Κατανάλωση και ηθικές ευθύνες...

Η βάση κάθε ηθικής είναι η άνευ όρων ευθύνη για τον Άλλο. Όμως, το αίτημα αυτό είναι κομμένο στα μέτρα των αγίων και όχι των συνηθισμένων ανθρώπων.

Η κοινωνία, κωδικοποιώντας τα ηθικά καθήκοντα και ανάγοντας την άπειρη ευθύνη στην τήρηση ενός πεπερασμένου συνόλου κανόνων, είναι αυτή που κάνει την κοινή διαβίωση δυνατή, παρά το ανεπίλυτο των συγκρούσεων. Η κωδικοποίηση αυτή είναι ένα καταπραϋντικό και όχι η θεραπεία ενάντια στα διλήμματα που δημιουργούνται από την ηθική ευθύνη χωρίς προϋποθέσεις.

Η λύση

της κωδικοποίησης των ηθικών κανόνων μπορεί να προστατέψει ένα άτομο από τη νομική ποινή, ακόμα και από τη δημόσια αποδοκιμασία, αλλά πολύ δύσκολα θα εξαπατήσει τη συνείδηση. Η αγγλική παροιμία το θέτει επιγραμματικά: η ένοχη συνείδηση δεν χρειάζεται κατήγορο.

Η λύση που δόθηκε από την κοινωνία χρειάζεται συμπλήρωση με την παροχή υποκατάστατων για την αυτοθυσία που επανειλημμένα θα απαιτούσε η άνευ όρων ευθύνη για τον «Άλλο».

Στο σχεδιασμό, την παραγωγή και την προσφορά «ηθικών υποκατάστατων» διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο, αν και διαμεσολαβητικό, η καταναλωτική αγορά. Η καταναλωτική αγορά υιοθετεί και αφομοιώνει τη σφαίρα των διανθρώπινων σχέσεων, συμπεριλαμβανομένης και της έγνοιας για τον Άλλο, δηλαδή την οργανωτική της ηθική αρχή. Ο τελικός στόχος της είναι η εξασφάλιση της συνεχούς κυκλοφορίας των εμπορευμάτων.

Με το τέχνασμα αυτό καθιστά μετρήσιμη την ασαφή και αόριστη ηθική έννοια της «αυτοθυσίας για το καλό του άλλου», τιμολογώντας τις πράξεις καλοσύνης.

Οι αγορές είναι πρόθυμες να μας βοηθήσουν να αμβλύνουμε, ακόμα και να καταστείλουμε τις τύψεις της ένοχης συνείδησης. Το κάνουν μέσα από τα πολύτιμα, συναρπαστικά δώρα που διαθέτουν, τα οποία μπορούμε να αγοράσουμε για να κάνουμε όσους διψούν για την αγάπη μας να χαμογελάσουν και να χαρούν -έστω και για μια στιγμή. Όσο πιο ακριβά είναι τα δώρα, τόσο μεγαλύτερο το αντιστάθμισμα που ο δωρητής προσφέρει στους αποδέκτες τους, και κατά συνέπεια, τόσο ισχυρότερος είναι ο κατευναστικός και καταπραϋντικός τους αντίκτυπος στις τύψεις της συνείδησης του δωρητή. Έτσι, το να ψωνίζουμε γίνεται μια ηθική πράξη και οι ηθικές πράξεις καθοδηγούνται από τα καταστήματα.

Το να αδειάζουμε το πορτοφόλι μας ή να χρεώνουμε την πιστωτική μας κάρτα αντικαθιστά την προσφορά και την αυτοθυσία που απαιτεί η ηθική ευθύνη προς τον Άλλο. Οι καταναλωτικές αγορές, με το να διαφημίζουν και να παρέχουν εμπορευματοποιημένα ηθικά παυσίπονα, απλώς υποθάλπουν, αντί να προλαμβάνουν, την εξασθένηση, το μαρασμό και την κατάρρευση των διανθρώπινων δεσμών. Αντί να βοηθούν στην αντίσταση κατά των δυνάμεων που οδήγησαν τις ανθρώπινες σχέσεις σε κατάρρευση, αντιθέτως συνεργάζονται στο έργο της απίσχνανσης και της σταδιακής καταστροφής τους.

Η οικονομία της κατανάλωσης, άπαξ και τεθεί σε κίνηση, ωθούμενη και συντηρούμενη από την ηθική ενέργεια, δεν έχει όριο. Η από-εμπορευματοποίηση της ηθικής παρόρμησης είναι ένα πρόβλημα που οι κοινωνίες έχουν υποχρέωση να το δουν με την πρέπουσα σοβαρότητα, αν φυσικά τις ενδιαφέρει η ποιότητα των ανθρωπίνων σχέσεων...

Ο. Καθηγητής Χρήστος Β. Μασσαλάς-π. Πρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

E-mail: [email protected]

Keywords
Τυχαία Θέματα