Δεκαοχτώ λογοτεχνικές υπογραφές καταγγέλλουν τη χούντα

ΕΛΛAΔΑΈντυπη Έκδοση

Το ξημέρωμα της 21ης Απριλίου, όταν μια ομάδα προδοτών αξιωματικών ατιμάζοντας τις ένοπλες δυνάμεις έστρεψε τα όπλα ενάντια στην πατρίδα και τον λαό, μια βαριά σκοτεινιά απλώθηκε απειλητικά σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, μια χώρα κατ’ εξοχήν φωτεινή, μια χώρα με μακραίωνο ιστορικό σύνδεσμο με την ελευθερία, τον πολιτισμό και τη δημοκρατία.

Παρότι η χώρα δεν βίωνε για πρώτη φορά στη νεότερη Ιστορία της μια δικτατορία, το γεγονός αυτό καθ’ αυτό κινιόταν στη σφαίρα του παραλογισμού: κι αυτόν τον παραλογισμό τον
υπενθύμιζε τραγικά στους Έλληνες και σε ολόκληρο τον κόσμο η Ακρόπολη, αυτό το υπέρτατο σύμβολο της δημοκρατίας που δέσποζε στον Ιερό Βράχο. Από τα πρώτα μέτρα που έλαβε η στρατιωτική χούντα αυτών των αγράμματων καθαρμάτων, ήταν η κατάργηση της ελευθεροτυπίας, της ελευθερίας της έκφρασης και η επιβολή της προληπτικής λογοκρισίας, πράγμα που οδήγησε εκτός των άλλων τη συντριπτική πλειονότητα των Ελλήνων συγγραφέων στο να κατεβάσουν τα μολύβια τους και να βυθιστούν στη σιωπή. Αυτή η περιφρονητική σιωπή, η έλλειψη κάθε εκδοτικής δραστηριότητας, υπήρξε μια μορφή παθητικής αντίστασης απέναντι στο καθεστώς των συνταγματαρχών. Κανένας σοβαρός συγγραφέας δεν καταδέχεται να καταθέσει τα κείμενά του στους λογοκριτές της χούντας. Η πρώτη επίσημη και ηχηρή απάντηση σε αυτήν την κατάσταση θα δοθεί το πρωινό της 28ης Μαρτίου 1969, όταν η κυρία Μαρώ Σεφέρη, αφού πρώτα έχει περάσει και διανείμει σε όλες τις εφημερίδες, πλην της «Εστίας», και στα γραφεία Τύπου των ξένων ανταποκριτών ένα κείμενο του νομπελίστα συζύγου της που καταφέρεται ενάντια στο καθεστώς της λογοκρισίας, συναντά τον ποιητή στου Ζόναρς, συντροφευμένο από ένα πλήθος φίλων και γνωστών. Τα νέα που φέρουν τον Σεφέρη να κάνει επίσημη δήλωση κατά της χούντας, κυκλοφορούν ταχύτατα. Ο ίδιος ο ποιητής τηλεφωνεί στον Ρόμπερτ Κίλι ενημερώνοντάς τον σχετικά, έτσι ώστε ο δεύτερος να ενημερώσει επίσημα το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Η είδηση έχει ξεπεράσει ήδη τα κλειστά σύνορα της Ελλάδας. «Όλοι πια το διδάχτηκαν και το ξέρουν πως στις δικτατορικές καταστάσεις, η αρχή μπορεί να μοιάζει εύκολη, όμως η τραγωδία περιμένει, αναπότρεπτη στο τέλος. Το δράμα αυτού του τέλους με βασανίζει, συνειδητά ή ασυνείδητα, όπως στους παμπάλαιους χορούς του Αισχύλου. Όσο μένει η ανωμαλία, τόσο προχωρεί το κακό. Είμαι ένας άνθρωπος χωρίς κανένα απολύτως πολιτικό δεσμό και, μπορώ να πω, μιλάω χωρίς φόβο και χωρίς πάθος. Βλέπω μπροστά μου τον γκρεμό όπου μας οδηγεί η καταπίεση που κάλυψε τον τόπο. Αυτή η ανωμαλία πρέπει να σταματήσει. Είναι εθνική επιταγή. Τώρα ξαναγυρίζω στη σιωπή μου. Παρακαλώ το Θεό, να μη με φέρει άλλη φορά σε παρόμοια ανάγκη να ξαναμιλήσω». Το καθεστώς ενοχλείται από τη δήλωση και τη διεθνή απήχησή της και η πρώτη αντίδραση είναι να ζητήσει από δικούς της κονδυλοφόρους να γράψουν πως οι δηλώσεις του νομπελίστα είναι απόρροια της δυσαρέσκειάς του που δεν εξελέγη ακαδημαϊκός. Για την Ιστορία, ο Σεφέρης ποτέ δεν είχε υποβάλει παρόμοιο αίτημα. Όταν είσαι κάτοχος του Νόμπελ, σου περισσεύει ο ακαδημαϊκός τίτλος. Εν πάση περιπτώσει, ο Σεφέρης έθεσε επιτακτικά το ζωτικής σημασίας αίτημα της άρσης της προληπτικής λογοκρισίας. Την ίδια χρονιά (1969), η χούντα αποφασίζει να άρει τον σχετικό νόμο, αρκούμενη στην αυτολογοκρισία των συγγραφέων. Η πόρτα είχε μισανοίξει και δεν χρειαζόταν παρά να τη σπρώξει κάποιος. Αυτό συνέβη με την κίνηση των δεκαοκτώ συγγραφέων της λεγομένης μεταπολεμικής γενιάς, που πήραν τα μολύβια στα χέρια τους. Οι δεκαοκτώ Τα ιστορικά πλέον «Δεκαοκτώ Κείμενα» κυκλοφόρησαν τον Ιούλιο του 1970, λίγους μήνες μετά την επίσημη κατάργηση της προληπτικής λογοκρισίας (Οκτώβριος 1969) και την αντικατάστασή της με έναν νόμο ιδιαίτερα περίπλοκο στη νομική του διάσταση. Δεκαοχτώ συγγραφείς και λόγιοι αποφάσισαν υπό τον συντονισμό της αειμνήστου εκδότριας του Κέδρου Νανάς Καλλιανέση να κάνουν το πρώτο βήμα στον αγώνα για την ελευθερία της έκφρασης και κατά συνέπεια για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Αποφασίζουν να δημοσιεύσουν επώνυμα κείμενα προκειμένου να υπερασπιστούν την ελεύθερη πνευματική και καλλιτεχνική δημιουργία.«Παρουσιάζοντας για πρώτη φορά, ύστερα από τρία χρόνια, πρωτότυπη λογοτεχνική εργασία σε τούτο τον τόμο, πιστεύουμε ότι συμβάλλουμε σε μιαν απόπειρα επανατοποθέτησης του προβλήματος του Έλληνα δημιουργού κάτω από τις σημερινές συνθήκες. Η άρση της προληπτικής λογοκρισίας δεν αρκεί για τη χειραφέτηση της πνευματικής ζωής ενός τόπου, όταν οι μεγάλες ζωτικές περιοχές εξακολουθούν να περιβάλλονται από πλέγματα που καθιστούν ανέφικτη την εξαντλητική περιγραφή και αξιολόγησή τους. Μολοντούτο, ύστερα από ώριμη στάθμιση, επιχειρούμε να επαναλάβουμε, με τον εκφραστικό μας τρόπο ο καθένας, την πίστη μας σε κάποιες θεμελιακές αξίες, με πρώτη ανάμεσά τους το δικαίωμα της ελεύθερης πνευματικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας, που δεν θα παύσουμε να διεκδικούμε και που συνδέεται αναπόσπαστα με το σεβασμό της γνώμης και της αξιοπρέπειας όλων ανεξαίρετα των δημιουργών, αλλά και του κάθε ανθρώπου. Την κοινή μας τούτη πίστη και διεκδίκηση, που μας ενώνει πέρα από διαφορές αντιλήψεων και τεχνοτροπιών, έρχεται να υπογραμμίσει η σημερινή ομαδική μας παρουσία.Κρίναμε ταιριαστό να προτάξουμε τιμητικά στα δικά μας κείμενα ένα ποίημα του Σεφέρη, δημοσιευμένο σε ξένες χώρες αλλά ανέκδοτο στη γλώσσα του». Οι συγγραφείς και τα κείμενα Γιώργος Σεφέρης, «Οι γάτες τ’ Άη Νικόλα» (ποίημα με ημερομηνία 5 Φεβρουαρίου 1969 που είχε δημοσιευτεί στο εξωτερικό και μέχρι τότε έμενε αδημοσίευτο στην Ελλάδα). Καίη Τσιτσελή, «Μικρός διάλογος» (διήγημα). Τάκης Κουφόπουλος, «Ο ηθοποιός» (διήγημα). Σπύρος Πλασκοβίτης, «Το ραντάρ» (διήγημα). Αλέξανδρος Κοτζιάς, «Επιστρέφοντας» (απόσπασμα από ανέκδοτο μυθιστόρημα). Τάκης Σινόπουλος, «Νύχτες» (απόσπασμα από το ποιητικό έργο «Χρονικό»). Νόρα Αναγνωστάκη, «Μία μαρτυρία» (σύντομη προσωπική μαρτυρία). Ρόδης Ρούφος, «Ο υποψήφιος» (διήγημα). Γιώργος Χειμωνάς, «Ο γιατρός Ινεότης» (τα τρία πρώτα αποσπάσματα από ανέκδοτο κείμενο). Θ.Δ. Φραγκόπουλος, «Ελ Προκαραδόρ» (διήγημα). Στρατής Τσίρκας, «Αλλαξοκαιριά» (διήγημα). Μανόλης Αναγνωστάκης, «Ο Στόχος» (ποιητική συλλογή με 14 ποιήματα). Δ.Ν. Μαρωνίτης, «Υπεροψία και μέθη (ο ποιητής και η ιστορία)» (φιλολογική μελέτη για το ποίημα «Δαρείος» του Κ. Καβάφη). Νίκος Κάσδαγλης, «Άθως» (ημερολόγιο από επίσκεψη στο Άγ. Όρος). Θανάσης Βαλτινός, «Ο γύψος» (διήγημα). Μένης Κουμανταρέας, «Αγία Κυριακή στο βράχο» (απόσπασμα) (πεζογράφημα). Λίνα Κάσδαγλη, «Σήματα διαβάσεων» (ποίημα). Αλέξ. Αργυρίου, «Το ύφος μιας γλώσσας και η γλώσσα ενός ύφους» (φιλολογική μελέτη). Ως υπεύθυνοι της έκδοσης ορίστηκαν οι Μανόλης Αναγνωστάκης, Αλέξανδρος Αργυρίου, Νίκος Κάσδαγλης, Αλέξανδρος Κοτζιάς, Τάκης Κουφόπουλος, Ρόδης Ρούφος και Θ.Δ. Φραγκόπουλος. Δίπλα στα ονόματά τους αναγραφόταν και η διεύθυνση της κατοικίας τους. Ήταν όλοι κάτοικοι Αθηνών, εκτός από τον Κάσδαγλη, που κατοικούσε στη Ρόδο, και τον Αναγνωστάκη, που κατοικούσε στην οδό Π.Π. Γερμανού 13, στη Θεσσαλονίκη.χούντα21 ΑπριλίουΓιώργος ΣεφέρηςΜανόλης ΑναγνωστάκηςIssue: 1965Issue date: 20-04-2017Has video: Exclude from popular: 0
Keywords
Τυχαία Θέματα