Στα άδυτα του εγκληματολογικού μουσείου

Της Κωνσταντίνας Γιαννακοπούλου

Oι πιο φρικιαστικοί θησαυροί του ελληνικού εγκλήματος, οι πιο απόκοσμες σελίδες της Ιστορίας μας, ξεδιπλώνονται σε ένα μουσείο που κουβαλά τη μυρωδιά του θανάτου. Βαριές ξύλινες βιτρίνες σαν φέρετρα, εκθέτουν τα πειστήρια εγκλημάτων που συντάραξαν το πανελλήνιο. Όπλα και μαχαίρια που αφαίρεσαν ζωές, κεφάλια ληστών που έγιναν πρωτοσέλιδα του Τύπου με τη δράση τους, έμβρυα που ποτέ δεν είδαν το φως αυτού

του κόσμου, η περίφημη λαιμητόμος που αποκεφάλισε δεκάδες βαρυποινίτες, συνθέτουν την πιο μακάβρια μηχανή του χρόνου για να μας μεταφέρουν σε μια άλλη εποχή.

1500 ευρήματα αδιάψευστοι μάρτυρες εγκλημάτων
Η «Αττική freepress» ξεναγήθηκε στο Εγκληματολογικό Μουσείο της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, δίπλα μας σε αυτή την περιήγηση ο Σωτήρης Αθανασέλης, Καθηγητής Τοξικολογίας, αναλαμβάνει να μας μυήσει σε έναν κόσμο με άλλους νόμους και άλλους κανόνες, όπου η ανθρώπινη ύπαρξη αποκτά άλλη διάσταση. «Μέσα από μία συλλογή χιλίων πεντακοσίων ιστορικών αντικείμενων, το Μουσείο καταγράφει την ιστορία του εγκλήματος στον ελληνικό χώρο κατά τον 19ο και τον 20ό αιώνα», μας λέει καθώς μας καλωσορίζει.

Ο ιδρυτής του
Στην είσοδο του Μουσείου δεσπόζει η προτομή ενός σπουδαίου άνδρα, του εμπνευστή όλου αυτού του δημιουργήματος, όπως μας εξηγεί ο κ. Αθανασέλης: «Το εν λόγω Μουσείο ιδρύθηκε το 1932 από τον καθηγητή Ιατροδικαστικής Ιωάννη Γεωργιάδη. Ήταν ένας χαρισματικός άνθρωπος, εξαίρετος επιστήμονας, ολυμπιονίκης στη ξιφασκία και φυσικά φανατικός συλλέκτης εγκληματολογικών πειστηρίων». Ο ιδρυτής αυτού του Μουσείου ήταν υποστηρικτής της θεωρίας του Λομπρόζο (δηλαδή, ότι η τάση προς το έγκλημα είναι γενετικό χαρακτηριστικό και ο δυνάμει εγκληματίας -απόγονος όμοιων του- είναι δυνατόν να αναγνωριστεί από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του προσώπου και του κρανίου του). Έτσι επί 50 χρόνια περίπου μάζευε πειστήρια μεθοδικά, με μεγάλο μεράκι και μεγάλο πάθος, προσπαθώντας να αποδείξει αυτή τη θεωρία.

H γκιλοτίνα
Η σπουδαιότητα των συλλογών έγκειται στο γεγονός ότι καθένα από τα αντικείμενα έχει να «αφηγηθεί» με τον δικό του τρόπο την ιδιαίτερη, μοναδική ιστορία του και αποτελούν αδιάψευστους μάρτυρες, ενεργειών, εξέχουσας σπουδαιότητας. Το παλιότερο έκθεμα χρονολογείται από το 1789 και είναι μια γκιλοτίνα που κατασκεύασε ο Ζοζέφ Ινιάς Γκιγιοτέν την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης. «Είναι το σπουδαιότερο αντικείμενο στο μουσείο και μοναδική του είδους της στη χώρα μας», τονίζει ο κ. Αθανασέλης και προσθέτει: «Στην Ελλάδα η λαιμητόμος ήρθε το 1830, από τον βασιλιά Λουδοβίκου Α΄ της Βαυαρίας, πατέρα του Όθωνα, ως μέσο θανάτωσης των καταδικασμένων εγκληματιών, ήταν ο φόβος και ο τρόμος για όσους αντιτίθεντο στην κυριαρχία του βασιλιά. Η λαιμητόμος ήταν περιφερόμενη. Στην αρχή είχε εγκατασταθεί στην Ακροναυπλία όμως οι αντιδράσεις της τοπικής κοινωνίας ήταν σφοδρές και η απέχθεια του κόσμου για εκείνον που είχε το ρόλο του δήμιου μεγάλη. Τόσο μεγάλη που κάποιοι προτιμούσαν να πεθάνουν παρά να γίνουν δήμιοι. Το λεπίδι της Γκιλοτίνας έπεσε για τελευταία φορά το 1913, μέχρι τότε είχε αφαιρέσει τα κεφάλια 26 ανθρώπων».

Oι λήσταρχοι
Συνεχίζοντας την ξενάγηση το βλέμμα μας πέφτει σε μια τζαμαρία που κάνει το αίμα μας να παγώσει, εδώ οι φωτογραφίες σταματούν, απαγορεύονται. Είναι τα κεφάλια των διάσημων λήσταρχων, ταριχευμένα πλέον, να «κοιτάζουν» την αιωνιότητα. Ανατριχίλα, δέος, περιέργεια, δεν υπάρχει σωστό συναίσθημα γι” αυτή τη στιγμή, όλα είναι μπερδεμένα. Ο ξεναγός μας, ψύχραιμος και εξοικειωμένος, συνεχίζει την αφήγηση της ιστορίας: «Τα κεφάλια αυτά ανήκαν σε λήσταρχους που αλώνιζαν την ελληνική επαρχία αρχές του 20ού αιώνα. Τότε τα έκοβαν για παραδειγματισμό και τα έσερναν από χωριό σε χωρίο εξ’ου και η ταλαιπωρημένη όψη τους».

Η «Παρδάλα» του Γιαγκούλα
Ανάμεσά τους, ξεχωρίζει ένας νεαρός άνδρας που τα όμορφα χαρακτηριστικά του έχουν παραμείνει ατόφια στο χρόνο, είναι το κεφάλι του φοβερού Γιαγκούλα. «Καταγόταν από το χωριό Μεταξάς Σερβιών και άρχισε την παραβατική του δράση έπειτα από μια παρεξήγηση με έναν χωροφύλακα, μέχρι το 1925 όταν σκοτώθηκε σε συμπλοκή με διωκτικό απόσπασμα. Αν και πέθανε σε ηλικία, μόλις, 25 ετών πρόλαβε να σκοτώσει 54 άτομα» υπογραμμίζει ο κ. Αθανασέλης. Λίγο πιο πέρα από το κεφάλι του ληστή βρίσκεται και η θρυλική «Παρδάλα», όπως είχε ονομάσει το μαχαίρι με το οποίο απέδιδε… δικαιοσύνη.

Η μούμια και τα μωρά της σοφίτας
Η περιήγηση στο μουσείο του «θανάτου» μοιάζει να μην έχει τελειωμό. Ένας τεράστιος σκελετός με το δέρμα του, ακόμα επάνω, συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή των απόκοσμων εκθεμάτων. «Ο σκελετός ανήκει σε ένα πτώμα που βρήκαν στη σπηλιά του Νταβέλη και έχει υποστεί ξηρή μουμιοποίηση», επεξηγεί ο καθηγητής. Δίπλα, μωρά και έμβρυα, και αυτά μουμιοποιημένα που «πετάχτηκαν» ως ανεπιθύμητα. Ήταν παιδιά «εκ κλεψιγαμίας», είχαν δηλαδή προέλθει από παράνομες σχέσεις. Για να μην γίνει λοιπόν γνωστό στον κόσμο, οι γυναίκες έκαναν την έκτρωση μέσα στο σπίτι «κεκλεισμένων των θυρών» και έπειτα τα πετούσαν στη σοφίτα. Η υγρασία της σοφίτας και ο αερισμός που είχε ο χώρος βοηθούσε στη μουμιοποίησή τους. Κι όπως λένε, επειδή τίποτα δεν μένει για πάντα κρυφό, με την ανοικοδόμηση της Αθήνας «τα μωρά της σοφίτας και τα ένοχα μυστικά αποκαλύφθηκαν.

«Καημένε Αθανασόπουλε τι σού ΄μελε να πάθεις»
Αυτό τραγουδούσαν οι ρεμπέτες. Ο τίτλος του τραγουδιού ήταν «Κακούργα Πεθερά» και βασίστηκε στη δολοφονία του Δημήτρη Αθανασόπουλου. Στο μουσείο υπάρχει ένα εκπληκτικό φωτογραφικό αρχείο από υποθέσεις που έχει επιμεληθεί το εργαστήριο. Μεταξύ αυτών, και οι τρομακτικές φωτογραφίες από το διάσημο έγκλημα του Χαροκόπου και το πτώμα του Αθανασόπουλου. Το 1931 το είχαν διαμελίσει και κάψει η γυναίκα του μαζί με την πεθερά του. Ο Δημήτρης κακοποιούσε, σεξουαλικά, τη νεαρή σύζυγό του, Φούλα και η τιμωρία δεν άργησε να έρθει. Μια μέρα που την είχε κακοποιήσει, βάναυσα, εκείνη ζήτησε βοήθεια απ’ τη μητέρα της. Η «κακούργα πεθερά», έπεισε τον ανιψιό της, Δημήτρη Μοσκιό, να πυροβολήσει τον Αθανασόπουλο στο κρεβάτι του, στις 5 Ιανουαρίου του 1931. Αποφάσισαν να κάψουν το πτώμα του, αλλά για να μην πάρουν είδηση οι γείτονες τη μυρωδιά της καμένης σάρκας, επέλεξαν, τελικά, να τον τεμαχίσουν και να τον πετάξουν στον Ιλισσό. Όμως, το πτώμα βρέθηκε και οι δράστες συνελήφθησαν.

Άλλες συλλογές
Έχοντας βυθιστεί στο σκοτάδι της ανθρώπινης ψυχής φτάνουμε και στους αυτόχειρες, βρόγχοι και αυτοσχέδιες θηλιές που έχουν χρησιμοποιηθεί για στραγγαλισμό, κρέμονται σε μια προθήκη. Σε μια άλλη προθήκη, βρίσκονται οι επιστολές ψυχασθενών όπου, εύκολα, μπορεί να διακρίνει κάποιος την ψυχική πίεση στην οποία βρίσκονταν τη στιγμή που τις έγραφαν. Λόγια ασύνδετα, ανορθόγραφα, χωρίς ειρμό από ανθρώπους καταδικασμένους στην αρρώστια τους, με μια επιστήμη πρωτόγονη που δεν μπορούσε να τους βοηθήσει.

Μαγεία και έγκλημα
Σε αυτή τη συλλογή συναντά κανείς αντικείμενα-πειστήρια από τα τέλη του 19ου έως τις αρχές του 20ού αιώνα, όπως ιερατικά σκεύη και άμφια, προερχόμενα από διάφορους τόπους στον ελλαδικό χώρο στους οποίους διεξήχθησαν τελετές μαγείας. «Διάφοροι επιτήδειοι προσπαθούσαν να εξαπατήσουν τα θύματά τους προκειμένου να τους αποσπάσουν χρήματα με τελετές μαύρης μαγείας», μας λέει ο κ. Αθανασέλης.

Τα δέρματα με τα τατουάζ
Το τατουάζ δείχνει πράγματα για τον χαρακτήρα μας, προσπαθεί να περάσει ένα μήνυμα. Αυτό πίστευαν από τις αρχές του 1900 οι άνθρωποι, γι” αυτό και αφαιρούσαν το δέρμα με τα τατουάζ από τους νεκρούς, μέχρι και το 1950 που απαγορεύτηκε. » Έβγαζαν το δέρμα στον αέρα και το στέγνωναν. Εκείνην την εποχή, όποιος είχε τατουάζ, ήταν φυλακισμένος, ναυτικός ή κακοποιός. Τότε ονομαζόταν δερματοστιξία και γινόταν με σινική μελάνη», μας αναλύει ο καθηγητής τοξικολογίας.

Όπλα και μαχαίρια βαμμένα με αίμα
Πολλά από τα όπλα που έχει στην κατοχή του το μουσείο έχουν μεγάλη ιστορική αξία. Ο λόγος για τα τουφέκια του Μυλωνά, ενός Υδραίου οπλουργού και στρατηγού του στρατού του βασιλιά Γεωργίου Α”. Είναι όλα χειροποίητα και χρονολογούνται από το 1876. Από τη συλλογή δεν θα μπορούσαν να λείπουν και πιο εξελιγμένα όπλα, οβίδες, νάρκες, χειροβομβίδες, γερμανικά κράνη. Και φυσικά μαχαίρια κάθε λογής, πολεμικά, ένας σουγιάς, ακόμα και ένα μαχαίρι κουζίνας, με το οποίο κάποιος αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει, τα περισσότερα χαραγμένα σαν μικρά έργα τέχνης.

Τα κέρινα ομοιώματα
Τελευταία αλλά όχι έσχατα, τα κέρινα ομοιώματα. Πρόκειται για μια εξαιρετική αναπαράσταση από πρόσωπα που έχουν πυροβοληθεί εξ επαφής, από περιπτώσεις με αφροδίσια νοσήματα και πολλά άλλα συγκλονιστικά περιστατικά. Σύμφωνα με τον κ. Αθανασέλη: «Χρονολογούνται τη δεκαετία του 1920-1930. Είναι δημιουργίες του ιατροδικαστή Κωνσταντέλου με τον Μητρόπουλο, έναν γλύπτη που δούλευε κερί. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν έγχρωμες φωτογραφίες κι αυτοί, με τα χρώματα που έδιναν στις κακώσεις, αναπαριστούσαν απόλυτα τις βλάβες».

Επειδή μετά τα όσα διαβάσατε, είναι πολύ πιθανό να σας εξάψαμε την περιέργεια, πρέπει να γνωρίζετε ότι το Εγκληματολογικό Μουσείο δεν είναι ανοιχτό για το ευρύ κοινό και οι επισκέψεις γίνονται κατόπιν συνεννοήσεως με τη διοίκηση.

Keywords
Τυχαία Θέματα