Μοιραία συνάντηση

13:28 4/8/2014 - Πηγή: Aixmi

Θύτης και θύμα ήταν άγνωστοι, δεν είχαν ποτέ καμιά επαφή. Δύο ενήλικες με καταγωγές που τραβούσαν από άλλους κόσμους.

Ο πρώτος, φορτωμένος σκοτούρες, σχεδίαζε από μήνες αυτό το καλοκαίρι, ονειρευόταν να τα αφήσει όλα πίσω και για λίγο να κατακτήσει ένα βράχο.

Από κει πάνω στη πέτρα να κυβερνά, με το μυαλό, ολάκερη τη θάλασσα. Να καβαλήσει, έστω και στα ψέματα, όλα του τα χρόνια.

Έτσι είναι οι άνθρωποι, μοναδικοί, θέλουν το πάνω χέρι κι αν τύχει μια αναποδιά, τότε μιλούν για ανώτερα θελήματα, και

πάλι κάποιο πλάσμα, πάντα με μύτη, στόμα, με μιλιά και, βέβαια, με πέντε ακροδάχτυλα, θα έκαμε τη ζημιά τους.

Ο δεύτερος, το θύμα, είναι άνευ σημασίας, ένα άλαλο και νευρικό ψαράκι, που βοσκούσε αμέριμνο, όμως έπεσε στο αγκίστρι του ερασιτέχνη ψαρά.

Η ιστορία θα τέλειωνε στο τηγάνι, καλύτερα πάνω στο ξεκοίλιασμα του Σκάρου, γιατί ένας Σκάρος μεριδιάρικος, ήταν το κοροϊδάκι που τσίμπησε το δόλωμα, όμως η μοίρα έπαιξε βρώμικο παιγνίδι, στη πλάτη του ταλαίπωρου ψαρά.

Αμέσως μόλις τράβηξε το ψάρι από το γιαλό, τρόμαξε με την ομοιότητα των χαρακτηριστικών του!

Αν είναι δυνατόν, είναι ίδιος, φτυστός ο πατέρας μου, φώναξε τρομαγμένος και πέταξε το ψάρι αμέσως μέσα στο νερό. Από το ζόρι του γλίστρησε μέσα στο νερό και το μικρό ραδιόφωνο, που είχε για συντροφιά. Δεν βαριέσαι, ποιος χέστηκε για άγνωστους νεκρούς και τραυματίες, που όλο μιλούσε κι αυτός ο διάολος.

Ματωμένος ο Σκάρος πάλευε, λαχταρούσε να απαλλαγεί από το αγκίστρι, που ήταν γερά πιασμένο στο επάνω χείλος του, ενώ ο ψαράς το κοιτούσε μες στα μάτια, και έφερνε στη μνήμη τη ζωή του.

Αχ πατέρα μου! Μέσα στο λιοπύρι αναστέναζε ο δικός μας κυνηγός, και μάλλον κάτι αντίστοιχο φώναζε ο Σκάρος. Σίγουρα φώναζε κάτι τέτοιο, γιατί στη στιγμή μαζεύτηκαν κοντά του ένα σωρό ψαράκια, η φαμίλια του!

Εκεί ο ψαράς έχασε το λογαριασμό, όλα έμοιαζαν στη δική του οικογένεια, να η γυναίκα και παραδίπλα τα παιδιά του. Μάλιστα κάποιο χοντρουλό γκρίζο Σκαράκι ήταν ο ίδιος, φτυστός ο λεβέντης κυνηγός!

Στη στιγμή έβγαλε ένα μικρό σουγιά, ρουθούνιζε και τρέμανε τα χέρια του, όπως-όπως έκοψε τη πετονιά και αναστέναξε βαθιά, σκούπισε τον ιδρώτα. Τη γλύτωσε ο μπαμπάς!

Ο ψαράς δεν μαρτυρά πουθενά το πάθημά του, μην τον επάρουν και στο κατόπι για τρελάρα.

Όμως σκεφτείτε εκεί που κολυμπάτε, εκεί που ψαρεύετε ή ακόμη και εκεί που πετάτε τα σκουπίδια, μην έχει κοντά, κατά τύχη, τίποτε πλάσματα που να μας πολυμοιάζουν.

Για όλα τα υπόλοιπα ας μη δώσουμε καμία σημασία, ό,τι δεν είναι ίδιο με τα μούτρα μας, μπορεί άφοβα να γίνει στάχτη και μπούρμπερη.

Keywords
Τυχαία Θέματα