«Το καλό σημάδι: Τα παλιά media πεθαίνουν, αλλά όχι η δημοσιογραφία»

17:01 2/11/2012 - Πηγή: NewPost
Του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου «Ξεκινά στις 5 Νοεμβρίου  μια νέα εφημερίδα που για δύο λόγους θέλω να πετύχει: η «Εφημερίδα των Συντακτών».   Ο πρώτος λόγος είναι συναισθηματικός.  Στεγάζεται εκεί όπου ξεκίνησα να δουλεύω – στην οδό Κολοκοτρώνη. Εκεί ήταν στοιβαγμένη η παλιά «Ελευθεροτυπία», που ακόμα θυμάμαι πόντο-πόντο τη διάταξή της, αν και πήγαινα σπανίως. Επί πολλά χρόνια ήμουνα με μπλοκάκι (αμειβόμουν με ψίχουλα) και καταφανώς με εκμεταλλεύονταν. Αλλά δεν με ένοιαζε - άλλες ήταν οι προτεραιότητές μου τότε, όχι ο μισθός. Μπορούσες
να ζήσεις με ελάχιστα, η μπίρα στην ΕΒΓΑ ήταν τζάμπα. Και μ’ άρεσε να γράφω.   Ομολογώ,  όμως, ότι ποτέ δεν εγκλιματίστηκα. Μου έκανε εντύπωση ότι οι άνθρωποι εκεί ήταν καλοσυνάτοι και προσηνείς –κάπνιζαν όλοι, καλαμπούριζαν δυνατά– αλλά δεν είχα και πολλά κοινά με τα ενδιαφέροντά τους. Λίγες φορές που βγήκα μαζί τους (σε τραπέζια, σε κέντρα κ.λπ.) αλληλοκοιταζόμασταν σαν αντικρινές όχθες μιας αβύσσου. Μια λατρεμένη αμηχανία.   Αργότερα,  που άρχισα να κάνω τον γύρο της πιάτσας, είδα ότι η «Ελευθεροτυπία» ήταν το πιο δημοκρατικό και ανθρώπινο μαγαζί απ’ όλα. Ωστόσο, η πιάτσα ολοένα πρηζόταν κι αρρώσταινε. Οι δημοσιογράφοι, παντοδύναμοι, πριν από το ίντερνετ και την ιδιωτική τηλεόραση, ήταν κάτι σαν δεσπότες της πόλης. Όριζαν τους κανόνες του παιχνιδιού. Μια γραμμή τους, γραμμένη είτε με πάθος είτε με πόθο αλήθειας είτε με άδικη χολή, έκλεινε σπίτια, διοχέτευε αλλού τον μυστικό ρου του χρήματος, επέβαλλε αξίες (ή μετριότητες). Οι συνάδελφοί μου απολάμβαναν την αχαλίνωτη δύναμή τους, αμέριμνα. Ένιωθαν τυχεροί και προνομιούχοι - τα ομορφόπαιδα της πόλης.   Ήταν η εποχή που το ΠΑΣΟΚ,  κατ’ αντιστοιχία, γιόρταζε τον δικό του θρίαμβο, που δεν ήταν μακριά από τη λαφυραγωγία. Και στους μεν και στο δε, η αίσθηση του χρέους, της ευσυνείδητης δουλειάς και του λειτουργήματος είχαν πάει περίπατο: ζούσαν την εποχή του χασάπικου στο Περιβόλι του Ουρανού.   Δεν ανήκα στις κλίκες αυτές  (μόνο στα γηρατειά τους, αγάπησα δυο έκκεντρους και διαφορετικούς δημοσιογράφους, αλλά με τρόπο προσωπικό: τον αγαθό και παθιασμένο Πάνο Γεραμάνη και την ντανταΐστρια Φωφώ Βασιλακάκη – ενώ πολύ πριν γίνει δημοσιογράφος, αγαπούσα τον Παντελή Μπουκάλα της «Καθημερινής»). Αλλά δεν ήμουν βλάκας – έβλεπα! Έβλεπα την ολοένα ασφυκτικότερη διαπλοκή των εκδοτών με τους επαισχυντότερους των πολιτικών (ο ένας βάφτιζε τα παιδιά του άλλου!), τα παρακμιακά πάρτι τους, τα αιφνίδια αμάξια τους, τη βαθμηδόν απογύμνωση της δημοσιογραφίας από κάθε αρετή και βάσανο: μόνο η δουλειά να γίνεται. Έβλεπα το χυδαίο χάλασμα, που οδήγησε στη δημοσιογραφική απαξίωση, στα κουπόνια, στα δανεικά, στο άρθρο 99. Ήταν απλώς θέμα χρόνου.   Και να ‘μαστε σήμερα εδώ,  σε αυτό το απόκρημνο σημείο, όπου όλα δείχνουν ότι επέρχεται το πλήρωμα του χρόνου. Λεφτά δεν υπάρχουν και οι χρόνιοι δεσπότες της πιάτσας χάνουν όλο και πιο πολύ το ενδιαφέρον τους για τις εκδόσεις. Αυτό που άλλοτε τους έφερνε χρήμα, δόξα, δύναμη, σήμερα φέρνει βάσανα, αμφιβολίες, πολλή δουλειά και τζούφια έσοδα. Το ίντ
Keywords
Τυχαία Θέματα