Με το βλέμμα χαμηλά

Γράφει η Ευτυχία ΠαπούλιαΚοινωνιολόγοςΧρησιμότητα είναι όταν έχεις ένα τηλέφωνο, πολυτέλεια είναι όταν έχεις δύο, αφθονία όταν έχεις τρία και παράδεισος όταν δεν έχεις κανένα.Doug Larson, Αμερικανός αρθρογράφος

Ήταν αρχές Απριλίου που βρέθηκα με μια φίλη μου για ένα γρήγορο καφέ σε ένα take away λίγο πιο έξω απ’ την Αθήνα, επί της Εθνικής Οδού Αθηνών – Λαμίας. Αξίζει κάποιες φορές μια τέτοια διαδρομή κάμποσα χιλιόμετρα έξω από την πρωτεύουσα, όταν φυσικά την

κάνεις σε ώρες που δεν έχει πολύ κίνηση. Μοιάζει σαν μια απόδραση, σαν μια μικρή εκδρομή… Κάποια στιγμή, ένα πούλμαν σταμάτησε μπροστά στην είσοδο και καμιά εικοσαριά έφηβοι, προφανώς μαθητές Λυκείου, ξεχύθηκαν από τις πόρτες του λεωφορείου και μπήκαν μέσα, δημιουργώντας μια ευχάριστη ατμόσφαιρα, με την φρεσκάδα και την ζωντάνια της εφηβείας τους.

Μόλις όμως πήραν τους καφέδες τους, τα νερά τους και ένα από αυτά τα ανθυγιεινά σνακ, κάθισαν στις καρέκλες και όλη αυτή η ευχάριστη φασαρία σταμάτησε βιαίως. Έβγαλαν τα κινητά τους και άρχισαν να πληκτρολογούν… με τέτοια ταχύτητα, που πριν κάποιες δεκαετίες θα μπορούσαν να είχαν διαπρέψει σε ένα επάγγελμα που πλέον έχει εξαφανιστεί: εκείνο του δακτυλογράφου. Σε ποιους να απευθύνονταν άραγε, τι να έγραφαν; Αφού οι φίλοι τους, οι συμμαθητές τους, οι συνομήλικοί τους, που γι’ αυτούς είναι ή θα έπρεπε να είναι ο πραγματικός τους κόσμος, με τον οποίο μπορούν να έχουν άμεση επαφή και επικοινωνία, να νιώθουν το βλέμμα του την ανάσα του, ν’ ακούνε την φωνή του, να τον ακουμπάνε, να νιώθουν το ρίγος της αφής, ήταν εκεί! Μπορούν να έχουν μια εικόνα της πραγματικής ζωής που συμβαίνει εκείνη την στιγμή και τους αγνοεί ή μήπως είναι εκείνοι που την αγνοούν; Όχι! Για τα παιδιά αυτά ο πραγματικός κόσμος είναι μικρός για να χωρέσει τα όνειρά τους, για να εμπιστευτούν τα αισθήματά τους.

Και αναζητούν την πραγμάτωσή τους μέσα απ’ τις φαντασιώσεις που περίτεχνα κατασκευάζουν για λογαριασμό τους κάποιοι για να καπηλευτούν τις ελπίδες τους και να αναπληρώσουν τα συναισθηματικά τους κενά. Όλα αυτά τα παιδιά που είναι σκυμμένα αδιάκοπα πάνω στο κινητό τους, εκείνη την στιγμή δεν είναι εκεί, στον πραγματικό κόσμο. Δεν επικοινωνούν με τον διπλανό τους. Περιπλανώνται στον πλασματικό κόσμο του Διαδικτύου αγνοώντας τους κινδύνους και τις παγίδες που δεν παίρνουν την απαραίτητη δημοσιότητα, γιατί τα ίδια τα παιδιά δεν βρίσκουν το θάρρος να αποκαλύψουν, φοβούμενα κυρίως για τις ηθικές συνέπειες απέναντί τους.

Αυτή η αποξένωση που το κινητό τηλέφωνο έχει επιφέρει ανάμεσα στους ανθρώπους και που κατά μια ειρωνεία μέσα απ’ το ίδιο αυτό αντικείμενο προσπαθούν να ξορκίσουν οι ίδιοι, δεν κάνει διάκριση σε ηλικίες. Για πολλή ώρα παρακολουθούσα ένα ζευγάρι μεσήλικων που δεν είχε ανταλλάξει κουβέντα. Εκείνος, είχε βγάλει το κινητό του και μιλούσε ακατάπαυστα με κάποιον για τα πολιτικά και εκείνη, φανερά αμήχανη, δεν έβγαλε το δικό της κινητό που προφανώς και θα το είχε μαζί της, θέλοντας να του στείλει το μήνυμα πως η συμπεριφορά του αυτή εκθέτει και τους δυο μπροστά σε τόσο κόσμο.

Βέβαια σ’ αυτές τις μεγάλες ηλικίες η αποξένωση των συντρόφων είναι οριστική και αμετάκλητη και το γεγονός ότι εξακολουθούν να συγκατοικούν είναι κυρίως για οικονομικούς λόγους. Όμως, όταν αυτή αφορά σε νέα παιδιά με ηθικό αυτουργό το κινητό τηλέφωνο, στον βαθμό που αυτά αδυνατούν να βρουν κάποιον να ερωτευτούν, να συγκατοικήσουν με ο,τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον της οικογένειας, ως θεσμό και το  δημογραφικό, τότε αυτό χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση απ’ όλους, αλλά και την αποδοχή μιας αναγκαιότητας: Την χρήση του κινητού τηλεφώνου στο ελάχιστο.

Και στο ερώτημα αν τελικά το κινητό τηλέφωνο ωφελεί ή βλάπτει τον μέσο καθημερινό πολίτη να μπορούμε, χωρίς υπεκφυγές, να παραδεχτούμε πως περισσότερο βλάπτει. Ο αντίλογος σ’ αυτήν την παραδοχή, πως το κινητό είναι αναπόσπαστο κομμάτι στους έντονους ρυθμούς της σημερινής μας ζωής, είναι πως ακριβώς σ’ αυτούς τους έντονους ρυθμούς ζωής είναι που πρέπει να αντισταθούμε.  Η εξέλιξη και η πρόοδος έτσι όπως τις βιώνουμε, οδηγούν στην καταστροφή του πλανήτη αλλά και στην αυτοκαταστροφή μας, ως κοινωνία και ως άτομα.

Η πιο ήπια μορφή κοινωνικής αυτοκαταστροφής είναι αυτό το θλιβερό θέαμα της εξάρτησης των νέων απ’ το κινητό τους, που βλέπουμε όλοι μας στους χώρους συνάθροισης, μέρος του οποίου μπορεί να είμαστε και εμείς και να μην το αντιλαμβανόμαστε, Μια εξάρτηση όχι λιγότερο επικίνδυνη και καταστροφική από το αλκοόλ, τις ουσίες ή τα χαρτοπαίγνια και τον τζόγο. Μια ηρωική συμφωνία με τους φίλους μας θα ήταν όταν βγαίνουμε όλοι μαζί να έχουμε κλειστά τα κινητά…έτσι για να διαπιστώσουμε σε πρώτο βαθμό και την δυσκολία της …απεξάρτησης.

Η αποξένωση των ανθρώπων είναι το μικρότερο κακό που προξενεί το κινητό στην κοινωνία. Το μεγαλύτερο και το πιο επικίνδυνο είναι ότι συνδράμει σε αυτό το πρωτοεμφανιζόμενο φαινόμενο νεανικής παραβατικότητας, δίνοντας την δυνατότητα σε αυτά τα ανώριμα παιδιά να ‘σκηνοθετούν’ και να καταγράφουν πράξεις βίας με πρωταγωνιστές τους ίδιους και να προβάλλουν τα κατορθώματά τους  απ’ τα κινητά τους, μια προβολή που δεν την αρνούνται και τα κανάλια της τηλεόρασης, διεκδικώντας την αναγνώριση απ’ τους συνομηλίκους τους.

Πράξεις αντικοινωνικές που δυστυχώς είναι και τα πρώτα στάδια πιο επικίνδυνης παραβατικότητας και εγκληματικότητας στο μέλλον. Ωστόσο, οι γονείς που δεν φοβούνται έναν τέτοιο κίνδυνο για τα παιδιά τους, τότε ας επισημάνουν και ας αναδείξουν σ’ αυτά μόνο το δυσάρεστο θέαμα που προσφέρουν στους γύρω τους, πληκτρολογώντας συνεχώς το κινητό τους αλλά και την ασέβεια προς αυτούς, αναδεικνύοντας μια κακή πλευρά του χαρακτήρα τους. Κάτι που αναμφισβήτητα, θα τους δημιουργήσει κάποια στιγμή σοβαρά προβλήματα στις κοινωνικές και τις προσωπικές τους σχέσεις.

Keywords
Τυχαία Θέματα