Όταν ερωτεύτηκε ο Νίτσε…

16:20 11/9/2014 - Πηγή: Aixmi

Πρόσφατα συμπληρώθηκαν 114 χρόνια από τον θάνατο του Φρίντριχ Βίλχεμ Νίτσε. Ο μεγάλος φιλόσοφος, υπήρξε ιδιόρρυθμη προσωπικότητα: Ιδιοφυής, είρων, κυκλοθυμικός, είναι μερικά από τα επίθετα που συχνά του προσδίδουν. Δεν είναι λίγοι μάλιστα, αυτοί που τον έχουν χαρακτηρίσει και μισογύνη. Και η αλήθεια είναι ότι ο Νίτσε δεν δείχνει ιδιαίτερη εκτίμηση μέσα από τα έργα και τα γράμματα του για τις γυναίκες.

«Πηγαίνεις στις γυναίκες; Μη ξεχνάς το μαστίγιο!» ή «Δεν είναι καλύτερα να πέσεις στα χέρια ενός δολοφόνου παρά στα όνειρα ενός θηλυκού σε οίστρο;» έγραφε χαρακτηριστικά στον Ζαρατούστρα.

Ίσως η στάση του απέναντι στο ωραίο φύλο να είχε διαμορφωθεί από τα παιδικά του χρόνια. Να σημειωθεί, ότι ο ίδιος μεγάλωσε με τη μητέρα του, την (ανυπόφορη όπως έλεγε) αδερφή του, και τη γιαγιά του.

Λόρδος Βύρων, Τσαρλς Μπουκόβσκι, Όσκαρ Ουάιλντ, Γιόχαν Γκαίτε… Πολλοί είναι οι ποιητές, οι συγγραφείς και οι φιλόσοφοι που έχουν γράψει ιστορία με τους παθιασμένους έρωτές τους. Σίγουρα ο Φρίντριχ Νίτσε δεν ήταν ένας από αυτούς. Κάθε άλλο παρά ερωτικό θα μπορούσε να αποκαλέσει κανείς τον ιδιαίτερο αυτό άνθρωπο. Μάλιστα, ο στενός του φίλος του Ντόυσεν, υποστήριζε ότι ο φιλόσοφος παρέμεινε παρθένος μέχρι και το τέλος της ζωής του. Ο ίδιος ο Νίτσε του έγραψε, κάποτε, για ένα για ένα σκηνικό που εκτυλίχθηκε σε έναν οίκο ανοχής. «Βρέθηκα ξαφνικά περιτριγυρισμένος από πέντε-έξι οπτασίες, τυλιγμένες σε διάφανα υφάσματα με πούλιες, που με κοίταζαν με προσμονή (…) Εγώ, κατευθύνθηκα ενστικτωδώς προς το πιάνο… σαν να ήταν το μόνο πράγμα με ψυχή εκεί μέσα».

Ναι, ο Φρίντριχ Νίτσε κρατούσε πάντα «ασφαλή» απόσταση από τις γυναίκες. Απόσταση, που μία νεαρή κοπέλα έμελε να εκμηδενίσει. Ο φιλόσοφος ερωτεύτηκε μία και μοναδική φορά στη ζωή του, ήταν όμως αρκετή για να στιγματίσει βαθιά τον ίδιο και το έργο του…

O Nίτσε γνώρισε τη Λου το 1882, μέσω του στενού του φίλου Πάουλ Ρέε. Αρχικά, μέσα από γράμματα του δεύτερου, ο οποίος περιέγραφε την Σαλομέ ως γοητευτική και πανέξυπνη γυναίκα, με την οποία είχε συνάψει πλατωνική σχέση. Όταν συναντήθηκαν για πρώτη φορά, ο Νίτσε μαγεύτηκε από τη μόλις 21 ετών Λου.

«Από ποια άστρα πέσαμε για να συναντηθούμε εδώ;» της είπε μόλις την αντίκρισε. Τι είχε, άραγε, αυτή η νεαρή κοπέλα που δεν είχε ξανασυναντήσει ο Νίτσε σε καμία άλλη γυναίκα; Ήταν η εντυπωσιακή της εμφάνιση; Η καλλιέργειά της; Το έξυπνο χιούμορ της; Πιθανότατα όλα μαζί.

Από την πλευρά της η Σαλομέ, εντυπωσιάστηκε από το κομψό ντύσιμό του, τον αθόρυβο τρόπο που μιλούσε, αλλά και το μελαγχολικό του βάδισμα. Ο Nίτσε ήξερε, βέβαια, ότι ο καλός του φίλος Πάουλ Ρέε ήταν ερωτευμένος μαζί της. Του το είχε παραδεχτεί αρκετές φορές μέσα από τις επιστολές του. Αλλά ο φιλόσοφος έδειχνε με τον καιρό να αδιαφορεί για το γεγονός αυτό. Δεν δίστασε να διεκδικήσει τη νεαρή κοπέλα και να βάλει τέλος σε αυτή την φιλία ετών. Έφτασε, μάλιστα, σε σημείο να της κάνει πρόταση γάμου δίνοντάς της… το χέρι του. «Aισθάνομαι υποχρεωμένος προκειμένου να σας προφυλάξω από κακοήθη σχόλια, να σας προσφέρω το χέρι μου», της είπε χαρακτηριστικά. Η Λου αρνήθηκε ευγενικά. Κάτι που θα επαναλάμβανε μελλοντικά σε αντίστοιχες προτάσεις του φιλοσόφου.

Όπως ο Νίτσε, έτσι και η Λου Σαλομέ, ήταν ιδιαίτερη περίπτωση ανθρώπου. Γεννημένη στη Ρωσία το 1861, υπήρξε σε όλη της τη ζωή ανήσυχο πνεύμα. Εξαιρετικά ευφυής, μορφωμένη και φιλόδοξη, ασκούσε ένα μοναδικό «μαγνητισμό» στους άνδρες. Κατακτούσε τους πάντες χωρίς να αφήνεται να κατακτηθεί. Μέσα από τα κείμενα, τα βιβλία και την ίδια τη ζωή της, διακήρυξε ότι η γυναίκα πρέπει να διεκδικήσει τη θέση της, τα δικαιώματά της, την ελευθερία της. Ίσως αυτή η δυναμικότητα ήταν που «τράβηξε» τον (μοναδικό της έρωτα) Ράινερ Ρίλκε. Που έκανε τον Σίγκμουντ Φρόυντ να την θαυμάζει όσο καμία άλλη. Που έκανε το Νίτσε να την ερωτευτεί παράφορα…

Ο Νίτσε έγραφε στη Σαλομέ λόγια που κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι αποτυπώνονται από την πένα του στοχαστή: «Ειλικρινά θα ήθελα πολύ να μείνω τελείως μόνος μαζί σου, έστω για μία φορά…»

Κάποτε οι δυο τους ανέβηκαν σε ένα βουνό για αρκετές ώρες. Η Σαλομέ γράφει στο ημερολόγιο της ότι δεν θυμάται να έγινε κάτι μεταξύ τους, παρ’όλα αυτά, όταν αυτή τους η βόλτα τελείωσε, ο Νίτσε την ευχαρίστησε για «το πιο μαγευτικό όνειρο της ζωής του». Oι δυο τους περνούσαν ώρες ολόκληρες συζητώντας. Ακόμη και όταν η Λου αρρώστησε και αναγκάστηκε να μείνει στο κρεβάτι, ο «απόμακρος φιλόσοφος» ήταν εκεί, πίσω από την κλειστή πόρτα και της μιλούσε. Έχοντας το σπάνιο προνόμιο να έχει πολύωρες συζητήσεις και αναλύσεις μαζί του, η Σαλομέ μετά το θάνατο του, έγραψε το βιβλίο «Ο Φρίντριχ Νίτσε μέσα από τα έργα του», στο οποίο μας προσφέρει μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και τεκμηριωμένη εισαγωγή στο φιλοσοφικό του έργο.

Ο δημιουργός του Ζαρατούστρα, πίστευε πως είχε βρει στα μάτια της Λου τη «φιλοσοφική λίθο». Τη γυναίκα που πάντα έψαχνε. «Για μένα προσωπικά η Λου είναι αληθινό εύρημα της τύχης, εκπληρώνει όλες τις προσδοκίες μου», έλεγε χαρακτηριστικά. Δεν χωρούσε πλέον αμφιβολία, ο Νίτσε ήταν ερωτευμένος. Δεν ίσχυε, όμως, το ίδιο και για τη νεαρή Σαλομέ…
«Έρως, σημαίνει να ξέρουμε κάποιον του οποίου το χρώμα πρέπει να παίρνουν τα πράγματα, αν θέλουν να φτάσουν πλήρως ως εμάς» έγραφε η Λου για τον έρωτα. Η νεαρή κοπέλα «έπαιζε», όμως, και με τους δύο άντρες. Επισκεπτόταν το Νίτσε και, ταυτόχρονα, έστελνε επιστολές στον Ρέε, γράφοντάς του «είσαι πλέον δικός μου». Ήταν πλέον αδύνατον για τους δύο πάλαι ποτέ φίλους να κρύψουν τη μεταξύ τους αντιζηλία.

Ώσπου έφτασε η στιγμή που η Λου έκανε την (αναμενόμενη) προσωπική της επιλογή. Το να καταλήξει με τον αντίζηλο του Νίτσε, ήταν κάτι που ο φιλόσοφος δεν το περίμενε. Οι επιστολές του, στους Ρέε και Σαλομέ διαδέχονταν η μία την άλλη.

«Όλα έχουν πια τελειώσει. Ήθελα απλώς ένα ξεκαθάρισμα μαζί σας, αλλά εσείς είστε ένα μικρό κάθαρμα» έγραφε στη νεαρή Λου.

Το ύφος των γραμμάτων του δεν ήταν όμως πάντοτε το ίδιο. Ήταν άλλοτε πικραμένο, άλλοτε οργισμένο και άλλοτε πάλι απελπισμένο. «Νιώθω όλα τα σκιρτήματα της ανώτερης ψυχής μέσα σου. Όταν φθάσουμε να αγαπάμε κάτι ολοκληρωτικά, ο τύραννος μέσα μας λέει ότι αυτό ακριβώς θέλω να θυσιάσεις για μένα».

Οι επιστολές κάποτε σταμάτησαν, όχι όμως και τα αισθήματα του φιλοσόφου. Τρομακτική θλίψη. Πραγματική απογοήτευση. Πληγωμένη αξιοπρέπεια. Ήταν φανερά ερωτευμένος και, ταυτόχρονα βαθιά δυστυχισμένος. Οι αυτοκατατροφικές του τάσεις είχαν επανέλθει, πλέον, στην καθημερινότητα του. «Πόσο να αντέξω ακόμη; Κάθε πρωί είμαι σίγουρος ότι δεν θα τα καταφέρω μέχρι το τέλος της μέρας», γράφει στο ημερολόγιο του.

Για τον Νίτσε, όμως, ο πόνος υπήρξε ανέκαθεν η αφετηρία για κάθε νέα περίοδο εξέλιξης. Και αυτές οι τάσεις αυτοκαταστροφής του, δεν ήταν παρά η αρχή, για μία περίοδο εξιλέωσης. «Αν δεν βρω το αλχημικό κόλπο να μετατρέψω αυτό τον κόπρο σε χρυσάφι, είμαι χαμένος» έγραφε ο φιλόσοφος στο στενό του φίλο, Όβεμπερκ. Έτσι και έγινε! Η φιλοσοφία του, γιατρεύει τις πληγές του. Ο ίδιος χρησιμοποιώντας τον πόνο του, δημιουργεί και παράγει «χρυσάφι»! Λίγους μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 1883 το πρώτο μέρος του σημαντικότερου και πιο γνωστού έργου του, του «τάδε έφη Ζαρατούστρα», είναι γεγονός. «Πήγαινε στη μοναξιά σου, με τα δάκρυα μου αδερφέ μου» γράφει εκεί. «Αγαπώ εκείνον που θέλει να δημιουργήσει πάνω από τον ίδιο του τον εαυτό και καταστρέφεται γι’αυτό.»

Keywords
Τυχαία Θέματα