ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΠΑΓΙΩΡΓΗΣ

Σχέσεις μαγνητισμού και οργής

Όπου υπάρχουν πολλά μάτια, δηλαδή στις μεγάλες πόλεις, κανείς δε βλέπει. Έτσι έλεγαν  οι θεωρητικοί του 19 αιώνα και είχαν το δίκιο τους. Συνηθισμένοι στις μικρές κοινότητες όπου τίποτα δεν ξέφευγε, λες και τα σπίτια είχαν γυάλινους τοίχους, όταν μετακόμιζαν στις μεγάλες πόλεις αντιμετώπιζαν ένα καθεστώς ανωνυμίας  όπου μέσα στους δρόμους κυκλοφορούσαν φύρδην μίγδην πολίτες, ζητιάνοι, ιερείς, έμποροι, γυναίκες της καλής και της κακής κοινωνίας χωρίς διαβατήριο.

Οι όροι άλλαξαν, όπως ξέρουμε, με την  άνοδο του Τύπου, της φωτογραφίας και κυρίως του κινηματογράφου και της τηλεόρασης. Από τη στιγμή που χάρη στην οθόνη ο έξω κόσμος – ο πλανήτης ολόκληρος – διοχετεύεται μέσα σε κάθε σπίτι,  ο τηλεθεατής εκών άκων   οικονομεί φάτσες, σέρνεται πίσω από πολιτικούς και ντίβες της τηλεόρασης,  εντοπίζει αθλητές, κατάδικους, κωμικούς, σκηνοθέτες, κάθε καρυδιάς (λαμπερό) καρύδι  που δεν ανέχεται να βαδίζει στο κέντρο της πόλης χωρίς να τον σταματούν για μια χαιρετούρα, κάποιο «μπράβο»  και σπανίως για κάποια αποδοκιμασία.

Μετά την επιβολή της μικρής οθόνης στα καθ’ ημάς, ο πληθυσμός χωρίστηκε – με το μαχαίρι – σε « επώνυμους» και «ανώνυμους», και πιο σωστά σε « επιφανείς» και αφανείς» πολίτες.  Συνάμα οι ανώνυμοι πολίτες χωρίς να το καλοκαταλάβουν καλλιέργησαν σχέσεις μαγνητισμού με τα αστέρια της τηλοψίας. Καταμεσής του δρόμου ακούμε να λένε: ρε συ αυτός δεν είναι που λέει τις ειδήσεις των εννιά; Αυτή δεν είναι που παίζει στο σίριαλ των επτά; Ρε μαλάκα, ο Βουτσάς! Κατά μία έννοια, το αιφνίδιο δικαίωμα να βλέπεις εκ του φυσικού μια φάτσα που την συνήθισες να ανατέλλει μόνο στην οθόνη, δημιουργεί μιαν ατμόσφαιρα μικρού θαύματος. Ασυναίσθητα νιώθεις την ανάγκη να πλησιάσεις τον προικισμένο αστέρα, να του μιλήσεις έστω και για μισό λεπτό.

Από την άλλη μεριά τώρα, εκείνη των επωνύμων και διασήμων που το σκέφτονται να περπατήσουν στο κέντρο της πόλης, το πρόβλημα έχει διπλή όψη. Αφενός φοβούνται μήπως περάσουν απαρατήρητοι, αφετέρου  έχουν κάποιο τρακ απέναντι στο πλήθος και στις αιφνίδιες επιθετικότητες του πόπολου. Θυμόμαστε τον συγχωρεμένο Ρένο Αποστολίδη που μετά από εκπομπές στην τηλεόραση, πηγαίνοντας από την Εστία στον Κάκτο ομολογούσε : «Ρε παιδιά, από τη Σόλωνος ως την Πανεπιστημίου με σταμάτησαν είκοσι άνθρωποι! Είναι πολλοί, πάρα πολλοί!» Έτσι σκεφτόταν η παλιά Ελλάδα.

Βέβαια η σχέση μαγνητισμού του ανώνυμου προς τον επώνυμο δεν αργεί να μεταστραφεί σε επιθετικότητα και οργή. Το είδαμε αυτό με τους πολιτικούς μας που πέρασαν μεγάλες δοκιμασίες όταν – εν μέση οδώ – τους στόλιζαν με βρισιές, με νερομπούκαλα και ξύλο. Άλλωστε όλοι θυμόμαστε τον ευτραφή Ευρωπαίο που στόλιζε τους διάσημους της χώρας του με τούρτες  και άλλα συναφή τρόφιμα. Αλλά και σε αυτή την ακραία περίπτωση η σχέση δεν άλλαξε: ο τουρτάκιας σιγά σιγά έγινε κι αυτός διάσημος…

Keywords
Τυχαία Θέματα