως μπορεί να συναχθεί ότι η άσκηση του δικαιώματος προαιρέσεως αποτελεί για τον μισθωτή τη μόνη οικονομικώς εύλογη επιλογή σε περίπτωση πλήρους εκτελέσεως της συμβάσεως.

Σε αντίθετη περίπτωση (πράγμα το οποίο εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εξακριβώσει) η σύμβαση μπορεί να θεωρηθεί ως «παροχή υπηρεσιών».

Υψηλό τελικό τίμημα

Με το σκεπτικό αυτό στην προκειμένη περίπτωση, η εν λόγω μίσθωση θεωρήθηκε ως παροχή υπηρεσιών.

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης υποχρέωνε τους μισθωτές σε ένα υψηλό τελικό τίμημα για την απόκτηση του αγαθού το οποίο κυμαίνονταν μεταξύ 42% -48% της συνολικής αξίας αυτού( σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε στις προτάσεις του ο Εισαγγελέας), και κατά συνέπεια δεν μπορεί να συναχθεί με βεβαιότητα το συμπέρασμα ότι ο μισθωτής θα ασκούσε το δικαίωμα προαίρεσης για την απόκτηση του αγαθού στο τέλος της μίσθωσης.


Δείτε την απόφαση του Δικαστηρίου, αλλά και τις προτάσεις του Εισαγγελέα στο φορολογικό αρχείο του κόμβου
Keywords
Τυχαία Θέματα