Το σύνδρομο της Στοκχόλμης...

Ήταν 23 Αυγούστου 1973 στη Στοκχόλμη, όταν δυο πρώην κατάδικοι οπλισμένοι, όρμησαν μέσα στην τράπεζα "Sveriges Kreditbank", φωνάζοντας (προφητικά ίσως;)... «Το πάρτυ έχει μόλις ξεκινήσει», ανακοίνωσε ο 32χρονος Jan-Erik Olsson, παλιός δραπέτης φυλακών. Κράτησαν σε αιχμαλωσία τέσσερις ομήρους, τρεις άνδρες και μια γυναίκα σ' ένα σκοτεινό υπόγειο για 131 ολόκληρες ώρες - δηλαδή γύρω στις πεντέμιση ημέρες - μέχρι να επέμβει η αστυνομία.
Το δεδομένο που τράβηξε όμως το διεθνές επιστημονικό -και όχι μόνο- ενδιαφέρον σ΄αυτή
την υπόθεση ήταν αυτό που αποκαλύφθηκε μετά τη σύλληψη των δραστών, από τις............ συνεντεύξεις και τις πράξεις των θυμάτων της απαγωγής. Οι τελευταίοι δήλωναν ότι χωρίς να μπορούν να εξηγήσουν το γιατί, ένοιωθαν μια βαθιά έλξη και ταύτιση με τους απαγωγείς τους, ενώ ταυτόχρονα φοβόντουσαν αυτούς που προσπαθούσαν να τους σώσουν. Κατ΄ακρίβεια μάλιστα, βοήθησαν τους δράστες να αντισταθούν στη σύλληψη, ενώ αργότερα δεν δίστασαν να ενισχύσουν οικονομικά τον δικαστικό αγώνα τους (!). Τα άτομα αυτά περιήλθαν -όπως γνωρίζουμε τώρα- σε μια πολύ ιδιαίτερη ψυχολογική κατάσταση που διαμορφώνεται υπό κάποιες συγκεκριμένες συνθήκες (κυρίως σε θύματα απαγωγής) η οποία ονομάστηκε «Σύνδρομο της Στοκχόλμης».

Ο όρος «Σύνδρομο της Στοκχόλμης» πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον σουηδό ψυχίατρο και εγκληματολόγο Nils Bejerot ο οποίος είχε αναλάβει να βοηθήσει την αστυνομία στο πιο πάνω περιστατικό. Απο τότε έχει μελετηθεί από πολλούς επιστήμονες από τον χώρο της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας και έχουν βρεθεί πολλά ανάλογα περιστατικά.
Τι ακριβώς είναι όμως το σύνδρομο αυτό; Είναι η ψυχολογική αντίδραση που παρατηρείται συνήθως σε θύματα απαγωγής (ή και σε αντίστοιχες περιπτώσεις), κατά την οποία ο απαχθής αναπτύσσει και παρουσιάζει έντονα συναισθήματα πιστής υπακοής, θαυμασμού, ταύτισης ή ακόμη και «αγάπης» απέναντι στον απαγωγέα του. Για να δημιουργηθεί μια τέτοια κατάσταση πρέπει να προϋπάρχουν κάποιες πολύ συγκεκριμένες συνθήκες οι οποίες ευνοούν την ανάπτυξή του. Οι συνθήκες αυτές έιναι οι ακόλουθες τέσσερις: Πρώτα, πρέπει να υπάρχει σαφής απειλή προς την σωματική ή ψυχολογική επιβίωση του εμπλεκόμενου ενώ επίσης και σοβαρή πεποίθηση - φόβος ότι ο απαγωγέας μπορεί να εκπληρώσει την απειλή. Στη συνέχεια πρέπει να υπάρξουν μικρά δείγματα «ευγενικής» συμπεριφοράς από τον απαγωγέα προς το θύμα. Ακόμη και το να μην τον σκοτώσει ή το να τον αφήσει να φάει κάτι μπορεί υπό αυτές τις συνθήκες να εκληφθεί σαν ευγενική συμπεριφορά. Επίσης σημαντικό είναι να υπάρχει απομόνωση, με αποτέλεσμα το θύμα να έχει πρόσβαση μόνο στην «οπτική γωνία» του απαγωγέα (δηλ. να είναι απομονωμένος από άλλους ανθρώπους και χωρίς πρόσβαση π.χ. σε μέσα μαζικής ενημέρωσης). Τέλος πρέπει να υπάρχει ανικανότητα του θύματος να δραπετεύσει από τη δεδομένη κατάσταση.

Το πως εξηγείται ψυχοδυναμικά η τόσο «περίεργη» αυτή ψυχική κατάσταση είναι πραγματικά ενδιαφέρον. Το θύμα περιέρχεται σ' ένα ψυχολογικό στάδιο όπου κυριαρχείται από μια διαρκή και σοβαρή α
Keywords
Τυχαία Θέματα