Η πλημμύρα του 1924 και ο ποταμός Νέδοντας

Καθώς τα περί αντιπλημμυρικών είναι πάντοτε επίκαιρα, λέω να (…) γνωρίσουμε το παρελθόν μέσα από καταγραφές γεγονότων, να τρομάξουμε στην ιδέα εκείνου που μπορεί να συμβεί, να προσπαθήσουμε να αποτρέψουμε ή να περιορίσουμε τέτοιους κινδύνους.

Η Καλαμάτα στο σύνολο – ή και μεμονωμένες περιοχές της – έχει δοκιμάσει πολλές φορές την πίκρα της πλημμύρας. Αλλά εκείνη που τη «σημάδεψε» ήταν η πλημμύρα του 1924, η οποία συνέβη τέτοιες ημέρες – άλλωστε ο Οκτώβριος και ο Νοέμβριος ήταν πάντοτε απειλητικοί

μήνες…

Δυστυχώς από την περίοδο της μεγάλης πλημμύρας δεν έχουν διασωθεί τα φύλλα των μεγαλύτερων εφημερίδων εκείνης της εποχής «Θάρρος» και «Σημαία». Υπάρχουν μόνο φύλλα της μικρότερης εφημερίδας «Μεσσηνιακός Κήρυξ», τα οποία όμως είναι μεταγενέστερα και καταγράφουν τον απόηχο εκείνης της εποχής, ο οποίος έχει το δικό του ενδιαφέρον.

Αναγκαστικά η αναζήτηση πληροφοριών στρέφεται στις αθηναϊκές εφημερίδες, μερικές από τις οποίες δίνουν ορισμένα στοιχεία σχετικά με το τι και πώς συνέβη.

Η πλημμύρα έγινε στις 21 Οκτωβρίου ύστερα από καταρρακτώδεις βροχές σε ολόκληρη την Πελοπόννησο, που προξένησαν μεγάλες ζημιές και σε άλλες περιοχές, όπως η Πάτρα. Από αυτήν καταστράφηκε και το δίκτυο επικοινωνιών και τα νέα κατ’ αρχάς έφθασαν μαζί με τους… επιβάτες του τρένου, όπως αντιλαμβάνεται κάποιος από την είδηση η οποία φιλοξενείται στο «Έθνος» στις 23 Οκτωβρίου:

«Κατά πληροφορίας επιβατών αφιχθέντων χθες εκ Καλαμών, προχθές το απόγευμα, λόγω της ραγδαίας βροχής, επλημμύρισεν ο ποταμός Νέδων, τα ύδατα του οποίου διαρρήξαντα, λόγω της ορμητικότητός των, το αριστερόν τείχος εις δύο σημεία της πόλεως, παρά τα κρεοπωλεία και την πλατείαν, κατέκλυσαν άπασαν σχεδόν την πόλιν προξενήσαντα μεγάλας καταστροφάς εις καταστήματα και οικίας. Τα ύδατα εύρον διέξοδον προς την Παραλίαν, εις την οποίαν επίσης εγένοντο μεγάλαι ζημίαι. Μέχρις ώρας αριθμούνται εννέα θύματα. Επίσης διερράγη και το δεξιόν τείχος παρά το προάστιον Καλύβια, άπαντες δε οι πέριξ αγροί κατεκλύσθησαν υπό των υδάτων εις μεγάλην έκτασιν. Αι προξενηθείσαι ζημίαι είναι ανυπολόγιστοι».

«Θέαμα τραγικόν»

Στις 25 Οκτωβρίου δημοσιεύεται εκτενέστερο ρεπορτάζ στην εφημερίδα «Σκριπ»:

«Αι ληφθείσαι χθες νεότεραι πληροφορίαι περί της πλημμύρας του Νέδοντος των Καλαμών αναφέρουν τρομακτικάς λεπτομερείας. Κατόπιν ραγδαίων βροχών εις τα Αλαγωνιακά βουνά, η κοίτη του Νέδοντος υπερεπληρώθη και τα νερά, υπερπηδήσαντα τα προφυλακτήρια τείχη, εισόρμησαν εις την πόλιν και κατέκλυσαν την δυτικήν πλευράν αυτής. Εντός ολίγου η πόλις μεταβάλλεται εις λίμνην. Η κάτω πλατεία παριστά θέαμα τραγικόν. Βαρέλια, τραπέζια, καθίσματα και άλλα οικιακά σκεύη παρασύρονται ακολουθούντα την διεύθυνσιν των υδάτων. Τα εκεί κέντρα κατακλύζονται, ξενοδοχεία, καφενεία, ζαχαροπλαστεία υπερπληρώνονται ιλύος.

Ο χείμαρρος ολοέν ογκούται. Το θέαμα είνε τρομακτικόν. Αι κεντρικαί γέφυραι, ιδίως η γέφυρα των κρεοπωλείων, κατακλύζονται υπό υδάτων. Ογκοι υδάτων κυλίονται άγριοι και απειλητικοί. Μαζύ συσσωρεύονται υπό τας γεφύρας τεράστια δέντρα και άλλα ξύλα. Τα Καλύβια πλημμυρίζονται. Η εκείθεν του ποταμού κειμένη οικία του Γ. Κοντόπουλου παρασύρεται υπό των υδάτων και μεταβάλλεται εις ερείπια. Άλλαι οικίαι κείμεναι μεσημβρινώς της πόλεως παρασύρονται.

Διά μιαν στιγμήν γεννώνται φόβοι ότι δεν θα μείνει λίθος επί λίθου, διότι η ορμή του χειμάρρου είναι ακράτητος. Τα ισόγεια και υπόγεια των οικιών μεταβάλλονται εις λίμνας. Οι οικείοι των αποκλεισμένων εκδηλούν ζωηράς ανησυχίας. Κάρα διάφορα παρέχουν χείρα βοηθείας εις τους κινδυνεύοντας και τους μεταφέρουν εις άλλα μέρη της πόλεως».

Το ρεπορτάζ συνεχίζει με τις καταστροφές:

«Τα περιβόλια τα κείμενα δυτικώς της πόλεως μέχρι της θαλάσσης κατεκλύσθησαν υπό των υδάτων και επεχώθησαν δι’ άμμου. Τα κηπουρικά είδη κατεστράφησαν ολοσχερώς. Η συγκοινωνία της πόλεως μετά της Παραλίας έχει διακοπεί τελείως. Τα ύδατα κυλιόμενα ορμητικά παρέσυραν μέρος του προφυλακτήριου τείχους παρά το καφενείον Καμουτσή και κατέκλυσαν την πλατείαν και τας οδούς Αριστομένους και Φαρών. Ορμητικά όπως κατήρχοντο, παρέσυραν ό,τι εύρισκον.

Διά μιαν στιγμήν όλη η μεγάλη έκτασις με περιφέρειαν από Σιδηροδρομικού Σταθμού, οδών Κήπου Εδέμ και Φαρών, καφενείου Παραλίας “Πανελλήνιον” και ναού Αναλήψεως είχε μεταβληθεί εις μιαν απέραντον λίμνην. Τα ύδατα κατερχόμενα εκ της οδού Αριστομένους και Φαρών εχύνοντο εις τον λιμένα, τον οποίον προσέχωσαν τελείως. Η επελθούσα ζημία είναι ανυπολόγιστος. Όλα τα εμπορεύματα τα οποία ευρίσκοντο εντός των αποθηκών του Τελωνείου και εις τον προ αυτού χώρον κατεστράφησαν τελείως. Και ευρίσκοντο εμπορεύματα εκατομμυρίων. Εν γένει αι επελθούσαι ζημίαι μόνον εις τον λιμένα υπολογίζονται εις δεκάδας εκατομμύρια».

Η περιγραφή ολοκληρώνεται με τα θύματα.

«Έχομεν τόσας μελέτας όσαι και αι πλημμύραι»

(…) Μετά τις καταστροφές ο δήμαρχος Παν. Σάλμας κάλεσε συλλαλητήριο με αιτήματα για αποζημιώσεις και έργα προστασίας από τον Νέδοντα. Και στην εφημερίδα «Μεσσηνιακός Κήρυξ» στις 5 Νοεμβρίου ο Γ. Κορφιωτάκης περιγράφει γλαφυρά την ιστορία των πλημμυρών και των… έργων:

«Ήδη η διενεργουμένη μελέτη της διαρρυθμίσεως της κοίτης του χειμάρρου φαίνεται ομοία των προγενεστέρων συντασσομένων μεθ’ εκάστην πλημμύραν από της πρώτης συνταχθείσης παρά του μηχανικού Αντ. Μαναράκη μετά την φοβεράν πλημμύραν του έτους 1886 και αι επόμεναι, κατόπιν φωνασκιών, διαμαρτυριών και συλλαλητηρίων. Και κάθε προς μελέτην των μηχανικών αποστολή διήρκει όσον και η ορμή του χειμάρρου, έχομεν δε τόσας μελέτας όσαι και αι συμβάσαι πλημμύραι με τας οποίας εξοικειώθημεν πλέον».

Και καταγγέλλει ότι:

«Η αποψίλωσις των κλιτύων των δασών του Νέδοντος είνε η αιτία η προκαλούσα κατολίσθησιν της ιλύος και αύτη πάλιν επιφέρει το κακόν της επιχώσεως της κοίτης του ποταμού. Την αποψίλωσιν λοιπόν έδει αρχήθεν να επολεμούσαμεν και κατ’ αυτής να εστρεφώμεθα διά να είχωμεν λύση τα ζητήματα και εσώζαμεν την πόλιν μας. Διότι, εάν με τοιούτον γόνιμον και παρθένον έδαφος επί των κλιτύων των ορέων του Νέδοντος απηγορεύετο η ξύλευσις και η βοσκή των ζώων επί μίαν τριετίαν έστω, οίαν γνώμην εξήνεγκεν άλλοτε διακεκριμένος μηχανικός, θα είχωμεν πραγματοποιημένην την προ ετών επιζητουμένην αναδάσωσιν».

Ο Κορφιωτάκης μάλιστα θεωρεί πως οι πρόσφυγες είναι οι πρόξενοι της καταστροφής:

«Και αντί των ανωτέρω οπόσην κακήν αίσθησιν μας επροξένει να εβλέπομεν τους πτωχοπρόσφυγας από της ενταύθα αφίξεώς τους μικρούς τε και μεγάλους και γυναίκας μεταφέροντας αδιακόπως φορτώματα καυσόξυλα, τα οποία συνέλεγον από τας κλιτύας και φάραγγας των ορέων του Νέδοντος, καταφύγοντες εις τούτο ως το προχειρότερον έργον χάριν εξοικονομήσεως του αναγκαιούντος αυτοίς άρτου, αφού μάλιστα τα καυσόξυλα ετιμώντο τόσον πανάκριβα. Πιστεύω δε ότι δεν αφήκαν εις τα βουνά του ποταμού κούτσουρο ή κλαράκιον, ένεκεν του οποίου έπρεπεν να αναμένωμεν την προχθεσινήν πλημμύραν. Και εν τούτοις δεν επεφάνει τις αρμόδιος να φωνάξη να εμποδισθή η τοιαύτη καταστροφή».

Η ίδια εφημερίδα στις 2 Νοεμβρίου δημοσιεύει τη μελέτη του Ελβετού μηχανικού Φ. Παγιαρόλα, ο οποίος προτείνει να κατασκευαστούν 91 φράγματα και 17 πρόβολοι.

(…) Φράγματα τελικά έγιναν μετά από χρόνια, καθώς στη «Σημαία» (15.8.1936), διαβάζοντας τον απολογισμό των έργων με βάση μια άλλη μελέτη του δασάρχη Γ. Μαρίνου, βλέπουμε ότι είχαν κατασκευαστεί μεταξύ των άλλων 46 τσιμεντολιθοδόμητα φράγματα στερεώσεως κοιτών, 31 ξηρολιθοδόμητα φράγματα στερεώσεως κοιτών, επτά ξύλινα φράγματα στερεώσεως, οκτώ τοίχοι προσαρμογής εδάφους, ενώ είχε γίνει αναδάσωση σε 3.500 στρέμματα.

(…) Από τότε έγιναν διάφορες παρεμβάσεις στην κοίτη του Νέδοντα, η εκβάθυνση, το τσιμεντάρισμα της κοίτης, το σκέπασμα με στήριξη σε δοκούς, η κατασκευή έργων και εγκαταστάσεων μέσα στην (προ της τσιμενταρισμένης) κοίτη του ποταμού, οι πυρκαγιές στον Ταΰγετο.

Εδώ και περισσότερα από 20 χρόνια υπάρχει μελέτη του ΥΠΕΧΩΔΕ, η οποία εκτιμά ότι ένα πλημμυρικό φαινόμενο μπορεί να πάρει καταστροφικές διαστάσεις για την πόλη, καθώς μάλιστα τα φερτά υλικά μπορεί να «φράξουν» την κοίτη. Η ανησυχία και η φροντίδα των δημοτικών παραγόντων κινείται περί το μηδέν, κανένας δεν έχει διεκδικήσει χρηματοδότηση του μεγάλου έργου που απαιτείται και ο καθένας σκέφτεται πως η «βόμβα» δεν θα σκάσει στα χέρια του.

Παλιές και ίσως διδακτικές ιστορίες…

(…) Και άλλες φορές έχω γράψει, με άλλες αφορμές, ότι ο Νέδοντας και η πόλη πάνε μαζί σε μια σχέση ανταγωνιστική, καθώς η πόλη τον περιόριζε και αυτός διεκδικούσε τον ζωτικό του χώρο. Και δεν μπορεί παρά να προκαλεί μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι, πριν από 148 χρόνια, υπήρχαν άνθρωποι στην πόλη οι οποίοι έλεγαν πράγματα που πολλοί ανακάλυψαν τα τελευταία χρόνια. Με μια καθαρεύουσα που έχει τη δική της περιγραφική χάρη, ο αρθρογράφος της εφημερίδας «Αριστόδημος» την Πρωτοχρονιά του 1871 σχολιάζει επικριτικά την ανθρώπινη αδηφαγία που εκδηλώνεται σε ποτάμια, χειμάρρους και ρέματα:

«Ο χειμών εξακολουθεί δριμύς και έκτακτος. Ο παρά την πόλιν ημών καταρρέων χείμαρρος Νέδων επλημμύρισε προ πέντε ημερών και παρέσυρε και κατέστρεψε περιφράγματα τινά εν τη κοίτη του, διεκδικήσας ούτω τα φυσικά αυτού όρια. Οι παρά την όχθην αυτού έχοντες κτήματα δεν δικαιούνται, φρονούμεν, να παραπονεθώσιν διά τας επινεχθείσας αυτούς μικράς ζημίας, διότι δι’ επανειλημμένων προασαυξήσεων και προεκτάσεων των κτημάτων αυτών εστενοχώρησαν υπέρ το δέον την κοίτην του χειμάρρου και εγένοντο παραίτιοι της συμβάσης ζημίας. Και οι ποταμοί και τα στοιχεία αυτά της φύσεως πιεζόμενα παρά τους κανονίζοντας την πορείαν αυτών φυσικούς νόμους εξανίστανται και ικανοποιούνται εν δέοντι…».

Ο σημαντικότερος μελετητής του ποταμού ήταν ο Ζίγκμουντ Μινέικο, παππούς του Ανδρέα Παπανδρέου!

(…) Παρά τις κατά καιρούς εκβαθύνσεις και διευθετήσεις, ο Νέδοντας συνέχισε να πνίγει την πόλη και όσους… νομίμως είχαν καταλάβει την κοίτη του. Για την ιστορία θα πρέπει να αναφέρουμε ότι ο σημαντικότερος και παλιότερος μελετητής της διευθέτησης του Νέδοντα ήταν ο Ζίγκμουντ Μινέικο, παππούς του Ανδρέα Παπανδρέου. Σε δημοσίευμα της «Σημαίας» στις 19.11.1937 διαβάζουμε ότι:

«Προ πολλών ετών εγένετο μελέτη του ζητήματος από τον Μινέικο, έναν Ευρωπαίον μηχανικόν, όστις εξεπόνησε σχέδιον οριστικής διευθετήσεως του Νέδοντος. Το σχέδιον αυτό ενεκρίθη υπό του Συμβουλίου Δημοσίων Έργων και, αφού υπέστη διαφόρους μεταμορφώσεις και τροποποιήσεις, εφαρμόζεται. Κατά τον Μινέικο, η κοίτη του Νέδοντος αποτελεί τον κώνον των αποθέσεων των υλών, των χαλίκων και των ιλύων που κατέρχονται εκ των Αλαγωνιακών ορέων. Διά τούτο η κοίτη μέσα σε λίγα χρόνια υψώθη κατά τρία και τέσσερα μέτρα περίπου, ού ένεκεν και αι υπερχειλίσεις αυτής, εν περιπτώσει πολυομβρίας ήτο αναπόφευκτος. (…) Ήδη, σύμφωνα με το τροποποιηθέν σχέδιον Μινέικο, γίνονται και έργα εις την πεδινήν κοίτην».

«Κάθε προς μελέτην των μηχανικών αποστολή διήρκει όσον και η ορμή του χειμάρρου»

Ο συντάκτης του ρεπορτάζ εκπλήσσεται με το μηχάνημα που εργάζεται. Πρόκειται για την περίφημη φαγάνα, που είχε εγκαταλειφθεί στην κοίτη για πολλά χρόνια μετά τον πόλεμο:

«Αλλ’ ό,τι εκπλήσσει είναι το εκσκαπτικόν μηχάνημα, που λειτουργεί κατά τρόπον αξιοθαύμαστον. Ένας μόνον άνθρωπος, που διευθύνει αυτήν την διαβολικήν μηχανήν, κάμνει εις μίαν ημέραν τόσην εργασίαν, όσην δεν θα έκαμνον και 200 εργάται. Τοποθετημένος εις την θέσιν του διευθύνει με τα χέρια του, τα πόδια του και τα μάτια του μίαν τεραστίαν κεραίαν κινουμένην κατά την θέλησίν του, δεξιά και αριστερά».

(…) Παλιές, ξεχασμένες και σε πολλούς άγνωστες ιστορίες, ίσως και διδακτικές…

* Ο Ηλίας Μπιτσάνης είναι πρώην δημοσιογράφος στην εφημερίδα «Ελευθερία» της Καλαμάτας

Το κείμενο αυτό συντίθεται από αποσπάσματα δύο κειμένων του Ηλία Μπιτσάνη, τα οποία περιλαμβάνονται στο βιβλίο του «Ιστορίες για την πόλη…», το οποίο μόλις κυκλοφόρησε από την εφημερίδα «Ελευθερία» (eleftheriaonline.gr) και διατίθεται ελεύθερα σε μορφή pdf. Τα κείμενα αυτά είναι γραμμένα στις 22.11.2017 και 9.1.2019 και τα επιλέξαμε λόγω της τραγικής επικαιρότητας των αδιανόητων καταστροφών από τις πλημμύρες στη Θεσσαλία.

Είναι εκπληκτικές οι περιγραφές των εφημερίδων και οι μαρτυρίες του 1924, οι οποίες, πριν από σχεδόν 100 χρόνια, περιέγραφαν με εκπληκτική πιστότητα όχι μόνο το γεγονός, αλλά και τα αίτια της καταστροφής, τα οποία είναι τραγικά όμοια με τα αίτια πάρα πολλών σημερινών καταστροφών. Και τότε, άλλωστε, το μακρινό 1924, οι εφημερίδες επικαλούνταν μελέτες διαμορφώσεων οι οποίες είχαν συνταχθεί το ακόμη πιο μακρινό 1886 και διαρκώς επαναλαμβάνονταν και επικαιροποιούνταν χωρίς να εφαρμόζονται. Μέχρι να έρθει η μεγάλη καταστροφή…

Το βιβλίο του Μπιτσάνη αποτελεί «μια συλλογή κειμένων που έχουν δημοσιευτεί στην “Ελευθερία” και στη στήλη “Επί Τάπητος” τα τελευταία εννέα χρόνια, από την εποχή δηλαδή της (εργασιακής) συνταξιοδότησης. Είναι κείμενα που ψηλαφούν άγνωστες πτυχές της εξέλιξης που είχε η πόλη από την εποχή της τουρκοκρατίας, τους προβληματισμούς για το μέλλον της σε μακρινές εποχές, τις παρεμβάσεις και τα έργα που έγιναν κατά καιρούς. Είναι κείμενα που δίνουν εικόνες από το παρελθόν της πόλης, όταν αυτή ήταν ένας μικρός οικισμός γύρω από το κάστρο, που άρχισε να… κατηφορίζει μέχρι να βρει την Παραλία. Είναι κείμενα τα οποία καταληκτικά επιχειρούν να βρουν αναλογίες αλλά και επιπτώσεις της ιστορίας στη σημερινή κατάσταση».

Εμείς απλώς να σημειώσουμε ότι το βιβλίο μπορείτε να το κατεβάσετε στον υπολογιστή σας από ΕΔΩ

Διαβάστε επίσης:

Για έναν στίχο του Σολωμού

Βιβλίο: Ακούει ζωές!

Η εν δήμω και εν οίκω καθημερινότητα των Αρχαίων Αθηναίων – Μέρος Τέταρτο – Ενδυμασία και αξεσουάρ

Keywords
Τυχαία Θέματα