Γαλλικές εκλογές: Γιατί ο υποψήφιος της κεντροαριστεράς (δεν) έχει σημασία


Του Αλέξανδρου Βέλμαχου

Είναι η πρώτη φορά εδώ και πολλές, πολλές δεκαετίες που η ανάδειξη του υποψηφίου της κεντροαριστεράς για τις προεδρικές εκλογές στη Γαλλία δεν μονοπωλεί το ενδιαφέρον της ευρωπαϊκής πολιτικής σκηνής. Και αυτό όχι μόνο για το ότι η Γαλλία έχει υποχωρήσει εδώ και πολλά χρόνια από το προσκήνιο των κεντρικών αποφάσεων που λαμβάνονται στην Ευρώπη (η κυριαρχία

πρωτίστως της Γερμανίας και μετά των Βρυξελλών έχουν στερήσει αυτή τη δυνατότητα από το Ελιζέ).

Ο βασικός λόγος που το κόμμα των σοσιαλδημοκρατών της Γαλλίας πέρασε σε δεύτερη μοίρα είναι οι επιλογές που το ίδιο έκανε, με την θητεία του Φρανσουά Ολάντ στην ηγεσία της Γαλλίας να τελειώνει τόσο καταστροφικά για τον ίδιο και την πολιτική του παράταξη όσο θριαμβευτικά είχε ξεκινήσει: Από τον «άνεμο αλλαγής στην Ευρώπη» του 2012 (όπως είχε χαρακτηρίσει την εκλογή Γάλλου προέδρου ο Αλέξης Τσίπρας τότε), ο Ολάντ κατέληξε σε ένα επίπεδο αντιδημοφιλίας που δεν τον άφησε καν να θέσει υποψηφιότητα για να διεκδικήσει το εσωκομματικό χρίσμα εν όψει των προεδρικών εκλογών του Απριλίου.

Μετά από μια πενταετή θητεία στην προεδρία της χώρας, οι Γάλλοι σοσιαλδημοκράτες επιχειρούν την προσεχή Κυριακή, 22 Ιανουαρίου, να ανασυνταχθούν και να οδηγηθούν στον πρώτο γύρο της εσωκομματικής εκλογικής διαδικασίας για τον υποψήφιο που θα τους οδηγήσει στις προεδρικές εκλογές στις 23 Απριλίου. Οι τρεις πιθανότερες επιλογές είναι ο πρώην πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς, ο πρώην υπουργός Παιδείας Μπενουά Αμόντ και ο πρώην υπουργός Οικονομιάς Αρνό Μοντεμπούρ.

Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, ο Βαλς χάνει το -μέχρι προ μερικών εβδομάδων- σταθερό προβάδισμα που είχε και ο Αμόν φαίνεται να τον κοντράρει στα ίσια για το πρώτο γύρο που θα διεξαχθεί μεθαύριο. Αν σε αυτές τις μετρήσεις συνυπολογίσουμε το υψηλό ποσοστό που καταγράφει ο Μοντεμπούρ, που έχει αφήσει ξεκάθαρα να εννοηθεί πως σε ενδεχόμενη αναμέτρηση Βαλς - Αμόν στο δεύτερο γύρο θα ενισχύσει τον πρώην υπουργό Παιδείας έναντι του Βαλς, τότε η ζυγαριά των πιθανοτήτων φαίνεται πως γέρνει καθαρά υπέρ του Αμόν και κατά του Βαλς και για τη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση μεταξύ των δύο επιλαχόντων του κόμματος, που θα γίνει την άλλη Κυριακή, 29 Ιανουαρίου.

Όπως το pagenews.gr είχε ξαναφέρει προ ημερών, από εκεί που ο Βαλς έμοιαζε με τον αδιαφιλονίκητο φαβορί προ μερικών εβδομάδων, κινδυνεύει να έχει την ίδια τύχη που είχε και ο Αλέν Ζίπε στις εσωκομματικές εκλογές της κεντροδεξιάς.

Ο Μακρόν κοιτάει την επόμενη μέρα

Την ώρα που το κόμμα των σοσιαλδημοκρατών οδεύει προς την πρώτη πράξη για την ανάδειξη του υποψηφίου του εν όψει των εκλογών του Απριλίου, ο πρώην υπουργός Οικονομίας του Ολάντ και ιδρυτής του κεντρώου «Εμπρός» (En Marche), Μανουέλ Μακρόν, δείχνει με τις κινήσεις του πως θα είναι το τρίτο σημείο αναφοράς στην πολιτική σκηνή της Γαλλίας, πίσω από τη «θατσερική» -πλέον- κεντροδεξιά του Φρανσουά Φιγιόν και την ακροδεξιά της Μαρίν Λε Πεν, που αναμένεται να είναι οι δύο ισχυρότεροι πολιτικοί φορείς μετά και από τις προεδρικές εκλογές.

Ήδη, υπάρχουν πολλές αναφορές πως ο Μακρόν συγκεντρώνει πλήθος έμπειρων πολικών αναλυτών και δημοσιογράφων στην καμπάνια του, όχι τόσο για την εκλογική μάχη της άνοιξης, αλλά περισσότερο για να τον βοηθήσουν να «χτίσει» ένα ηγετικό προφίλ για το μετεκλογικό τοπίο, στοχεύοντας στην επόμενη εκλογική μάχη του 2022.

Δεν είναι τυχαίο το ότι από χθες ο Μακρόν, κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε, τόνισε πως θα κατεβάσει υποψηφίους και στις 557 εκλογικές περιφέρειες ανά τη Γαλλική επικράτεια και ακόμα το πως ξεκαθάρισε πως δεν πρόκειται να δεχθεί μετεκλογικές συνεργασίες ούτε με τον Φιγιόν και ούτε με την Λε Πεν.

Τα παραπάνω δείχνουν πως η Γαλλία πραγματοποιεί μια στροφή προς το κέντρο. Και αν μέχρι σήμερα το κέντρο ήταν η πολιτική του Ολάντ, που συνέπλευσε με κάθε τρόπο με τη λιτότητα της Γερμανίας και της Άγκελα Μέρκελ κατά τη θητεία του, μένει να φανεί το κατά πόσο αυτή η τάση θα αλλάξει με τον Φιγιόν (άμεσα) ή με τον Μακρόν (έμμεσα).

Για την Λε Πεν... Δεν το συζητάμε.

Keywords
Τυχαία Θέματα