Moi Aussi παρών

«Η Ελλάδα ήταν πάντα στο πλευρό μας, όταν ακούω τους Έλληνες ηγέτες να μιλούν γαλλικά πείθομαι για άλλη μια φορά για το πόσο κοντά βρισκόμαστε», τόνισε ο πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας αμέσως μετά την ολοκλήρωση της συνάντησης με τον Έλληνα πρωθυπουργό.

Είχα την εντύπωση ότι κάπως αλλιώς είναι τα πράγματα . Καταρχήν νόμιζα ότι οι Γάλλοι ήταν στο πλευρό μας και όχι το αντίστροφο. Αγνοούσα επίσης ότι ο Σαμαράς ομιλούσε την Γαλλική, πέραν του Βενιζέλου.

Τέλος υποψιαζόμουν ότι αλληλεγγύη του προς τους Έλληνες δεν θα περιοριζόταν μόνο στο ενδιαφέρουν της Γαλλίας για δουλειές στην υγεία, το τουρισμό ,τη δημόσια διοίκηση και προσεχώς τη συνεκμετάλλευση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου-αν αυτά επιβεβαιωθούν.

Όπως πάντως κι αν έχουν τα πράγματα, η απόπειρα Ολάντ να προσεγγίσει την Ελλάδα ,στα πλαίσια μιας προσεκτικής τακτικής δημιουργίας συμμαχιών στην Ε.Ε, είναι μάλλον πιο σοβαρή από εκείνη του προκατόχου του στο Ελυζέ. Ο χλωμός ηγετικά Σαρκοζί με τη μυωπική πολιτική υποστήριξη ενός δήθεν γαλλογερμανικού διευθυντήριου κατάντησε σερβιτόρος της Μέρκελ. Αντίθετα, στον Ολάντ, μετά την εκλογή του τον περασμένο Μάιο, η Ελλάδα πιστώνει το ότι δεν αποτελεί πλέον η ίδια το πρώτο θέμα κάθε ημερήσιας διάταξης στην ευρωζώνη.

Ωστόσο, για να μη παραμυθιαζόμαστε , ο νυν Σοσιαλιστής Γάλλος πρόεδρος δεν είναι κανένας φουριόζος μεταρρυθμιστής που θέλει να αναδιαμορφώσει επειγόντως τη μειονεξία ισχύος του Παρισιού σε σχέση με το Βερολίνο. Αντιλαμβανόμενος τη βαθμιαία διακοσμητική θέση του πειθήνιου προκατόχου του στη σχέση του με τους εμμονικούς με τη δημοσιονομική ορθοδοξία Γερμανούς, αποφάσισε να μην γίνει και ο ίδιος ένα συμπαθές, συμβολικό απολίθωμα με ελάχιστη συμβολή στην ευρωπαϊκή πορεία. Αλλά δεν ανέκρουσε πρύμνα. Απλώς ξεκίνησε τα ζιγκ ζαγκ.

Καθώς μάλιστα το Παρίσι επί δεκαετίες «πουλούσε» στο Βερολίνο τη μεσανατολική και αφρικανική επιρροή του, με το αδιαφανές πλέγμα των στρατιωτικών, πολιτικών και εμπορικών σχέσεών του με συγκεκριμένες περιφερειακές χώρες , επέλεξε να φανεί ως απλός ετερόρρυθμος εταίρος της πολιτικής Μέρκελ. Και για να μην απομονωθεί σε ένα ευρωπεριβάλλον που τείνει να κυριαρχηθεί από το ασύμβατο μέχρι χθες γερμανο-αγγλικό ζευγάρι, κρατάει τα κεκτημένα του και σφυρίζει που και που φάλτσα

Το ίδιο στυλ επέλεξε και για τη χώρα του στην οποία δημιούργησε υπέρμετρες προσδοκίες με το βαθιά λαϊκό προεκλογικό μανιφέστο του. Επειδή, όμως, δεν πρόκειται για οραματιστή ηγέτη , αλλά για πραγματιστή πολιτικό με μεγάλο του ατού την ευελιξία, κρατάει τους οίκους αξιολόγησης στο κόλπο μιας ανταγωνιστικότητας που δεν υπάρχει , κλείνει αναπάντεχες συμφωνίες με τα συνδικάτα και δεν επιτίθεται ποτέ με σφοδρότητα σε κατεστημένα συμφέροντα της χώρας του.

Η λογική του υπακούει στην ανάγκη να μη κάνει καμιά απότομη στραβοτιμονιά και όποτε μπορεί να αποφύγει άμεσες και δύσκολες επιλογές, το κάνει υπομονετικά αναμένοντας καλύτερες στιγμές. Έτσι περίπου πορεύεται και εντός ευρωζώνης.

Παρά τις διαβεβαιώσεις του ότι το μέλλον της Ελλάδας βρίσκεται εντός της Ευρωζώνης , δεν προσανατολίζεται καν στη περίπτωση δημιουργίας μετώπου των χωρών του Νότου απέναντι στον μονίμως άτολμο και διαρκώς υποκριτικό Βορρά. Αυτά είναι ευσεβείς πόθοι ή τουλάχιστον φαντασιώσεις μερίδας εκείνων που τον βάφτισαν προκαταβολικά Ολαντρέου.

Το ζήτημα, πάντως, της συμπεριφοράς της Γαλλίας απέναντι στην Ελλάδα δεν είναι αποκλειστικά θέμα του Ολάντ. Όσο ο διψαλέος ηγεμονισμός της Γερμανίας θέτει υπεράνω όλων το συμφέρον των βιομηχανιών και των τραπεζών της , ο Ολάντ είναι υποχρεωμένος να φορμάρει αναλόγως και στο ίδιο ύφος τη στρατηγική της χώρας του. Über Alles αυτοί, Moi Αussi εμείς, μοιάζει να γίνεται το σλόγκαν των δύο μεγάλων κρατών-μελών της Ε.Ε. τα οποία με βάση την οικονομική τους ισχύ θα επιβάλλουν τη βούλησή τους στα μικρότερα

Κατανοώ, λοιπόν, απόλυτα τον Αντώνη Σαμαρά που σε μια επίδειξη ευγενικής ευελιξίας αλα γαλλικά μετά τη συνάντησή του με τον Ολάντ έπλεξε το εγκώμιο της χώρας του επίσημου επισκέπτη δηλώνοντας : «Σήμερα το μέλλον της Ευρώπης κρίνεται και η Γαλλία αποτελεί πάντοτε το πολιτικό κέντρο της Ευρώπης». Από μια άποψη έχει δίκιο καθώς η Γαλλία είναι η δεύτερη ισχυρότερη χώρα της Ευρωζώνης, μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας και των G7.

Κατά τη γνώμη μου, όμως, δεν αρκεί από μόνη της αυτή η υπογραμμισμένη αναγνώριση των Γάλλων αν δεν έχει προηγουμένως διαπιστωθεί ρήγμα ή απόκλισή τους από την μονόπλευρη πολιτική της γερμανικής κυβέρνησης. Και ακόμα περισσότερο, αν δεν έχει συνυπολογίσει η ΝΔ μια πιθανή διαφοροποίησή της από την πολιτική της ευρωπαϊκής της οικογένειας, του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος το οποίο ακολουθεί πιστά τη Μέρκελ.

Keywords
Τυχαία Θέματα