Η δυστυχία δεν κοστίζει τη ζωή

Οι άνθρωποι που πιστεύουν ότι η δυστυχία μπορεί να κοστίσει πρόωρα τη ζωή, κάνουν λάθος: δεν αποτελεί άμεση αιτία θανάτου, σύμφωνα με μία νέα, μεγάλη μελέτη.

Τα ευρήματα αυτά αντικρούουν εκείνα προγενέστερων μελετών οι οποίες είχαν συσχετίσει τη δυστυχία με μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης, εξαιτίας παραγόντων όπως οι αρνητικές μακροπρόθεσμες επιδράσεις των ορμονών του στρες ή η εξασθένηση του ανοσοποιητικού συστήματος.

Ωστόσο οι επιστήμονες από τη Βρετανία και την Αυστραλία που πραγματοποίησαν τη νέα

μελέτη λένε πως αφ’ ενός η ύπαρξη μίας συσχέτισης δεν συνεπάγεται αυτομάτως σχέση αιτίας-αποτελέσματος, αφ’ ετέρου οι παλαιότερες μελέτες δεν είχαν λάβει υπ’ όψιν έναν παράγοντα που στην επιδημιολογία αποκαλείται αντίστροφη αιτιότητα.

Με άλλα λόγια, εξηγούν, εκείνες οι μελέτες δεν σήμαιναν πως η δυστυχία από μόνη της μπορεί να μας σκοτώσει, ενώ δεν είχαν λάβει υπ’ όψιν το γεγονός πως οι άνθρωποι που είναι άρρωστοι δεν είναι ιδιαιτέρως ευτυχισμένοι.

Η νέα μελέτη, που δημοσιεύεται στην ιατρική επιθεώρηση «The Lancet», βασίσθηκε σε στοιχεία από 719.671 εθελόντριες μέσης ηλικίας 59 ετών, τις οποίες παρακολούθησαν οι ερευνητές επί μία δεκαετία.

Κατά την έναρξη της μελέτης, οι εθελόντριες συμπλήρωσαν ειδικό ερωτηματολόγιο για την κατάσταση της υγείας τους, το πόσο συχνά ένιωθαν ευτυχισμένες και το στρες τους.

Το39% είπαν πως νιώθουν «κυρίως» ευτυχισμένες, το 44% «συνήθως» και το 17% «ποτέ», δηλαδή ήταν δυστυχισμένες.

Όπως ήταν αναμενόμενο, όσες εθελόντριες δήλωσαν πως έχουν κακή υγεία, είχαν περισσότερες πιθανότητες να αναφέρουν πως νιώθουν δυστυχισμένες.

Έως το τέλος της δεκαετίας, το 4% των γυναικών (οι 31.531) έχασαν τη ζωή τους από διάφορες αιτίες. Ωστόσο, η θνησιμότητα δεν ήταν πιο αυξημένη στις γυναίκες που δήλωσαν δυστυχισμένες, ενώ η αρνητική συσχέτιση ενισχύθηκε όταν οι ερευνητές συνυπολόγισαν άλλους παράγοντες που υπονομεύουν την ζωή, όπως η θεραπεία για χρόνια νοσήματα, η κοινωνικοοικονομική κατάσταση και παράγοντες του τρόπου ζωής (λ.χ. κάπνισμα, παχυσαρκία).

«Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι οι αρρώστιες μπορούν να μας κάνουν δυστυχισμένους, αλλά η δυστυχία από μόνη της δεν μας αρρωσταίνει και σίγουρα δεν κοστίζει τη ζωή», δήλωσε η επικεφαλής ερευνήτρια δρ Μπέτι Λιου, αναπληρώτρια καθηγήτρια Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Νότιας Ουαλίας, στην Αυστραλία.

«Ο ισχυρισμός ότι η δυστυχία αποτελεί σημαντική αιτία θανάτου είναι σκέτη ανοησία», συνηγόρησε ο σερ Ρίτσαρντ Πέτο, καθηγητής Ιατρικής Στατιστικής & Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

«Ασφαλώς οι δυστυχισμένες εθελόντριες ήταν πιθανότερο να καπνίζουν και το ελαφρύ κάπνισμα (5 έως 10 τσιγάρα την ημέρα) διπλασίαζε την πιθανότητα θανάτου, ενώ το μανιώδες (ένα πακέτο ή περισσότερο την ημέρα) την τριπλασίαζε, αλλά η δυστυχία από μόνη της δεν είχε καμία επίδραση».

Αυτό σημαίνει ότι «η δυστυχία ασκεί έμμεσες αρνητικές επιδράσεις», πρόσθεσε. Παραδέχθηκε ωστόσο ότι «ο κόσμος είναι απίθανο να δεχθεί αυτό το δεδομένο, διότι του είναι ευκολότερο να αποδώσει το έμφραγμά του στο στρες παρά στο τσιγάρο ή σε άλλες κακές συνήθειες που υιοθετεί».
Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ

Keywords
Τυχαία Θέματα