Τι Γάζα, τι Κομμένο και Δίστομο…

13:28 4/8/2014 - Πηγή: Aixmi

Τι νόημα μπορεί να έχει μια ακόμα κριτική στην πολιτική του κράτους του Ισραήλ απέναντι στους Παλαιστινίους; Τι νόημα έχει μια ακόμα καταδίκη των εγκλημάτων που διαπράττει στο όνομα του λαού των Εβραίων ο ισραηλινός στρατός στη λωρίδα της Γάζας – το σύγχρονο αυτό Γκέτο για Παλαιστινίους – τον τελευταίο καιρό;

Ποιος θα συγκινηθεί από την κριτική και πώς μπορεί να βοηθήσει η καταδίκη

ώστε τα παιδιά της Γάζας να μην εκτελούνται και να μην ακρωτηριάζονται κάθε μέρα σαν να ήταν θηράματα σε ειδική ζώνη για κυνήγι;

Μήπως η ηγεσία του Ισραήλ; Ούτε γι αστείο. Οι Άραβες; Προς το παρόν οι ηγεσίες τους αισθάνονται άνετα παρατηρώντας απλώς το μακελειό και ποντάροντας στην εξουδετέρωση της Χαμάς.

Η Δύση; Αυτή για να συγκινηθεί, πρέπει πρώτα να δει το χρώμα των θυμάτων. Το χρώμα των παιδιών της Παλαιστίνης ανέκαθεν δεν μπορεί να προκαλέσει δάκρυα. Το Κόσοβο και η Βοσνία ήταν άλλη περίπτωση…

Αν, λοιπόν, η κριτική δεν έχει νόημα ως προς το αποτέλεσμα που θα έχει η έκφρασή της στην πολιτική του Ισραήλ απέναντι στους Παλαιστινίους, ίσως έχει νόημα αν μπορεί να συμβάλει στην κατανόηση του δικού μας παρελθόντος: του παρελθόντος της Ευρώπης. Αντίθετα από ό,τι πιστεύεται, δεν είναι μόνο το παρελθόν που βοηθά στην κατανόηση του παρόντος, αλλά ισχύει και το αντίστροφο. Αυτό που γίνεται σήμερα στη Γάζα βοηθά να καταλάβουμε καλύτερα την κατοχική περίοδο στην Ελλάδα.

«Ειμαι η Farah Baker, κορίτσι από τη Γάζα, δεκάξι χρονών. Από τότε που γεννήθηκα πέρασα τρεις πολέμους και επέζησα. Νομίζω πως είναι αρκετοί.»

Το συγκλονιστικό μήνυμα ενός παιδιού από τη μαρτυρική Γάζα κυκλοφορεί ήδη σ’ όλον τον κόσμο. Χιλιάδες αναγνώστες απαντούν με συγκινητικά σχόλια σε ένα κορίτσι που μπορεί να μην προλάβει να διαβάσει ό,τι της γράφουν. Ο βομβαρδισμός της Γάζας συνεχίζεται και η λογική της καταστροφής μπορεί να αποδειχθεί για τη Farah πιο δυνατή από τη λογική της διαμαρτυρίας και της ελπίδας για ειρήνη. Αυτή τη στιγμή κανείς από όσους απαντούν δεν μπορεί να βοηθήσει το παιδί αυτό, και όλους τους συνομηλίκους της στην περιοχή, να αποφύγουν το θάνατο.

Εμείς, οι αναγνώστες του μηνύματός της, αισθανόμαστε απολύτως αδύναμοι να εμποδίσουμε τη στρατιωτική μηχανή ενός, υποτίθεται πολιτισμένου, κράτους του οποίου η ηγεσία δεν έχει διδαχθεί τίποτε από την Ιστορία. Όχι από την Ιστορία αφηρημένα, αλλά από την ιστορία του λαού τον οποίο υπηρετεί και στο όνομα του οποίου υπάρχει: την Ιστορία των Εβραίων της Ευρώπης που πριν από ογδόντα χρόνια υπήρξαν οι ίδιοι στόχος ενός άλλου, πολιτισμένου επίσης, κράτους. Σαν να μην είχε συμβεί η γενοκτονία.

Η αδυναμία μας να παρέμβουμε, ουσιαστικά, για τον τερματισμό της σφαγής αμάχων στη Γάζα σήμερα μοιάζει πολύ με την αδυναμία των γονέων και των παππούδων μας να σταματήσουν τα ολοκαυτώματα του Κομμένου, των Καλαβρύτων ή του Διστόμου.

Μοιάζει, επίσης, με την αδυναμία των εβραϊκών ηγεσιών στην Ευρώπη να ματαιώσουν τη σφαγή των ομοεθνών τους εκείνη την εποχή. Όπως σήμερα με την ισχύ του Ισραήλ, έτσι και τότε η ισχύς του χιτλερικού καθεστώτος έμοιαζε ανυπέρβλητη. Με μία, όμως, ουσιαστική διαφορά: τότε ο ναζισμός, όσο ισχυρός και αν ήταν, είχε αντίπαλο δέος. Τα εγκλήματά του γίνονταν μέσα σε ένα χρονικά περιορισμένο πλαίσιο που ενείχε για τους δράστες τον κίνδυνο της ήττας και της τιμωρίας των υπευθύνων. Όπως και έγινε τελικά, τουλάχιστον εν μέρει.

Με τα εγκλήματα του εβραϊκού κράτους εναντίον του παλαιστινιακού λαού, τα πράγματα είναι χειρότερα. Πρώτον, η κατοχή, η αντίσταση στην κατοχική δύναμη και οι σφαγές που ακολουθούν ως αντίποινα στο όνομα της ασφάλειας και της αυτοάμυνας του ισραηλινού κράτους, διαρκούν δεκαετίες. Δεύτερον, και σημαντικότερο, δεν υπάρχει συμμαχικός παράγων υπέρ των Παλαιστινίων. Το Ισραήλ δεν αντιμετωπίζει ούτε κάποιο Στάλινγκραντ, ούτε συμμαχικούς βομβαρδισμούς πόλεων, ούτε απόβαση σε αντίστοιχη Νορμανδία. Δεν κινδυνεύει στρατιωτικά και δεν αμύνεται. Επιχειρεί μια στρατιωτική «τελική νίκη» επί των Παλαιστινίων με όποιο κόστος, ακόμη και με την εξαφάνιση μέρους του παλαιστινιακού πληθυσμού. Και οι δυνάμεις μέσα στο Ισραήλ που τάσσονται υπέρ μιας άλλης προσέγγισης είναι ανίσχυρες και αναποτελεσματικές. Δεν είναι σε θέση να αποτρέψουν τα εγκλήματα, μπορούν μόνο να τα καταδικάσουν – όπως ακριβώς και εμείς.

Το ίδιο ισχύει και με την «πολιτισμένη Δύση» και τους ειρηνιστές της. Εκτός από τις διαδηλώσεις συμπαράστασης στα θύματα των βαρβαρικών επιδρομών, δεν υπάρχει περιθώριο για κανένα ουσιαστικό μέτρο κατά της πολιτικής αφανισμού των αμάχων της Γάζας. Οι ίδιες οι κυβερνήσεις, που χύνουν δειλά κάποια κροκοδείλια δάκρυα για τα νεκρά παιδιά στην περιοχή που βομβαρδίζεται, την ίδια στιγμή εξοπλίζουν το κράτος του Ισραήλ για να μπορέσει να οργανώσει καλύτερα την «αυτοάμυνα».

Και οι Παλαιστίνιοι; Τι τη θέλουν την αντίσταση στην ισραηλινή κατοχή, όταν δεν υπάρχουν σύμμαχοι στον ορίζοντα, όταν η στρατιωτική υπεροχή του κατακτητή είναι δεδομένη και όταν η διεθνής κοινότητα – το σκιάχτρο αυτό που επικαλείται πάντα η Δύση όταν επιθυμεί να επιβάλει την πολιτική της σε κάποιο σημείο του πλανήτη με στρατιωτικά μέσα – έχει πάψει να συγκινείται από το Παλαιστινιακό;

Οι Παλαιστίνιοι βιώνουν εδώ και καιρό μια εσωτερική σύγκρουση για τον καθορισμό της στρατηγικής απέναντι στο Ισραήλ. Όπως στην κατοχή, υπάρχουν και εκεί οι «ρεαλιστές», οι άνθρωποι που είναι έτοιμοι να δεχθούν τους όρους του ισχυροτέρου και να ζήσουν κάτω από αυτούς σε καθεστώς πολιτικής και οικονομικής σκλαβιάς, για να αποφύγουν τα χειρότερα: τον ολοκληρωτικό αφανισμό, σε περίπτωση που αντισταθούν.

Είναι ακριβώς η στρατηγική των ηγεσιών των εβραϊκών Γκέτο στην Πολωνία και αλλού απέναντι στους Ναζί.

Υπάρχουν, όμως, και οι οπαδοί της αντίστασης στην κατοχή, ακόμη και όταν οι συνθήκες είναι άκρως αντίξοες, όπως είναι σήμερα. Προφανώς γνωρίζουν ότι κάθε πράξη εναντίον του κράτους του Ισραήλ που εκείνο ορίζει ως «πρόκληση», θα προκαλέσει μεγάλης κλίμακας αντίποινα με νεκρούς, κυρίως μεταξύ των αμάχων. Όπως ακριβώς γνώριζαν και οι ελληνικές αντιστασιακές οργανώσεις επί κατοχής. Με τη διαφορά ότι στη δεύτερη περίπτωση ήταν, κυρίως, οι Βρετανοί που πίεζαν για αντιστασιακή δράση και την ενίσχυαν με σαμποτέρ, όπλα και χρήματα. Η στρατηγική της αντίστασης κάτω από τις συνθήκες αυτές περνά υποχρεωτικά μέσα από την έννοια της «θυσίας»: τα θύματα γίνονται μάρτυρες σε μια ιερή υπόθεση, την απελευθέρωση της πατρίδας.

Έτσι, δυο ιερές υποθέσεις – το κρατικό συμφέρον του Ισραήλ, που βαφτίζεται «αυτοάμυνα», και η ιδέα της εθνικής ανεξαρτησίας των Παλαιστινίων – βρίσκονται η μία απέναντι στην άλλη όχι απλώς με επιχειρήματα, αλλά με όπλα. Δεκαετίες ολόκληρες, και παρά την ασυμμετρία ισχύος ανάμεσα στους δύο αντιπάλους, το Ισραήλ αγωνίζεται για κάτι ανέφικτο: την «τελική νίκη» με την παγίωση του κατοχικού καθεστώτος και την πλήρη υποταγή των Παλαιστινίων. Το ίδιο ισχύει και για μια τουλάχιστον μερίδα Παλαιστινίων που πιστεύουν ότι μπορούν με στρατιωτικά μέσα – αφού η άλλη πλευρά αποκλείει για ευνόητους λόγους κάποιον πολιτικό συμβιβασμό – να επιβάλουν στο Ισραήλ την απόσυρση από τα παλαιστινιακά εδάφη και την αναγνώριση ενός παλαιστινιακού κράτους. Όσο υπάρχουν αυτές οι γενεσιουργές αιτίες της βίας στην περιοχή, θα υπάρξουν στο μέλλον, δυστυχώς, και άλλες Farah που θα απευθύνουν εκκλήσεις στη «διεθνή κοινότητα» να κάνει κάτι για να σταματήσουν οι σφαγές.

Τελικό συμπέρασμα: η εθνοτική ανάγνωση του παρελθόντος, αλλά και του παρόντος, όπου τα δρώντα υποκείμενα είναι «λαοί», δηλαδή συλλογικότητες με ιδιαίτερα – υποτίθεται, πάγια – χαρακτηριστικά (ας πούμε Γερμανοί και Εβραίοι την εποχή του Χίτλερ, Εβραίοι και Παλαιστίνιοι σήμερα) οδηγεί σε στρεβλές αναπαραστάσεις των φαινομένων. Ικανοί για ακραία βία εναντίον αμάχων δεν είναι μόνο «οι Γερμανοί» της κατοχής ή «οι Εβραίοι» σήμερα στη Γάζα. Κάθε κράτος, κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις, μπορεί να εκπαιδεύσει πολίτες που στελεχώνουν μηχανισμούς άσκησης ακραίας και εγκληματικής βίας στο όνομα κάποιου ιδεώδους.

Οι Γερμανοί χωροφύλακες από το Αμβούργο που πήραν την εντολή να συλλάβουν και να εκτελέσουν στην κατεχόμενη Πολωνία το καλοκαίρι του 1942 Εβραίους, δεν ήταν μέλη των SS και αρκετοί από αυτούς δεν ανήκαν καν στο Εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα. Ήταν, όπως επισημαίνει ένας από τους οξυδερκέστερους μελετητές της βίας, ο Robert Browning, εντελώς κανονικοί άνθρωποι. Έμαθαν, όμως, πολύ γρήγορα να εκτελούν Εβραίους, χωρίς ιδιαίτερες αναστολές. Ένας από αυτούς, μάλιστα, κάποιο πρωινό ανέφερε ειρωνικά στον διοικητή του ότι εκείνη την ημέρα δεν είχε πάρει πρωινό, εννοώντας ότι δεν είχε εκτελέσει ακόμη κανέναν Εβραίο. Άραγε, ο ισραηλινός στρατιώτης που υπερηφανεύεται στο διαδίκτυο ότι σκότωσε σε μια μέρα δεκατρία παιδιά στη Γάζα, στο όνομα βεβαίως του εβραϊκού λαού, θα διέπραττε το έγκλημα αν γνώριζε ότι κάποιος άλλος το 1942, στον ίδιο ρόλο, θεωρούσε τις εκτελέσεις Εβραίων κάτι σαν πρωινό;

Μπορεί η Παιδεία να παίξει ακόμη κάποιο ρόλο στη διαμόρφωση τουλάχιστον ορίων, πέρα από τα οποία το ίδιο το άτομο να θεωρεί τον εαυτό του κτήνος αν τα υπερβεί; Διότι αν Παιδεία σημαίνει απλώς την ικανότητα να βιδώνει κανείς μηχανές και να συναρμολογεί όπλα, τότε αλίμονο μας.

Keywords
Τυχαία Θέματα