«Θα ξανανταμώσουμε να είσαι σίγουρος, αλλά όχι στο καφενείο», του Χρήστου Κυργιάκη

«Θα ξανανταμώσουμε να είσαι σίγουρος, αλλά όχι στο καφενείο»
Από τον Χρήστο Επαμ. Κυργιάκη
Σήμερα συμπληρώνεται ο τρίτος μήνας από τότε που ο φίλος μας κρατάει μόνο για τον εαυτό του αυτό το φοβερό μυστικό. Δεν μπόρεσε, ή μάλλον δεν θέλησε να το μοιραστεί με κανέναν. Ούτε με φίλο, ούτε με γνωστό, ούτε με συγγενή. Όμως είχε φτάσει πια στα όριά του. Ένιωθε πως δεν θα μπορούσε να το κρατήσει άλλο μέσα του. Τον έπνιγε, μέρα τη μέρα του έτρωγε τα σωθικά. Είχε
δίκιο τελικά ο παππούς του που έλεγε συχνά πώς οι αρρώστιες των σπλάχνων είναι αρρώστιες ψυχής. Αυτούς τους τελευταίους μήνες, αισθανόταν πολύ συχνά πόνους στα σπλάχνα του ενώ ποτέ άλλοτε δεν είχε τέτοιου είδους ενοχλήσεις.
Όλα ξεκίνησαν πριν από ένα χρόνο περίπου, όταν το αφεντικό του, του ανακοίνωσε πως στο εξής θα τον χρειαζόταν μόνο τις τέσσερις από τις πέντε μέρες της εβδομάδας, γιατί οι παραγγελίες είχαν μειωθεί άρα και τα δρομολόγια θα ακολουθούσαν μια αντίστοιχη μείωση. Του είπε επίσης πως όλοι οι οδηγοί το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζουν και πως αν ήθελε θα μπορούσε να ψάξει αλλού για δουλειά αρκεί να του υπέβαλλε την παραίτησή του γιατί εκείνος δεν του πήγαινε η καρδιά να τον διώξει. Βέβαια του υπενθύμισε επίσης πως θα υπήρχε και μια αντίστοιχη μείωση στο μισθό του αφού θα μειωνόταν οι μέρες εργασίας του. Έτσι ήταν το δίκαιο.
Μετά από δυο με τρεις μήνες το αφεντικό του τον κάλεσε στο γραφείο του πάλι για να του πει πως θα έπρεπε να έρχεται μόνο για τρεις μέρες τη βδομάδα υπενθυμίζοντάς του πως θα υπάρχει και αντίστοιχη μείωση στο μισθό του.
Ο φίλος μας, 32 χρονών παλικάρι, ούτε στην πρώτη μα ούτε και στη δεύτερη μείωση είπε τίποτα σε κανέναν. Τους γονείς του δεν ήθελε να τους στεναχωρήσει. Είχαν κι αυτοί τα δικά τους. Μόλις που τα έφερναν βόλτα μετά από τις μειώσεις στις συντάξεις. Βάλε ότι κάποια φάρμακα δεν τα κάλυπτε πια το ταμείο, βάλε ότι κάποιες φορές πλήρωναν τους γιατρούς, περνούσαν πλέον δύσκολα οι μέρες.
Μα και στη Μυρσίνη δεν είπε ποτέ τίποτα. Σαν τι να της έλεγε; Πώς να της το ξεστόμιζε όταν εκείνη μετρούσε ήδη δύο μήνες στο ταμείο ανεργίας και περίμεναν και οι δύο μόνο από τον δικό του μισθό για να μπορέσουν, επιτέλους να ανοίξουν το δικό τους σπιτικό;
Είχε μαζέψει κάποια χρήματα στην άκρη με σκοπό να κάνει έκπληξη «στη Μυρσίνη του» τη μέρα του γάμου τους. Καημό το’ χε εκείνη, να πάει ένα ταξίδι στην Ευρώπη. Έστω και για δυο μέρες. Δεν είχε πάει ποτέ της και το είχε όνειρο κάποτε να της συμβεί. Θα της το ανακοίνωνε αμέσως μετά τα στέφανα, μα όπως ήρθαν τα πράγματα, τα λεφτά του ταξιδιού φαγώθηκαν σιγά-σιγά όλο αυτό το διάστημα.
Τις μέρες που δεν δούλευε, ο φίλος μας έφευγε κανονικά από το σπίτι του, σαν να πήγαινε στη δουλειά του. Έπαιρνε τον ηλεκτρικό και κατέβαινε στο τέρμα στον Πειραιά. Το’ πιανε στη συνέχεια με τα πόδια δίπλα στην προκυμαία και χάζευε τα πλοία που ήταν αγκυροβολημένα στο λιμάνι.
Την πρώτη φορά που είχε μπει στο μικρό καφενείο του λιμανιού, «το λιμανάκι των καημών», το έκανε για να προφυλαχτ
Keywords
Τυχαία Θέματα