Ο φίλος μου ο Αργέντης και η πολιτική λάσπη

11:53 5/4/2013 - Πηγή: Aixmi

Ο Γρηγόρης Αργέντης είναι φίλος μου από την ημέρα που είδα το φως του κόσμου. Γεννηθήκαμε την ίδια μέρα στο ίδιο Μαιευτήριο, «της Αλεξάνδρας», και από τότε δεν χωρίσαμε ποτέ. Φίλοι εδώ και μισό αιώνα.

Μαζί στο Δημοτικό, μαζί στο Γυμνάσιο και μαζί αργότερα στο Πανεπιστήμιο, στη Γερμανία. Αχώριστοι με τον Αργέντη. Αυτός, πιο μελετηρός, αλλά κατά τα άλλα άστατος. Εγώ, λιγότερο επιμελής, αλλά σαφώς πιο συντηρητικός και προβλέψιμος. Δεν είναι σύμπτωση το γεγονός ότι εγώ παντρεύτηκα,

έκανα παιδιά και νοικοκυρεύτηκα, ενώ αυτός ακόμη παριστάνει το τζόβενο στις ζωντοχήρες και τα πιπίνια.

«Αυτή είναι και η διαφορά μας, την οποία αποδίδουν θαυμάσια τα ονόματά μας», μου λέει πάντα με περισσή ματαιοδοξία. «Εμένα με λένε Γρηγόρη, γιατί είμαι σε διαρκή και ταχεία κίνηση και τολμώ, ενώ εσένα σε λένε Σταμάτη και είσαι το σύμβολο της στασιμότητας».

Για να είμαι ειλικρινής, παλαιότερα με πείραζε αυτή η παρατήρηση. Με έκανε έξαλλο σε σημείο που να κάνω συχνά ό,τι πιο ανόητο μπορεί να φανταστεί κανείς προκειμένου να αποδείξω την τόλμη μου και το «τσαγανό» μου στον Αργέντη. Αποτύγχανα σχεδόν πάντα. Και πάντα ψιθύριζα κάτι κακόψυχο, μάζευα τα συντρίμμια μου και πήγαινα στο δωμάτιό μου. Αργότερα συνήθισα. Αλλά και στη δημοσιογραφία, στην οποία καταλήξαμε επαγγελματικά και οι δύο μετά από διάφορες περιπέτειες στα γερμανικά Πανεπιστήμια, οι διαφορές μας ήταν κάτι περισσότερο από ορατές. Εγώ πάντα πιο συντηρητικός, προσεκτικός, εκείνος πιο καυστικός, πιο τολμηρός στις κρίσεις και τις αναλύσεις του.

Ναι, ο Αργέντης έβλεπε από τότε μακριά. «Βλέπω το δάσος και μάλιστα σε βάθος δεκαετίας», μου έλεγε με τη ματαιοδοξία και την έπαρση που τον διακρίνει. «Βλέπεις την τύφλα σου και είσαι κομπογιαννίτης», απαντούσα εκνευρισμένα εγώ, ελπίζοντας ότι κάποτε θα την πατήσει και θα βγάλω επιτέλους το άχτι μου.

Θυμάμαι, τον περασμένο Μάιο, είχαμε πάει στην Ελλάδα να ψηφίσουμε και να «διαβάσουμε» λίγο το κλίμα της κρίσης στην πατρίδα. Πήγαμε οδικώς, περνώντας μέσα από τις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, με το αυτοκίνητο της φίλης του. Ο Αργέντης δεν οδηγεί. Δεν έχει καν δίπλωμα, σε αντίθεση με εμένα που το έχω για να γεμίζει το πορτοφόλι μου. Ο Αργέντης δεν έχει ούτε πορτοφόλι.

Και οι δύο ήμασταν ανήσυχοι για την Ελλάδα. Συζητούσαμε στη διαδρομή. Οι όροι των Μνημονίων ήταν σκληροί. «Η Ελλάδα ματώνει», μου έλεγε και εγώ συμφωνούσα. «Δεν υπάρχει άλλη λύση εντός του συστήματος. Οι Γερμανοί δεν σηκώνουν κουβέντα. Δεν μας εμπιστεύονται», απαντούσα εγώ. «Τα Μνημόνια και οι πιέσεις είναι Βερσαλλίες, αγορίνο μου. Η Δημοκρατία θα υποστεί ισχυρό πλήγμα και δεν ξέρω τι θα βγάλει αυτή η κάλπη», μονολογούσε.

Η κάλπη έβγαλε αυτό που έβγαλε. Ο ελληνικός λαός σε πλήρη σύγχυση ψήφισε ό,τι του ερχόταν. Τιμωρούσε τους μεν, τιμωρούσε τους δε. Λαμόγια, διεφθαρμένους αλλά και καταξιωμένους και ικανούς ανθρώπους. Τους πήρε όλους η μπάλα. Ανέστησε με την ψήφο του τα φαντάσματα του παρελθόντος. Η λάσπη, που αποτελούσε ανέκαθεν ένα από τα αγαπημένα μέσα αντιπαράθεσης της ελληνικής πολιτικής ελίτ, έγινε βούρκος.

Κατά την επιστροφή μας στη Γερμανία, ο Αργέντης δεν μιλιότανε. Η Ανθή, η φίλη του, που οδηγούσε το αυτοκίνητο –τελικά ούτε αυτή τον άντεξε- ορκίζεται ακόμη ότι είχε πέσει σε βαθιά κατάθλιψη το φιλαράκι μου.

«Δεν έχετε ιδέα τι θα συμβεί στην Ελλάδα από τώρα και στο εξής», έλεγε και ξανάλεγε ο Αργέντης. «Φτώχεια, βία, φανατισμός, απαξίωση θεσμών και ανθρώπων». Εγώ δεν είχα πειστεί εντελώς για όλα αυτά και συνιστούσα υπομονή. «Περίμενε, μωρή Κασσάνδρα, τις εξελίξεις», του έλεγα.

Ωστόσο, γνώριζα κατά βάθος πως ο Αργέντης δεν πέφτει ποτέ έξω. Σε τίποτε. Κι ας λέει πάντα ότι είναι κατά 99% βέβαιος για τις προβλέψεις του. «Αφήνω το 1% ελεύθερο, με την ελπίδα να διαψευσθώ. Πόσο θέλω να διαψευσθώ», έλεγε με αυταρέσκεια κάθε φορά που οι προβλέψεις του ήταν ζοφερές. (Σχεδόν πάντα δηλαδή).

Οι επεισοδιακές «εργασίες» της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής, που εξετάζει την υπόθεση της «λίστας Λαγκάρντ», επιβεβαίωσαν για άλλη μια φορά τις προβλέψεις της «Κασσάνδρας» της ζωής μου. Προσβολές, βρισίδι, σπασμένα μικρόφωνα και ποτήρια. Απόγνωση. Ο εξευτελισμός της πολιτικής ελίτ.

Πριν από μερικές ημέρες ο Αργέντης έφυγε για ένα «εκπαιδευτικό ταξίδι» στο Βερολίνο. Θα μείνει εκεί τρεις μήνες. Μεταξύ μας, πιστεύω ότι μάλλον ο «ποδόγυρος» τον τραβάει στη γερμανική πρωτεύουσα και όχι η «εκπαίδευση», αλλά χαλάλι του. Αργέντης είναι αυτός. Ανάλυση, ματαιοδοξία και κατακτήσεις πάνε χέρι-χέρι στη ζωή του.

Όμως, τον θυμήθηκα σήμερα διαβάζοντας το βιβλίο ενός σημαντικού Έλληνα διανοητή, του συνταγματολόγου Δημήτρη Τσάτσου. Το βιβλίο έχει τον τίτλο «Η κρίση του πολιτικού λόγου». Στη σελίδα 73 έπεσα πάνω σε ένα απόσπασμα που με έκανε να ανατριχιάσω. Είναι ο διάλογος του Δημήτρη Τσάτσου, που έφυγε το 2010 από τη ζωή, με τον βασανιστή Αναστάσιο Σπανό, όταν ο καθηγητής ήταν κρατούμενος στην ΕΣΑ, την εποχή της δικτατορίας.

Γράφει λοιπόν για τον διάλογο αυτόν ο Τσάτσος: «…Μετά από μία κοπιώδη ανάκριση, όπου έτυχε να έχω την αντοχή να ανταποκριθώ στο πολιτικό μου χρέος, και καθώς έφευγε (σσ ο Σπανός) αργά τη νύχτα από το κελί μου, κοντοστάθηκε και μου είπε: Μην ελπίζεις σε τίποτε. Εμείς θα κυβερνήσουμε 20 χρόνια. Αλλά και αν σπάσει ο διάβολος το ποδάρι του και πέσουμε πιο νωρίς και έρθετε όλοι εσείς στα πράγματα, θα πνιγείτε στη λάσπη, που θα ρίχνει ο ένας στον άλλο και που θα την προμηθεύεστε και εσείς οι ίδιοι από εμά». Τίποτε άλλο!

*Ο Σταμάτης Ασημένιος ανήκει στην Ελληνική ομάδα σύνταξης της Deutsche Welle.

Keywords
Τυχαία Θέματα