Αυξάνονται οι πιέσεις στην ΕΚΤ μετά τη μικρότερη των εκτιμήσεων αύξηση του πληθωρισμού

Λιγότερο απ' ότι αρχικά υπολογιζόταν αυξήθηκε ο δείκτης τιμών καταναλωτή στην Ευρωζώνη τον Ιανουάριο υπογραμμίζοντας τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΚΤ για να διατηρηθεί η τροχιά ανάκαμψης στην Ευρωζώνη.

Ο δείκτης αυξήθηκε κατά 0,3% σε ετήσια βάση από 0,2% το Δεκέμβριο ενώ η αρχική εκτίμηση της Κομισιόν που είχε δημοσιοποιηθεί στις 29 Ιανουαρίου έκανε λόγο για 0,4%.

Η πτώση στις τιμές των εμπορευμάτων και μία επιβράδυνση των αναδυόμενων αγορών με οδηγό την Κίνα επηρεάζει

την παγκόσμια ανάπτυξη και αυξάνει τις πιέσεις στις τιμές.

Κάτι που θέτει το μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ για πληθωρισμό κάτω από 2% δυσκολότερο να επιτευχθεί, παρά τα άνευ προηγουμένου μέτρα που συμπεριλαμβάνουν την υιοθέτηση αρνητικών επιτοκίων και ένα πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ύψους 1,5 τρισ ευρώ.

«Αν και η αναθεώρηση δεν ήταν μεγάλη, η επιμονή των χαμηλών τιμών πιθανόν θα πλήξει τις μακροπρόθεσμες πληθωριστικές προσδοκίες», σχολιάζει ο Jean-Francois Perrin, αναλυτής του επενδυτικού σκέλους της Credit Agricole SA στο Παρίσι. «Σημαίνει ξεκάθαρα ότι η ΕΚΤ αυτή τη στιγμή δεν εκπληρώνει το στόχο της αναφορικά με τον πληθωρισμό».
Αν και ο δείκτης τιμών καταναλωτή τον Ιανουάριο ήταν υψηλότερος απ' το 0,2% του Δεκεμβρίου, οι χαράσσοντες πολιτική έχουν προειδοποιήσει ότι ίσως περάσει σε αρνητικό έδαφος τους προσεχείς μήνες.

Ο δομικός δείκτης, που εξαιρεί τις ευμετάβλητες τιμές όπως αυτές των καυσίμων, κατέγραψε αύξηση 1% τον Ιανουάριο από 0,9% το Δεκέμβριο, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat.

Το κόστος ενέργειας υποχώρησε 5,4%.

Το μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ Jens Weidmann, ο οποίος μέχρι τώρα ήταν αντίθετος στην περαιτέρω νομισματική επέκταση, δήλωσε την Τετάρτη ότι «είναι ξεκάθαρο πως με τις τρέχουσες εξελίξεις στις τιμές θα έχουμε ένα μεγάλο ντιμπέιτ γύρω απ' τη νομισματική πολιτική».

Αν και υπογράμμισε πως δεν υπάρχει απόφαση ακόμα για το εάν θα υπάρξουν νέα μέτρα εάν χρειαστεί, προειδοποίησε ότι οποιαδήποτε νέα παρέμβαση δεν πρέπει να είναι αντιπαραγωγική.

Με τους επενδυτές να αποτιμούν μία μείωση τουλάχιστον κατά 10 μβ στο επιτόκιο καταθέσεων, που σήμερα βρίσκεται στο -0,3%, αυξάνεται η ανησυχία ότι μία πίεση στην κερδοφορία των τραπεζών θα πλήξει το δανεισμό.

Μάλιστα κάποιοι οικονομικοί αναλυτές προβλέπουν ότι μία νέα επέκταση του σχεδίου αγοράς ομολόγων μπορεί να οδηγήσει τελικά σε προβλήματα ρευστότητας για τις τράπεζες.

«Εάν για παράδειγμα απειληθεί η σταθερότητα των τραπεζών τότε οι μετρήσεις μας δείχνουν ότι τα μέτρα μπορούν να αποφέρουν το αντίθετο αποτέλεσμα απ' αυτό που θέλουμε , και ως εκ τούτου δεν θα ήταν έξυπνο να τα εφαρμόσουμε», είχε δηλώσει σε συνέντευξη του στην τηλεόραση του Bloomberg o Weidmann, επικεφαλής της Bundesbank. «Πρέπει να σχεδιάσουμε τα μέτρα με έναν τρόπο που θα διασφαλίζεται ότι είναι ισχυρά και αποτελεσματικά», σημείωσε.

Ο Αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Βίτορ Κοστάνσιο είχε δηλώσει την προηγούμενη εβδομάδα ότι οποιαδήποτε διευκόλυνση θα «μεταφέρει τις συνέπειες στις τράπεζες». Αρνήθηκε ωστόσο να διευκρινίσει τι ακριβώς εννοούσε.

Οι Κεντρικές Τράπεζες στην Ελβετία και τη Δανία έχουν δομήσει τα αρνητικά επιτόκια καταθέσεων τους προκειμένου να παρέχουν εξαιρέσεις για τράπεζες από ένα ποσό και πάνω.

Keywords
Τυχαία Θέματα