Το γκολ με την Ελλάδα που σημάδεψε τον Μπέκαμ

Απόσπασμα από το νέο βιβλίο του Ντέιβιντ Μπέκαμ δημοσίευσαν οι «Times», με τον Βρετανό άσο να κάνει ιδιαίτερη αναφορά στο περίφημο γκολ που είχε πετύχει ενάντια στην Ελλάδα το 2001, το οποίο μάλιστα είχε στείλει την Αγγλία στα τελικά του Μουντιάλ του 2002.

Διαβάστε αναλυτικά το απόσπασμα που δημοσίευσαν οι «Times»:

«Άκουγα το χτύπο από ένα τύμπανο. Σαν να ήταν ο μοναδικός ήχος στον κόσμο. Μόνο ένα τύμπανο, έβγαζε έναν

ήχο, που ερχόταν κατευθείαν στον αγωνιστικό χώρο. Το υπόλοιπο γήπεδο έμοιαζε εντελώς ήσυχο, σαν να ήξεραν όλοι οι φίλαθλοι πως το επόμενο σουτ θα καθόριζε τον αγώνα.

Μπαμ, μπαμ. Μπαμ, μπαμ. Μπαμ, μπαμ.

Ο Τέντι Σέριγχαμ, συμπαίκτης μου στην Αγγλία, πήγε να σηκώσει την μπάλα και να την τοποθετήσει στο σημείο όπου ο Εμίλ Χέσκι είχε δεχθεί φάουλ από έναν Έλληνα αμυντικό λίγα δευτερόλεπτα νωρίτερα. Η αδρεναλίνη μου εκτινάχθηκε. Το παιχνίδι βρισκόταν στο 93ο λεπτό και η Αγγλία έχανε με 1-2. Αν δεν σκοράραμε εκείνη τη στιγμή, δεν θα προκρινόμασταν στο παγκόσμιο κύπελλο του 2002.

Δεν μπορούσα ούτε να το σκέφτομαι. Άρπαξα την μπάλα από τον Τέντι και την επανατοποθέτησα. Δεν του άρεσε πολύ η παρενόχλησή μου. Με έσπρωξε ελαφρώς με τον ώμο. «Το έχω, Ντέιβιντ», είπε. «Ξέρω πως μπορώ να το βάλω».

Αλλά τίποτα δεν θα με σταματούσε από το να εκτελέσω εκείνο το φάουλ. Ένιωθα αυτοπεποίθηση, ηρεμία, βεβαιότητα. Ήξερα πως μπορούσα να το βάλω. Είχα ήδη χάσει κάποια μέσα στον αγώνα, αλλά η αυτοπεποίθησή μου ήταν ακόμα στα ουράνια. Μου είχαν απομείνει τόνοι ενέργειας, παρά το γεγονός ότι βρισκόμασταν στις καθυστερήσεις. «Είναι πολύ μακριά για σένα, Τέντι», είπα. «Εμπιστεύσου με. Το έχω».

Είχα κάνει ακριβώς το ίδιο πράγμα σαν έφηβος. Δίναμε έναν αγώνα με τη Β’ ομάδα σε μία από τις πρώτες μου σεζόν στη Γιουνάιτεντ. Ο Μπράιαν Ρόμπσον, αρχηγός της Γιουνάιτεντ, έκανε προπονήσεις μαζί μας διότι είχε μόλις επιστρέψει από έναν τραυματισμό. Κερδίσαμε ένα φάουλ λίγο έξω από την περιοχή και ο Ρόμπσον πήρε την μπάλα για να το εκτελέσει.

Ήταν επίσης ο αρχηγός της εθνικής Αγγλίας κι ένας από τους καλύτερους παίκτες στον κόσμο, αλλά του άρπαξα την μπάλα. «Συγγνώμη, αλλά συνήθως εγώ τα εκτελώ αυτά», είπα. Κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει το θράσος μου. Ο Ρόμπσον με κατέκρινε γι’ αυτό για πολλά χρόνια. Αλλά νομίζω ότι έδειξα την αυτοπεποίθησή μου ακόμα κι ως νεαρός. Εμπιστευόμουν την ικανότητά μου στις εκτελέσεις.

Ο Τέντι έβλεπε πως δεν θα έκανα πίσω και, παρά το γεγονός πως ήταν μεγαλύτερος και σοφότερος από μένα, απομακρύνθηκε. Ήμουν μόνο εγώ, η μπάλα, και οι 25 γυάρδες που με χώριζαν από την πάνω αριστερή γωνία του τέρματος. Αλλά αυτή η εκτέλεση δεν ήταν μόνο για την Αγγλία. Ήταν και για μένα. Ήταν για να τραβήξω μια γραμμή στα τέσσερα χρόνια των ύβρεων. Τέσσερα χρόνια πικρίας.

Τέσσερα χρόνια που οι Άγγλοι οπαδοί -όχι όλοι τους, αλλά αρκετοί για να προκαλέσουν πόνο- φώναζαν εις βάρος μου τα χειρότερα όταν αγωνιζόμουν για τη χώρα μου.

Τέσσερα χρόνια πόνου.

Πήρα δύο βαθιές ανάσες, κοίταξα την πάνω γωνία της εστίας και άδειασα το μυαλό μου από οτιδήποτε εκτός από μία σκέψη: «Θα σκοράρω». Είχα μόνο ένα στόχο. Να στείλω την Αγγλία στα τελικά του παγκοσμίου κυπέλλου. Δεν υπήρχε αμφιβολία στο μυαλό μου, καμία αρνητικότητα. Απλά μία αίσθηση πλήρους καθησύχασης.

Η αυτοπεποίθηση είναι ένα αστείο πράγμα. Οι άνθρωποι συχνά λένε ότι χρειάζεσαι πολλή τύχη για να νικήσεις. Αλλά, για μένα, η αυτοπεποίθηση έρχεται με την προετοιμασία. Όταν έχεις δουλέψει κάτι τόσο πολύ που έχει γίνει κομμάτι του εαυτού σου. Δεύτερη φύση. Όταν έχεις κάνει οτιδήποτε είναι δυνατό ώστε να δώσεις στον εαυτό σου την καλύτερη ευκαιρία.

Είχα εκτελέσει πολλά φάουλ καθώς περνούσαν τα χρόνια.

Όχι μόνο τα φάουλ στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Όχι μόνο τα φάουλ που εκτελούσα για τις ομάδες νέων στις οποίες αγωνιζόμουν καθώς μεγάλωνα στο Ανατολικό Λονδίνο.

Ήταν και τα φάουλ που είχα εκτελέσει στην πίσω αυλή μου και στο τοπικό πάρκο με τον πατέρα μου, σχεδόν κάθε ένα από αυτά για να στείλω την Αγγλία στα τελικά του παγκοσμίου κυπέλλου ή να χαρίσω στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ το FA Cup.

Πρέπει να είχα εκτελέσει δεκάδες χιλιάδες, ίσως εκατοντάδες χιλιάδες. Πήγαινα στο τοπικό πάρκο, τοοθετούσα την μπάλα στο έδαφος και σημάδευα το καλώδιο πάνω από το παράθυρο μίας μικρής καλύβας. Εκτελούσα πενήντα, εκατό, έχανα το μέτρημα. Ο χρόνος περνούσε χωρίς να το καταλαβαίνω. Δεν μου φαινόταν δύσκολο.

Όταν ο πατέρας μου επέστρεφε από τη δουλειά, πηγαίναμε μαζί στο τέρμα. Καθόταν ανάμεσα από μένα και το τέρμα, αναγκάζοντάς με περάσω την μπάλα με φάλτσο από δίπλα του. Οι άνθρωποι που μας έβλεπαν πρέπει να μας θεωρούσαν τρελούς. Πηγαίναμε ακόμα κι όταν είχε δύσει ο ήλιος, παίζοντας υπό το φως που ερχόταν από τα παράθυρα των σπιτιών γύρω από το πάρκο. Τα πόδια μου πονούσαν, αλλά ο πατέρας μου έλεγε πάντα να συνεχίσω να παλεύω.

Συνέχιζα να παίζω όταν επέστρεφα στο σπίτι. Δεν με άφηναν να έχω μπάλα μέσα στο σπίτι, οπότε έκανα προπόνηση κλωτσώντας τα αρκουδάκια στο δωμάτιο της αδερφής μου. Η μαμά μου θεωρούσε πως ήταν αστείο, αλλά έδειχνε πόσο πολύ αγαπούσα το ποδόσφαιρο. Δεν το χόρταινα. Αν μου δινόταν η ευκαιρία να παρατήσω το σχολείο και να παίζω από το πρωί μέχρι το βράδυ, θα το είχα κάνει χωρίς δεύτερη σκέψη.

Υποθέτω πως αν έχεις προπονηθεί έτσι για είκοσι χρόνια, όταν έχεις κάνει τόσο μεγάλη προσπάθεια, η αυτοπεποίθηση έρχεται ως παράγωγο. Ξέρεις ότι μπορείς να το κάνεις διότι έχεις προετοιμαστεί σε όλη σου τη ζωή για να το κάνεις. Ο Μάικλ Τζόνσον, ο θρυλικός σπρίντερ των Ολυμπιακών Αγώνων, είπε κάποτε: «Αν έχεις κάνει ό,τι είναι δυνατό για να προετοιμαστείς για το αγώνισμά σου, η αυτοπεποίθηση θα κολλήσει μαζί». Κι έχει δίκιο.

Και γι’ αυτό αισθάνθηκα τόση αυτοπεποίθηση να εκτελέσω εκείνο το φάουλ κόντρα στην Ελλάδα. Ήταν λες και όλα αυτά τα χρόνια της αφοσίωσης να με είχαν προετοιμάσει για εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή.

Ο χρόνος έμοιαζε να επιβραδύνει καθώς ζύγιζα το τέρμα, με τα χέρια στα ισχία. Το τύμπανο χτυπούσε ακόμα και η ένταση αυξανόταν διαρκώς.

Κινήθηκα ελαφρώς προς τα αριστερά και ξεκίνησα να τρέχω. Μόλις ένιωσα την μπάλα στο παπούτσι μου -με αυτόν τον περίεργο τρόπο που καμιά φορά συμβαίνει στο ποδόσφαιρο- ήξερα αμέσως ότι θα κατέληγε στο βάθος της εστίας.

Είναι κάτι το απίστευτο όταν κλωτσάς μία μπάλα ακριβώς με τον τρόπο που θέλει.

Είναι τόσο ικανοποιητικό, ο μικρός γδούπος της μπάλας πάνω στο παπούτσι σου και μετά το σφύριγμα της μπάλας καθώς απομακρύνεται. Όταν το κάνεις σωστά, σχεδόν δεν νιώθεις την επίδραση. Είναι σαν να κλωτσάς ένα πούπουλο.

Καθώς η μπάλα πετούσε προς την πάνω αριστερή γωνία, πριν καν καταλήξει στο βάθος της εστίας, άρχισα να τρέχω προς την τελική γραμμή, ουρλιάζοντας από χαρά. Η σιωπή αντικαταστάθηκε από ένα τεράστιο, σχεδόν εκκωφαντικό βρυχηθμό. Το γήπεδο εξερράγη.

Η Αγγλία ήταν στην τελική φάση του παγκοσμίου κυπέλλου.

Η Αγγλία ήταν στο παγκόσμιο κύπελλο.

Πήδηξα στον αέρα και προσγειώθηκα και στα δύο πόδια, μετά τίναξα τα χέρια μου προς τα πίσω και αγκάλιασα το κοινό. Ένιωσα απίστευτα που έβαλα το γκολ, ιδιαίτερα στο Ολντ Τράφορντ, ένα γήπεδο που είχε γίνει το σπίτι μου.

Αλλά μπορούσα να αισθανθώ και κάτι ακόμα. Είχα δουλέψει σαν τρελός σ’ εκείνο το ματς, είχα ατέλειωτα αποθέματα ενέργειας. Έτρεχα, γύριζα πίσω, έκανα τάκλιν, δημιουργούσα μπροστά. Όλα έμοιαζαν εφικτά. Δοκίμαζα ακόμα και πράγματα που δεν είχα δοκιμάσει στο παρελθόν, και μου έβγαιναν. Ο κόσμος μπορούσε να δει τι σήμαινε για μένα να αγωνίζομαι για τη χώρα μου.

Αλλά το γκολ ήταν το κερασάκι στην τούρτα. Ήταν λες και όλες οι αμφιβολίες για μένα ως παίκτη και ως άνθρωπο να εξαφανίστηκαν μέσα σε μια στιγμή. Όλος ο πόνος, όλη η πικρία, όλο το μίσος, όλες οι αντεγκλήσεις. Ήξερα πως ένα από τα πιο δύσκολα κεφάλαια της ζωής μου είχε ολοκληρωθεί. Επιτέλους συγχωρέθηκα».

Keywords
Τυχαία Θέματα