Περί «προσχημάτων» πολέμου κι εμπλοκής

Οι καταιγιστικές εξελίξεις, με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, δεν αποτελούν ούτε «κεραυνό εν αιθρία», ούτε μια απρόβλεπτη εξέλιξη. Εδώ και χρόνια οι γεωπολιτικοί και οικονομικοί ανταγωνισμοί μεταξύ ισχυρών καπιταλιστικών κρατών έχουν αποκτήσει τέτοια σφοδρότητα και δυναμική που ήταν μαθηματικά βέβαιο ότι, κάποια στιγμή, δε θα μπορούσαν να διευθετηθούν με προσωρινούς συμβιβασμούς κι εύθραυστες συμφωνίες.

Συνεπώς, όσοι κυβερνητικοί, πολιτικοί ή άλλοι παράγοντες του εγχώριου ή διεθνούς κατεστημένου «πέφτουν από τα σύννεφα» με αυτή την εξέλιξη, είτε είναι αδικαιολόγητα αφελείς είτε κοροϊδεύουν

συνειδητά τους λαούς. Προφανώς και είναι το δεύτερο, ειδικά αν σκεφτεί κανείς ότι είναι περίπου οι ίδιοι που μιλούν για «κίνδυνο πολέμου σε ευρωπαϊκό έδαφος, για πρώτη φορά μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο», αγνοώντας συνειδητά τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία πριν 30 χρόνια, τις αλλαγές συνόρων και τους διαμελισμούς κρατών στην Ευρώπη, στους οποίους πρωτοστάτησαν το ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ, η ΕΕ. Για να μη μιλήσουμε φυσικά για τους -δεκάδες άλλους- πολέμους κι επεμβάσεις στην ευρύτερη περιοχή κι όχι μόνο.

Η τυπική έναρξη του πολέμου ήταν η στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία, όμως το εύφλεκτο υλικό συσσωρεύεται εδώ και χρόνια τόσο στην περιοχή της πρώην ΕΣΣΔ όσο και διεθνώς.

Εδώ και χρόνια οι ΗΠΑ, το ΝΑΤΟ, η ΕΕ μεθοδεύουν την οικονομική, πολιτική και στρατιωτική περικύκλωση της Ρωσίας. Το ΝΑΤΟ συνεχώς διευρύνεται με χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, στρατιωτικές δυνάμεις, βάσεις και σύγχρονα όπλα εγκαθίστανται σε διάφορα σημεία πέριξ της Ρωσίας, ενώ το 2014 αυτές οι δυνάμεις οργάνωσαν πραξικόπημα στην Ουκρανία (η λεγόμενη πορτοκαλί «επανάσταση»), με τη στήριξη φασιστικών ομάδων και παραστρατιωτικών μηχανισμών. Από την άλλη η καπιταλιστική Ρωσία προωθεί -ως απάντηση- τα δικά της σχέδια, με πιο χαρακτηριστικά την ένταξη της Κριμαίας στη Ρωσική Ομοσπονδία και πρόσφατα την αναγνώριση της «ανεξαρτησίας» των λεγόμενων Δημοκρατιών του Ντονμπάς. Ταυτόχρονα, στην πιο «μεγάλη εικόνα» ξεπροβάλλει η αντιπαράθεση ΗΠΑ – Κίνας για την πρωτοκαθεδρία στο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα που θα δυναμώσει ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια.

Αυτά τα σχέδια προωθούνται με μπόλικες δόσεις αντικομμουνισμού κι αντισοβιετισμού κι από τις δύο πλευρές, αφού η εθνικιστική υστερία θα πρέπει – εκτός των άλλων – να εκτοπίσει και τη συλλογική ιστορική μνήμη δύο λαών, πουζούσαν για δεκαετίες αδελφωμένοι στο πλαίσιο του σοσιαλισμού, γεγονός που φωτίζει ταυτόχρονα το μέλλον και την κατεύθυνση της πάλης.

Όσα προηγήθηκαν των πρόσφατων γεγονότων έχουν πολύ μεγάλη σημασία, γιατί η προσέγγιση τέτοιων συγκρούσεων δε μπορεί να γίνει με όρους ποιος «ήρξατο χειρών αδίκων» και ποιος αναγκάζεται σε «αυτοάμυνα». Ο πόλεμος είναι η συνέχιση της πολιτικής με βίαια μέσα, το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της όξυνσης του καπιταλιστικού ανταγωνισμού για τις σφαίρες επιρροής, τις αγορές, τις πρώτες ύλες, τα ενεργειακά σχέδια και τους δρόμους μεταφοράς, που προϋπάρχει σε καιρό «ειρήνης». Προκειμένου να συγκαλυφθεί αυτή η αλήθεια, επιστρατεύονται τόνοι από προσχήματα και δικαιολογίες.

Από την «εθνοκάθαρση του Μιλόσεβιτς στο Κόσσοβο το 1999» και τα «χημικά όπλα του Σαντάμ στο Ιρακ και του Καντάφι στη Λιβύη» (που ακόμη αναζητούνται), μέχρι τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας στο Αφγανιστάν» και την «Αραβική Άνοιξη στη Συρία», τα προσχήματα ήταν και είναι πάντα το αναγκαίο συμπλήρωμα για να δικαιολογηθεί η πολεμική εμπλοκή. Μάλιστα η υποκρισία των ιμπεριαλιστών είναι τόσο ξεδιάντροπη που εναλλάσσουν προσχήματα και ρόλους ανάλογα με το τι τους συμφέρει κάθε φορά.

Σήμερα το ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ και η ΕΕ κόπτονται για την «εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας» και το «απαραβίαστο των συνόρων», ενώ η Ρωσία, προκειμένου να καλύψει τα γενικότερα στρατηγικά της σχέδια για τον έλεγχο της Ουκρανίας, επικαλείται το «δικαίωμα αυτοδιάθεσης των εθνών» όσον αφορά την απόσχιση του Ντονμπάς. Σε άλλες περιπτώσεις ήταν το ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ και η ΕΕ που επικαλούνταν την «αυτοδιάθεση των εθνών», για να χαράξουν νέα σύνορα, να διαμελίσουν κράτη και να επέμβουν στρατιωτικά εναντίον της εδαφικής ακεραιότητας κρατών. Οι ίδιοι σήμερα εμφανίζονται υπερασπιστές του «διεθνούς δικαίου», όταν ακόμη κι αυτό το διεθνές δίκαιο, που διαμορφώθηκε μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με την καθοριστική συμβολή των σοσιαλιστικών χωρών, το τσαλαπάτησαν ουκ ολίγες φορές, το έκοψαν και το έραψαν στα μέτρα τους.

Αντίστοιχα προσχήματα χρησιμοποιούν κι όσα μέρη -με τον ένα ή τον άλλο τρόπο- στηρίζουν ή συμμετέχουν στον πόλεμο. Η Ελλάδα είναι ένα από αυτά αφού, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, εμπλέκεται ενεργά και σε αυτή την ιμπεριαλιστική σύγκρουση, με στόχο τη γεωστρατηγική αναβάθμιση της ελληνικής αστικής τάξης, δηλαδή τη συμμετοχή της στο πλιάτσικο και την αναδιανομή της «πίτας», που γίνεται με το αίμα των λαών. Οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν τεράστιες ευθύνες για τη συμμετοχή τους σε ιμπεριαλιστικούς πολέμους και επεμβάσεις, ενώ όσον αφορά την Ουκρανία τα γεγονότα είναι αδιάψευστα.

Η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ έχουν στηρίξει διαχρονικά όλες τις ΝΑΤΟϊκές αποφάσεις με στόχο την περικύκλωση της Ρωσίας, ενώ μέσω του Στρατηγικού Διαλόγου με τις ΗΠΑ, που εγκαινίασε ο ΣΥΡΙΖΑ και συνεχίζει η ΝΔ, όλη η επικράτεια μετατράπηκε σε αμερικανοΝΑΤΟϊκό ορμητήριο. Οι στρατιωτικές βάσεις στην Αλεξανδρούπολη, το Στεφανοβίκειο κι όχι μόνο εξελίσσονται σε κέντρο προώθησης αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Ανατολική Ευρώπη. Συνεπώς, η εμπλοκή της Ελλάδας στην πολεμική σύγκρουση είναι άμεση και ο κίνδυνος για τον ελληνικό λαό, σε περιπτώσεις γενίκευσης της, παραπάνω από υπαρκτός.

Άλλωστε αυτό επιβεβαιώνεται κι από τη στάση των πολιτικών δυνάμεων στα πρόσφατα γεγονότα.

Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει κάνει σημαία της τη στήριξη στο αμερικανοΝΑΤΟϊκό μπλοκ, με το πρόσχημα ότι έτσι «ισχυροποιούνται οι ελληνικές θέσεις έναντι της Τουρκίας».

Φυσικά, κάτι τέτοιο διαψεύδεται απ’ την ίδια την πραγματικότητα. Η διαχρονική στήριξη, που έχουν προσφέρει οι ελληνικές κυβερνήσεις στις ΝΑΤΟϊκές επεμβάσεις, συνυπάρχει με την αναβάθμιση των διεκδικήσεων της τουρκικής ηγεσίας σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας, με το ΝΑΤΟ σε ρόλο «Πόντιου Πιλάτου». Άλλωστε, η διατήρηση της συνοχής της ευρωατλαντικής συμμαχίας, στο πλαίσιο του σφοδρού ανταγωνισμού με Ρωσία και Κίνα, είναι αυτό που απασχολεί το ΝΑΤΟ με ό,τι συνεπάγεται για τη στάση του έναντι της Τουρκίας. Ας μην ξεχνάμε, επίσης, ότι η συμμετοχή της Ελλάδας σε μια άλλη «Ουκρανική εκστρατεία», στο πλευρό των ιμπεριαλιστών το 1919, για την κατάπνιξη της νεαρής τότε σοβιετικής εξουσίας, συνοδεύτηκε από τη «Μικρασιατική Καταστροφή» λίγα χρόνια αργότερα.

Στα διάφορα προσχήματα έχει προστεθεί και η δήθεν «φροντίδα για την ελληνική ομογένεια στην Ουκρανία», που στο παρελθόν στοχοποιήθηκε από τις φασιστικές δυνάμεις της Ουκρανίας, τις οποίες στήριξαν το ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ και η ΕΕ.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, δίνει ρεσιτάλ υποκρισίας και στρουθοκαμηλισμού. Με την απόδοση ευθύνης μονομερώς στη Ρωσία «ξεπλένει» το ρόλο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, αλλά και τη συμμετοχή της χώρας στους ευρωτατλαντικούς σχεδιασμούς. Σπέρνει για μια ακόμη φορά αυταπάτες για τον επιθετικό ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της ΕΕ. Άλλωστε, ήταν η ίδια η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ που πρωτοστάτησε στην υλοποίηση των αμερικανοΝΑΤΟϊκών σχεδίων, εγκαινιάζοντας τον Στρατηγικό Διάλογο με τις ΗΠΑ για την αναβάθμιση των στρατιωτικών βάσεων στην Ελλάδα. Τώρα προσπαθεί να εμφανιστεί «αθώος του αίματος» για να μπορεί να παραπλανά έναν προοδευτικό κόσμο.

Μάλιστα έφτασε ο κ. Τσίπρας να δηλώνει στη Βουλή τα εξής: «Ήταν πάγια θέση του ΣΥΡΙΖΑ η αναβάθμιση της Αλεξανδρούπολης, όχι όμως να ενταχθεί σε αμερικανικές επιχειρήσεις και να έχουμε κάθε μέρα δηλώσεις Ρώσων αξιωματούχων κατά της Ελλάδας».

Η κοροϊδία σε όλο της το μεγαλείο! Όχι μόνο γιατί ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ ήξεραν πολύ καλά ότι η βάση στην Αλεξανδρούπολη και όχι μόνο, θα αξιοποιούνταν για τις επιθετικές ενέργειες σε βάρος της Ρωσίας, αλλά και γιατί οι προειδοποιήσεις Ρώσων αξιωματούχων σε βάρος της Ελλάδας υπήρχαν από τότε.

Όσο για τα σχήματα περί «συστημάτων συλλογικής ασφάλειας» κλπ, που δήθεν θα διευθετήσουν «ειρηνικά» τους ανταγωνισμούς και θα οδηγήσουν σε έναν «ειρηνικό» καπιταλισμό, έχουν τόση αξία όσο το να λες ότι «ο ήλιος θα ανατείλει από τη Δύση». Αυτά τα «σχήματα» είναι τόσο παλιά όσο και η συνεισφορά της σοσιαλδημοκρατίας στο σύστημα, ενώ – με την μία ή την άλλη μορφή – λανσάρονται σε αντίστοιχες ιστορικές στιγμές από τέτοια κόμματα, αφενός για να συγκαλύψουν την ουσιαστική τους συμφωνία στη γραμμή της πολεμικής εμπλοκής κι αφετέρου για να ξεγελάσουν τον λαό.

Στο ίδιο μήκος κύματος το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, που ως κυβέρνηση άλλωστε έχει γράψει τη δική του ιστορία συμμετοχής σε πολεμικές επεμβάσεις (Γιουγκοσλαβία, Αφγανιστάν, Ιρακ κλπ), αλλά και ο Βαρουφάκης που αφού «κλαίει κι οδύρεται» για την αποτυχία της ΕΕ, με τον οίστρο των νεολογισμών που τον διακατέχει, προτείνει ως λύση τον «μη-πόλεμο»!!!

Αυτή η στάση της σοσιαλδημοκρατίας και του οπορτουνισμού, ήδη από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, που -με διάφορα προσχήματα και θεωρίες- έδινε άλλοθι τόσο στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο όσο και στην ιμπεριαλιστική «ειρήνη» που τον προετοιμάζει, ήταν που οδήγησε τον Λένιν να γράψει: «Από πολύ καιρό έχει αναγνωριστεί ότι οι πόλεμοι, παρ’ όλες τις φρικαλεότητες και τις συμφορές που προκαλούν, φέρνουν κι ένα λίγο-πολύ μεγάλο όφελος, γιατί αποκαλύπτουν, ξεσκεπάζουν και καταστρέφουν αμείλικτα ένα μεγάλο μέρος από το σάπιο, το παρωχημένο, το απονεκρωμένο που υπάρχει στους θεσμούς της ανθρώπινης κοινωνίας. Έτσι και ο ευρωπαϊκός πόλεμος του 1914 – 1915 άρχισε επίσης να φέρνει αναμφισβήτητο όφελος στην ανθρωπότητα, γιατί δείχνει στην πρωτοπόρα τάξη των πολιτισμένων χωρών ότι μέσα στα κόμματά της (σ.σ. τα τότε σοσιαλδημοκρατικά) έχει ωριμάσει ένα απαίσιο απόστημα γεμάτο πύο και ότι από κάπου έρχεται μια ανυπόφορη μυρωδιά πτωμαΐνης».

Για όλους αυτούς τους λόγους, οι λαοί χρειάζεται να γυρίσουν την πλάτη στα προσχήματα που χρησιμοποιούνται κάθε φορά, οργανώνοντας τον αγώνα τους ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τις αιτίες που τον γεννούν. Σε ό,τι αφορά τον ελληνικό λαό, αυτός ο αγώνας δεν έχει καμία σχέση με τις κοινοτοπίες και τα ευχολόγια των άλλων κομμάτων περί «ειρηνικής λύσης» και «διπλωματίας», αλλά σημαίνει πρακτικά και ξεκάθαρα τα εξής:

Καμία συμμετοχή – καμία εμπλοκή της Ελλάδας στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο με οποιοδήποτε τρόπο κι οποιοδήποτε πρόσχημα.

Να κλείσουν τώρα όλες οι αμερικανοΝΑΤΟϊκές στρατιωτικές βάσεις στη χώρα μας που αξιοποιούνται ως ορμητήρια πολέμου και

Κανένα ελληνικό στρατιωτικό σώμα να μη σταλεί στην Ουκρανία, σε χώρες που συνορεύουν με αυτήν ή σε άλλες ιμπεριαλιστικές αποστολές.

Να δυναμώσει η πάλη για αποδέσμευση από τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, με το λαό στο τιμόνι της εξουσίας.

Σε αυτόν τον αγώνα το ΚΚΕ δίνει όλες του τις δυνάμεις, ώστε ο ελληνικός λαός κι οι άλλοι λαοί να ξεμπερδέψουν τελικά με το σύστημα που γεννά τη φτώχεια, την εκμετάλλευση, τον πόλεμο.

*Ο Γιάννης Γκιόκας είναι Υπεύθυνος του Γραφείου Τύπου της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ & Βουλευτής Ανατολικής Αττικής

Διαβάστε επίσης:

Δια πυρός και σιδήρου: Η ρωσική εισβολή αλλάζει την εικόνα της Ευρώπης και την παγκόσμια ισορροπία

Ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία: Ένα μέλλον σκοτεινό για όλους

Ουκρανία και τουρκικός αναθεωρητισμός

Keywords
Τυχαία Θέματα