Στη Βουλή τα μέτρα για αναμόρφωση της Νομικής Υπηρεσίας

Ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών, για συζήτηση, θα τεθούν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Νομική Υπηρεσία και τα μέτρα που εξήγγειλε ο Γενικός Εισαγγελέας Κώστας Κληρίδης για τη ριζική αναμόρφωση της Υπηρεσίας, με στόχο την πιο αποτελεσματική και εύρυθμη λειτουργία του νευραλγικού τούτου οργανισμού.

Μιλώντας στο πλαίσιο δημοσιογραφικής διάσκεψης στις 15/9, ο κ. Κληρίδης αναφέρθηκε στη δυσκολία που αντιμετωπίζει η Νομική Υπηρεσία στο να ανταποκριθεί με επάρκεια στις αρμοδιότητες και στα καθήκοντά της, κυρίως λόγω της υποστελέχωσής της, εκφράζοντας παράλληλα την ανάγκη για

λήψη των απαραίτητων μέτρων για την εύρυθμη λειτουργία της Υπηρεσίας.

Ο κ. Κληρίδης ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «Δικηγόροι της Δημοκρατίας είναι χρεωμένοι με εκατοντάδες υποθέσεις, μεγάλης σοβαρότητας, οι οποίες στον ιδιωτικό τομέα θα αποτελούσαν τον κύκλο εργασίας ολόκληρου δικηγορικού γραφείου», προειδοποιώντας, ταυτόχρονα, ότι «η παρούσα υποστελέχωση της Νομικής Υπηρεσίας, ελλοχεύει σοβαρότατους κινδύνους για το κύρος της Νομικής Υπηρεσίας, αλλά και για το Κράτος».

Ο Γενικός Εισαγγελέας εξέφρασε την ανάγκη αυτονόμησης και ανεξαρτητοποίησης της Νομικής Υπηρεσίας και εξομοίωσης των νομικών λειτουργών με τους Δικαστές, ως επίσης την ανάγκη τερματισμού το συντομότερο της δημοσιοϋπαλληλικής ιδιότητας των νομικών λειτουργών, καθώς και της αδικαιολόγητης ανισότητας μεταξύ αυτών και των Δικαστών.
Ο Γενικός Εισαγγελέας είπε ότι έχει ετοιμασθεί προσχέδιο νομοσχεδίου, το οποίο προβλέπει την ανεξαρτητοποίηση της Νομικής Υπηρεσίας από τη Δημόσια Υπηρεσία και τη μισθολογική ευθυγράμμιση των υψηλόβαθμων νομικών λειτουργών με τους Δικαστές του Επαρχιακού Δικαστηρίου.

Σημείωσε ότι το προσχέδιο αποστάληκε στις 11.07.2017 στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με την παράκληση όπως το προωθήσει προς το Υπουργικό Συμβούλιο, και κοινοποιήθηκε επίσης στον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως.

«Η υλοποίηση του νομοσχεδίου, κατά την άποψη μας και σύμφωνα με νομική γνωμάτευση εμπειρογνώμονα που πήραμε, δεν προϋποθέτει τροποποίηση του Συντάγματος», ανέφερε και τόνισε ότι η εκπλήρωση των στόχων αυτών «θα είναι μια τεράστια συνεισφορά στην εμπέδωση του Κράτους Δικαίου και στην αποτελεσματικότερη απονομή της δικαιοσύνης και ευελπιστώ ότι αυτή την προσπάθεια, θα την συνδράμουν όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς εξουσίας».

«Πόρισμα» τα όσα ανέφερε ο Γ. Εισαγγελέας για την αναμόρφωση της ΝΥ, με τα οποία συμφωνούμε, δηλώνει ο Πρόεδρος της Επιτροπής Νομικών.
Κληθείς να σχολιάσει τα όσα εξήγγειλε ο Γενικός Εισαγγελέας για τον εκσυγχρονισμό της Νομικής Υπηρεσίας, ο Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών Γιώργος Γεωργίου δήλωσε στο ΚΥΠΕ ότι η Επιτροπή, σε προσεχή της συνεδρία, θα εξετάσει αυτεπάγγελτα τις αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που προωθεί ο Γενικός Εισαγγελέας, «με τις οποίες συμφωνούμε απόλυτα».

Ο κ. Γεωργίου είπε ότι τα όσα ανέφερε στη δημοσιογραφική του διάσκεψη ο Γενικός Εισαγγελέας, για την κατάσταση που επικρατεί στη Νομική Υπηρεσία και το τι θα πρέπει να γίνει για να βελτιωθεί αυτή η κατάσταση, «αποτελούν, ουσιαστικά, πόρισμα, το οποίο θα συζητήσουμε στην Επιτροπή Νομικών».

«Έχει απόλυτο δίκαιο ο Γενικός Εισαγγελέας να ζητά την ανεξαρτητοποίηση και αυτονόμηση της Νομικής Υπηρεσίας», σημείωσε ο Πρόεδρος της Επιτροπής Νομικών.

Θα έπρεπε να είχε προηγηθεί σοβαρή δημόσια συζήτηση, δηλώνει ο Α. Μαρκίδης και προειδοποιεί ότι θα ανοίξει ο ασκός του Αιόλου με την ανεξαρτητοποίηση της ΝΥ.
Ο πρώην Γενικός Εισαγγελέας Αλέκος Μαρκίδης, μιλώντας στο ΚΥΠΕ, έκανε λόγο για «μια πιεσμένη υπηρεσία, η οποία υφίσταται μια συνεχή αιμορραγία», κατά την έκφραση του, λόγω του ότι τα μέλη της διορίζονται δικαστές, με αποτέλεσμα να οξύνεται ολοένα και περισσότερο το πρόβλημα της υποστελέχωσής της.

«Αυτό το φαινόμενο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί, παρά μόνο με αναθεώρηση του όλου συστήματος και κυρίως αναδόμηση των σχετικών μισθών των νομικών λειτουργών από τον βαθμό του δικηγόρου της Δημοκρατίας Α’ και πάνω», σημείωσε ο κ. Μαρκίδης.

Όπως εξήγησε, οι δύο ανώτατοι αξιωματούχοι της Νομικής Υπηρεσίας, ήτοι ο Γενικός Εισαγγελέας και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, «υπηρετούν υπό τους ίδιους όρους όπως οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με την ίδια ασφάλεια και με τα ίδια ωφελήματα. Όμως, όλοι οι νομικοί λειτουργοί που υπάγονται σε αυτούς τους δύο, δεν υπηρετούν κατ΄ αντιστοιχία με τους δικαστές των επαρχιακών δικαστηρίων».

«Κατά την άποψη μου, την οποία υποστήριζα πάντοτε, ο Εισαγγελέας της Δημοκρατίας πρέπει να έχει ίσα ωφελήματα με τα ωφελήματα του Προέδρου του Επαρχιακού Δικαστηρίου, ο Ανώτερος δικηγόρος της Δημοκρατίας πρέπει να αντιστοιχεί με τον Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή και ο Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α’ να αντιστοιχεί με τον Επαρχιακό Δικαστή. Αυτό οπωσδήποτε θα έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της διαρκούς αιμορραγίας που υφίσταται η Νομική Υπηρεσία λόγω των διορισμών των νομικών λειτουργών της ως δικαστές», επεσήμανε ο κ. Μαρκίδης.

Αναφορικά με τη θέση υπέρ της αυτονόμησης της Νομικής Υπηρεσίας, ο κ. Μαρκίδης είπε ότι «μιλούμε για μια ήδη ανεξάρτητη Υπηρεσία, η οποία υπάγεται σε ανεξάρτητο αξιωματούχο του κράτους, που υπηρετεί υπό τους ίδιους όρους όπως οι Δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου».

«Το να έρθουμε και να πούμε ότι θα πρέπει να έχει τον δικό της προϋπολογισμό και ο Γενικός Εισαγγελέας να καθορίζει τον αριθμό των νομικών λειτουργών που χρειάζεται (η Υπηρεσία), λυπούμαι, αλλά αυτό δεν πρέπει να γίνει, διότι θα ανοίξει ο ασκός του Αιόλου, θα υπονομευθεί στην ουσία η δυνατότητα της κυβέρνησης, της εκτελεστικής εξουσίας, να ελέγχει τις δαπάνες του προϋπολογισμού», πρόσθεσε.

Ο πρώην Γενικός Εισαγγελέας εξέφρασε την άποψη ότι «εάν αρχίσει ένα τέτοιο φαινόμενο, εγώ σας το λέω από τώρα ότι στο τέλος, ίσως έρθουν και άλλα μνημόνια προς θεραπεία αυτού που θα γίνει. Δεν μπορεί να γίνει αυτό το πράγμα».

«Όμως, επειδή υπάρχει και η αξίωση οι διορισμοί, οι μεταθέσεις οι προαγωγές, να γίνονται εσωτερικά από τη Νομική Υπηρεσία, (αυτό) δεν μπορεί να γίνει χωρίς τροποποιήσεις στο Σύνταγμα, διότι, αυτή τη στιγμή που μιλούμε, οι νομικοί λειτουργοί είναι -και ορθώς είναι- δημόσιοι υπάλληλοι και επομένως διορίζονται κατ΄ επιταγή του Συντάγματος από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), η οποία επίσης είναι ένα ανεξάρτητο όργανο», ανέφερε.

Και συνέχισε λέγοντας: «Το να έρθουμε να αλλάξουμε αυτό το σύστημα, τότε σημαίνει ότι οποτεδήποτε γίνεται ένας διορισμός ή μια προαγωγή ή άσκηση πειθαρχικού ελέγχου, θα γίνονται προσφυγές εναντίον του ίδιου του Γενικού Εισαγγελέα, με αποτέλεσμα στη συνέχεια να εκδικάζονται οι πράξεις του από το νέο Διοικητικό Δικαστήριο του οποίου, εν πάση περιπτώσει, τα μέλη δεν υπηρετούν υπό τους ίδιους όρους όπως οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου».

«Με άλλα λόγια», εξήγησε ο κ. Μαρκίδης, «ο Γενικός Εισαγγελέας του κράτους, από ανεξάρτητος αξιωματούχος, θα μετατραπεί ταυτόχρονα και σε διοικητικό όργανο, του οποίου οι πράξεις θα μπορούν να προσβληθούν με ακυρωτικές προσφυγές ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου».

«Νομίζω είναι πολύ σοβαρά αυτά τα θέματα και χρειάζεται πολλή συζήτηση…και είναι εκπληκτικό το ότι αυτά τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους χωρίς να προηγηθεί μια σοβαρή δημόσια συζήτηση με τα υπέρ και τα κατά αυτών των ιδεών», κατέληξε.

Σε άλλη χώρα, θα διορίζετο αμέσως Ερευνητική Επιτροπή για μελέτη των μέτρων, δηλώνει ο Ανδρέας Καπαρδής και χαρακτηρίζει τις αναφορές του Γ. Εισαγγελέα ως «ένα ηχηρό SOS».
Ο καθηγητής του Τμήματος Νομικής του Πανεπιστημίου Κύπρου και Επισκέπτης Καθηγητής στο Cambridge University, Ανδρέας Καπαρδής δήλωσε στο ΚΥΠΕ ότι «από ό,τι γνωρίζω, είναι η πρώτη φορά που Γενικός Εισαγγελέας δημόσια ζητά στήριξη και εκσυγχρονισμό της υπηρεσίας του για να μπορεί να εκτελεί επαρκώς την αποστολή της».

Όπως εξήγησε ο κ. Καπαρδής, στα Συντάγματα άλλων χωρών του κοινοδίκαιου, οι θεσμοί του επικεφαλής των εισαγγελέων (Director of Public Prosecutions (DPP)) και του Νομικού Συμβούλου του Κράτους/Γενικού Εισαγγελέα (Attorney General), είναι ξεχωριστοί.

Στη Κύπρο, ανέφερε, ο Γενικός Εισαγγελέας, με το Σύνταγμα του 1960, έχει και τις δύο αυτές αρμοδιότητες, σημειώνοντας ότι «για 57 χρόνια, η Νομική Υπηρεσία του κράτους λειτουργεί δύο εκκλησίες», κατά την έκφραση του, «παραμένοντας μία πολύ παραμελημένη υπηρεσία».

Ο κ. Καπαρδής χαρακτήρισε τις εξαγγελίες του Γενικού Εισαγγελέα για την αναμόρφωση της Νομικής Υπηρεσίας ως «φωνή έντονης διαμαρτυρίας αλλά, ταυτόχρονα, και μία κραυγή βοηθείας, ένα ηχηρό SOS».

Επικαλούμενος πρόσφατες στατιστικές, ο κ. Καπαρδής ανέφερε ότι το 2015, 96.039 άτομα προσήχθησαν κατηγορούμενοι στα δικαστήρια της Κύπρου, εκ των οποίων σχεδόν οι μισοί (45%) αθωώθηκαν. Επίσης, πρόσθεσε, το ποσοστό των υποθέσεων ενώπιον του δικαστηρίου στις οποίες αποσύρθηκαν οι κατηγορίες ήταν 43% το 2015, σε σύγκριση με 19% το 1980, 32% το 2000 και 35% το 2010.

«Χωρίς να παραγνωρίζω την πολύ σημαντική προσφορά προηγουμένων Γενικών Εισαγγελέων, ο Κώστας Κληρίδης, εν καιρώ κρίσης και αφόρητης πίεσης, ως Γενικός Εισαγγελέας έχει προσδώσει κύρος και αξιοπιστία στον θεσμό. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι τα διάφορα μέτρα που ζητά να ληφθούν είναι και απαραίτητα και κρίσιμης σημασίας για την εύρυθμη λειτουργία του νευραλγικού και ανεξάρτητου αυτού συνταγματικού θεσμού, ώστε να είναι σε θέση να διεκπεραιώνει επαρκώς και έγκαιρα την πληθώρα των αρμοδιοτήτων του», επεσήμανε.

Είπε, επίσης, ότι «το κράτος και όλοι μας οφείλουμε να διαφυλάττουμε την Δικαιοσύνη ως κόρη οφθαλμού και ως εθνική προτεραιότητα. Ουαί και αλίμονό μας, αν και αυτός ο θεσμός αφεθεί να καταρρεύσει».

«Σε άλλες χώρες», ανέφερε, «σε τέτοιες περιπτώσεις, ο Πρόεδρος ή ο Υπουργός Δικαιοσύνης ή η Βουλή, θα διόριζε άμεσα μία Ερευνητική Επιτροπή (Commission of Enquiry), η οποία να μελετήσει σε βάθος τα διάφορα μέτρα που προτείνει ο Γενικός Εισαγγελέας και σε σύντομο χρονικό διάστημα να καταθέσει έκθεση με συγκεκριμένες εισηγήσεις για τον εκσυγχρονισμό της Νομικής Υπηρεσίας, για να είναι σε θέση να εκτελεί στο ακέραιο την αποστολή της, όπως άλλωστε είναι και το βασικό αίτημα του Γενικού Εισαγγελέα».

«Σε μία τέτοια επιτροπή, καλό θα είναι να συμμετέχουν, μεταξύ άλλων, και Βοηθοί ή Γενικοί Εισαγγελείς και DPPs από δυτικές χώρες του κοινοδίκαιου - ΗΒ, Καναδά, ΗΠΑ, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία. Ας δούμε πώς και πότε θα ανταποκριθούν ο Πρόεδρος ή οι υπουργοί Δικαιοσύνης και Οικονομικών ή ο Πρόεδρος της Βουλής στην κρίση που απειλεί με κατάρρευση την Νομική Υπηρεσία για την οποία έχει ενημερώσει ο Γενικός Εισαγγελέας και δημόσια», κατέληξε.

Στόχος του Γ. Εισαγγελέα, η αναβάθμιση και η καλύτερη λειτουργία της Νομικής Υπηρεσίας, δηλώνει ο Πρόεδρος του Ανωτάτου.
Ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου Μύρων Νικολάτος, κληθείς να σχολιάσει τα όσα προωθεί ο Γενικός Εισαγγελέας για τον εκσυγχρονισμό της Νομικής Υπηρεσίας, ξεκαθάρισε ότι το Ανώτατο Δικαστήριο δεν επιθυμεί να προβεί σε οποιοδήποτε σχόλιο, εκφράζοντας, ωστόσο, την προσωπική του άποψη πως «ο Γενικός Εισαγγελέας, με τα όσα εξήγγειλε, έθεσε στόχους με σκοπό την αναβάθμιση και την καλύτερη λειτουργία της Νομικής Υπηρεσίας».

«Και η Δικαστική εξουσία προσπαθεί να αναβαθμίσει την παραγωγικότητα και την απόδοσή της», ανέφερε ο κ. Νικολάτος.

Πηγή: ΚΥΠΕ

Keywords
Τυχαία Θέματα