Σίγουρα θα μαζέψουμε πιο πολλά από φόρους;

του Κων. Δ. Πούλιου *

Ευτυχώς, ο νέος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος που κατατέθηκε στη Βουλή περιλαμβάνει κάποιες βελτιώσεις σε σχέση με το κείμενο που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση λίγες μέρες πριν. Είναι αυτές αρκετές για να προσδώσουν στο νομοθέτημα αυτό χαρακτήρα αναπτυξιακό, να συντελεί δηλαδή στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και την προσέλκυση και νέων επενδύσεων, ή τουλάχιστο να «φρενάρει» τη φυγή των όσων παραμένουν ακόμη στη χώρα; Μήπως στην

προσπάθεια να περιλάβει αγκομαχώντας οτιδήποτε μπορεί ως φορολογητέα ύλη επιτυγχάνει το ακριβώς αντίθετο, δίνει δηλαδή το σήμα για τη φυγή των τελευταίων που μπορούν;

Το άρθρο 4 του νέου ΚΦΕ καθιερώνει νομοθετικά για πρώτη φορά στα ελληνικά φορολογικά χρονικά τη φορολογική κατοικία νομικού προσώπου. Πιο συγκεκριμένα, ένα νομικό πρόσωπο θεωρείται ότι έχει τη φορολογική κατοικία του στην Ελλάδα (άρα, φορολογείται στην Ελλάδα ως ελληνική εταιρεία με τον εκάστοτε ισχύοντα ελληνικό φορολογικό συντελεστή) εάν ο «τόπος άσκησης πραγματικής διοίκησης» θεωρείται ότι είναι στην Ελλάδα. Καλή η σύλληψη της ιδέας και σε συστοιχία με τα διεθνώς κρατούντα, όμως, κινδυνεύοντας να φανούμε υπεραπλουστευτικοί, ας αναφερθούμε σε ένα πρακτικό παράδειγμα. Ο Ρώσος επιχειρηματίας που αγόρασε το Σκορπιό, αντί να παρακινείται να επεκτείνει τις επενδύσεις του στη χώρα, πρέπει να προσέχει πολύ μήπως διαμείνει στην Ελλάδα πάνω από 183 ημέρες, συνεχώς ή με διαλείμματα: όχι μόνο κινδυνεύει να φορολογηθεί ο ίδιος στην Ελλάδα για τα παγκόσμια εισοδήματά του (άρθρο 4 παρ. 2), κινδυνεύουν ανάλογα και οι εταιρείες. Εάν μάλιστα τον επισκέπτονται εκεί κατά καιρούς στελέχη των εταιρειών του και συζητούν συναφή θέματα («τόπος συνεδριάσεων διοικητικού συμβουλίου ή όποιου άλλου εκτελεστικού οργάνου διοίκησης») ή εάν, καθήμενος στη βεράντα του, λαμβάνει επιχειρηματικές αποφάσεις («τόπος λήψης στρατηγικών αποφάσεων»), οι συνθήκες δρουν εναντίον του. Εάν επιπλέον αναθέσει σε Έλληνες-στελέχη εκτελεστικές θέσεις («κατοικία των μελών του διοικητικού συμβουλίου ή όποιου άλλου εκτελεστικού οργάνου διοίκησης»), αυτό αποτελεί επιπλέον επιβαρυντικό παράγοντα. Ο συνδυασμός των παραπάνω καταλήγει στη σχεδόν βεβαία φορολόγηση και των εταιρειών του στην Ελλάδα.

Αυτά ισχύουν για οποιονδήποτε αλλοδαπό περνά στη χώρα μας πάνω από 183 ημέρες, όπως και για οποιονδήποτε Έλληνα. Πιο απλά, επισημαίνεται πως ούτε ένας ούτε περισσότεροι Έλληνες μαζί μπορούν να κατέχουν το 51% και πάνω αλλοδαπού νομικού προσώπου (σε συνδυασμό, φυσικά, και με άλλα πραγματικά περιστατικά που όμως εύκολα μπορούν να συντρέξουν αν δεν προσεχθούν) χωρίς να κινδυνεύουν να θεωρηθεί αυτό φορολογικός κάτοικος Ελλάδας. Σημειώνουμε ότι στο αρχικό κείμενο η «κατοικία της πλειοψηφίας των μετόχων ή εταίρων» περιλαμβανόταν ρητά ως ενδεικτικό κριτήριο του «τόπου άσκησης πραγματικής διοίκησης», ενώ στο κατατεθέν κείμενο το συγκεκριμένο κριτήριο υποβιβάστηκε κάπως σε συνεκτιμώμενο παράγοντα.

Δεν αγνοούμε τη μέχρι τώρα υφιστάμενη νομοθεσία και κατάσταση, ούτε επιχειρούμε να «κινδυνολογήσουμε» για πελατειακούς λόγους. Το πραγματικό διακύβευμα βρίσκεται στο άμεσο μήνυμα που περνά στην επιχείρηση και τον πολίτη. Τελικά, η επιλογή του φορολογικού συστήματος φρονούμε ότι είναι πρωτίστως θέμα στρατηγικής και δευτερευόντως τακτικής, ιδίως στους κρίσιμους καιρούς που αδιαφιλονίκητα ζούμε. Πιο συγκεκριμένα, το νέο φορολογικό σύστημα της χώρας δεν μπορεί να εξαντλείται σε μια έστω αποτελεσματικότερη τακτική ή μέθοδο συλλογής φόρων. Πρέπει και αυτό να εκφράζει ξεκάθαρα στα μάτια ξένων και ντόπιων τη στρατηγική επιλογή της χώρας όχι μόνο να παραμείνει αλλά και να αναβαθμίσει τη θέση της στον παγκόσμιο επενδυτικό χάρτη ως χώρα φιλική προς τις επενδύσεις, ως χώρα που πασχίζει και δημιουργεί όλες τις δυνατές προϋποθέσεις για να επιστρέψει η ανάπτυξη σ’ αυτήν το συντομότερο δυνατόν. Το νέο φορολογικό σύστημα οφείλει όχι μόνο να εμπνέει αίσθημα δικαίου και ασφάλεια στους ήδη διαμένοντες και/ή επιχειρούντες στην Ελλάδα, αλλά και να συντελεί στην προσέλκυση και νέων επενδυτών φυσικών και νομικών προσώπων. Να αξιοποιεί τα στρατηγικά πλεονεκτήματα της χώρας, προσελκύοντας πχ αλλοδαπά φυσικά πρόσωπα εισοδηματίες ή συνταξιούχους που επιθυμούν να περνούν στην Ελλάδα μεγάλο μέρος του έτους, ξοδεύοντας ή επενδύοντας στη χώρα χρήματα που προσπορίζονται εκτός Ελλάδος, χρήματα που με τη σειρά τους αυξάνουν το τζίρο και τα φορολογητέα κέρδη των ελληνικών επιχειρήσεων των οποίων τα προϊόντα και τις υπηρεσίες χρησιμοποιούν οι άνθρωποι αυτοί. Σημειωτέον ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν ανταγωνίζονται το εγχώριο εργατικό δυναμικό, ενώ αντίθετα η μακρόχρονη παρουσία τους στη χώρα συντελεί στην αύξηση της απασχόλησης. Η Αγγλία και η Ελβετία διαθέτουν ειδικό φορολογικό καθεστώς που αποβλέπει στην προσέλκυση τέτοιων ανθρώπων, με πολύ καλά αποτελέσματα για τα δημοσιονομικά τους.

Κατά τη γνώμη μας, η «διεύρυνση της φορολογικής βάσης» είναι πιο αποτελεσματική ως μια τέτοιου είδους επέκταση σε νέα φορολογητέα ύλη, αντί για ένα «κυνήγι μαγισσών» του μικροεπιχειρηματία που οφείλει ΦΠΑ. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, εξυπακούεται η μηδενική ανοχή στη φοροδιαφυγή, δεν μπορεί να θεωρηθεί συνιστώσα της ανάπτυξης της χώρας ή έστω της ευημερίας των κατοίκων της. Αυτονόητο πως όλοι πρέπει να πληρώνουμε τους φόρους μας και πως το φορολογικό σύστημα οφείλει να διασφαλίζει και αυτό το γεγονός. Όμως, κατά την άποψή μας, δεν είναι αυτό το πρωταρχικό αναγκαίο στοιχείο, η προμετωπίδα του νέου φορολογικού συστήματος της χώρας οφείλει να είναι διαφορετική. Σαφής προτεραιότητα απαιτείται να δοθεί στην αναπτυξιακή διάσταση, πώς δηλαδή το νέο φορολογικό σύστημα συμβάλλει στη δημιουργία καλύτερου, σαφέστερου, ασφαλέστερου, ευνοϊκότερου επιχειρηματικού περιβάλλοντος, πώς η Ελλάδα μπορεί να ελκύσει περισσότερους κατοίκους, άρα επιπλέον φορολογική ύλη στο σύνολο ακόμη και αν είναι μικρότερη κατά κεφαλήν ή ανά επιχείρηση. Τουλάχιστον την κρίσιμη σημερινή συγκυρία, ο νέος ΚΦΕ δεν μπορεί να εξαντλείται στο να «μπαλώνει τα κενά» του συστήματος, δεν αρκεί να είναι απλά μια καλύτερη μέθοδος συλλογής φορολογικών εσόδων από αυτούς που ήδη είναι φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας και που δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Γιατί προφανώς όλοι οι άλλοι που μπορούν, θα φύγουν άμεσα. Και ότι μείνει δεν φτάνει, το έχουμε μετρήσει και το ξέρουμε επίσης όλοι.

Κων. Δ. Πούλιος είναι δικηγόρος, Senior Manager, Tax & Oursourcing, Grant Thornton

Keywords
Τυχαία Θέματα