Κ. Ευαγγελινός, Ι. Νικολάου: Baby steps για ενίσχυση κατάρτισης και κουλτούρας καινοτομίας σε θέματα ESG

Την οπτική τους για το πολύπλευρο ζήτημα των ESG καταθέτουν ο Κωνσταντίνος Ι. Ευαγγελινός του Πανεπιστημίου Αιγαίου και ο Ιωάννης Ε. Νικολάου του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος της Πολυτεχνικής Σχολής του Δημοκριτείου Πανεπιστήμιου Θράκης, εμπειρογνώμονες για θέματα ESG.

MW: Σύμφωνα με το ICCO World PR Report 2023-2024, κορυφαίο κοινωνικό θέμα στο οποίο οι πελάτες είναι πιθανό να δώσουν προτεραιότητα είναι η βιωσιμότητα

και το περιβάλλον. Οι απολογισμοί βιωσιμότητας των εταιρειών είναι ικανοί να πείσουν τον καταναλωτή;

Κων/νος Ευαγγελινός: Πράγματι, όπως έχουμε επισημάνει με τις έρευνες που διεξάγουμε τα τελευταία 20 χρόνια, διαμορφώνεται μια τάση μεταξύ των καταναλωτών για προϊόντα που έχουν φιλικό και περιβαλλοντικό προφίλ. Όπως σωστά επισημαίνετε, ένα ερώτημα που σε μόνιμη βάση απασχολεί την επιχειρηματική και ακαδημαϊκή κοινότητα όλα αυτά τα χρόνια είναι ο τρόπος που ενημερώνονται οι καταναλωτές και ευρύτερα διάφορες άλλες ομάδες πολιτών (λ.χ. τοπικές κοινωνίες, χρηματοπιστωτικό σύστημα, προμηθευτές, και εργαζόμενοι) για τη συμβολή των επιχειρήσεων στη βιώσιμη ανάπτυξη. Υπό προϋποθέσεις, οι εκθέσεις βιωσιμότητας προσφέρουν τα εχέγγυα για την πληροφόρηση των πελατών σε ζητήματα σχετικά με την επιχειρηματική βιωσιμότητα. Τέτοιου τύπου προϋποθέσεις είναι να προετοιμάζονται με τα διεθνώς αποδεκτά πρότυπα (λ.χ. GRI, SASBs, EFRAG, CDP, TCFD) και να πιστοποιούνται από ανεξάρτητους διεθνείς οργανισμούς. Με αυτόν τρόπο, οι πελάτες έχουν τη δυνατότητα να αντλούν αξιόπιστες πληροφορίες από τους απολογισμούς βιωσιμότητας και αναλόγως να συμπεριφέρονται κατά τις αγορές τους. Έχουν επίσης παρατηρηθεί θετικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ των πληροφοριών που αποκαλύπτονται σε απολογισμούς βιωσιμότητας και παραμέτρων όπως είναι η αφοσίωση, η εμπιστοσύνη και η ικανοποίηση των πελατών. Κάτι τέτοιο μπορεί να προκαλεί σε ορισμένους έκπληξη αναλογιζόμενοι τον μέσο καταναλωτή (ή και τον εαυτό μας), εντούτοις στις αλυσίδες προμηθειών και παραγωγής υπάρχουν πολυάριθμα τμήματα σε επιχειρήσεις που άλλοτε πωλούν και άλλοτε αγοράζουν ως πελάτες υλικά που ενσωματώνουν τέτοιου τύπου πληροφορίες στις αποφάσεις τους. Ωστόσο, να τονιστεί πως τα ευρήματα των ερευνών δείχνουν ευαισθητοποίηση και του μέσου καταναλωτή σε χώρες της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης και τελευταία και στη χώρα μας, κυρίως για βιολογικά προϊόντα.

Από 1η/01/2024 θεσπίστηκε η υποχρεωτικότητα των disclosures και σε επίπεδο double materiality για μεγάλες και μικρομεσαίες εισηγμένες. Είναι έτοιμες για κάτι τέτοιο οι ελληνικές εταιρείες και ποια θα ήταν η Νο1 συμβουλή σας για μια μακροπρόθεσμη στρατηγική βιωσιμότητας;

Ιωάννης Νικολάου: Μέχρι σήμερα, ο αριθμός των επιχειρήσεων που δημοσιεύει απολογισμούς βιωσιμότητας ή ενσωματώνει στην ετήσια οικονομική έκθεση μη χρηματοοικονομικές πληροφορίες (Νόμοι 4403/2016 και 4548/2018) δεν ξεπερνάει τις 70. Ορισμένα κύρια χαρακτηριστικά αυτών των επιχειρήσεων είναι τα ακόλουθα:

α. έχουν μεγάλη κεφαλαιοποίηση,
β. λειτουργούν σε περιβαλλοντικά ευαίσθητους τομείς (λ.χ. εξορυκτικές) και
γ. έχουν εξαγωγικό προσανατολισμό.

Από μια πρώτη ανάγνωση των υφιστάμενων απολογισμών φαίνεται πως ήδη υπάρχει υστέρηση στα θέματα βιωσιμότητας στον επιχειρηματικό κόσμο, γεγονός το οποίο οφείλεται στην απουσία κατάλληλα εκπαιδευμένων στελεχών σε θέματα ESG, στον χαμηλό βαθμό κουλτούρας καινοτομίας και στην έλλειψη χρηματικών κεφαλαίων. Εδώ, ο ρόλος των σχετικών ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, καθώς και ο ρόλος των κρατικών δομών πρέπει να είναι ενεργός για να εγείρουν τα επιχειρηματικά αντανακλαστικά και οι εταιρείες να γίνουν ανταγωνιστικότερες.

Με ποιον τρόπο ενδείκνυται οι διαφημιζόμενοι να εντάξουν στην επικοινωνιακή στρατηγική τους τη βιωσιμότητα; Ποιες «παγίδες» θα πρέπει να αποφύγουν;

Κ.Ε.: Το φαινόμενο της ψευδοοικολογικής σήμανσης (greenwhashing) απασχολεί έντονα την Ευρωπαϊκή Ένωση και την ακαδημαϊκή κοινότητα. Υπάρχουν αρκετά παραδείγματα στο διεθνές οικονομικό γίγνεσθαι όπου επιχειρήσεις με καλή φαινομενικά καλή επίδοση βιωσιμότητας εν τέλει εντοπίστηκαν με ψευδή στοιχεία. Αυτό έχει ως συνέπεια να ενδυναμώνεται η δυσπιστία των καταναλωτών για τα σήματα ποιότητας και τους απολογισμούς βιωσιμότητας – ESG των επιχειρήσεων. Μια σημαντική πρόταση για να αποφευχθούν τέτοιου τύπου πρακτικές είναι η αξιολόγηση των απολογισμών μέσα από επιστημονικές τεχνικές συγκριτικής αξιολόγησης των πληροφοριών που καταγράφουν το μοτίβο διαχρονικής εξέλιξής τους και η συσχέτιση με τους οικονομικούς αριθμοδείκτες για να αναδειχθεί η λογική συνέχεια με τα πραγματικά δεδομένα.

Θεωρείτε εφικτή την επίτευξη του στόχου των μηδενικών ρύπων έως το 2030; Έχουν πρακτική βάση οι δεσμεύσεις που δίνονται κατά τη διάρκεια συνόδων όπως προσφάτως του COP28;

Ι.Ν.: Οι στόχοι μηδενικών ρύπων έως το 2030 είναι πολύ φιλόδοξοι. Η μετάβαση προς μια οικονομία μηδενικών ρύπων χρειάζεται μεγάλη τεχνολογική και οικονομική προσαρμογή από τις επιχειρήσεις που μεσοβραχυπρόθεσμα θα αυξήσει το κόστος παραγωγής. Μακροπρόθεσμα αυτό θα εξισορροπηθεί από τις καινοτομίες και το διανοητικό κεφάλαιο που θα διαμορφωθεί στις επιχειρήσεις. Εδώ, ίσως να χρειαστεί μια γενναία κρατική και ευρωπαϊκή πολιτική στο πρότυπο των ΗΠΑ (Inflation Reduction Act, IRA) για την καλύτερη μετάβαση προς μια οικονομία μηδενικών ρύπων. Πρέπει να σημειωθεί, πως η απουσία θεσμών παγκόσμιας θεσμικής διακυβέρνησης (institutional voids) για το περιβάλλον δίνει τη δυνατότητα σε ορισμένες χώρες να μην ακολουθούν τους όρους που καθορίζονται από τέτοιου τύπου διεθνείς συναντήσεις (COP28), μια και δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα (soft law). Στον ανταγωνισμό αυτό, ορισμένες χώρες χαλαρώνουν τους περιβαλλοντικούς όρους με αποτέλεσμα να προσελκύουν περισσότερες επενδύσεις σε σχέση με τις υπόλοιπες. Οι λύσεις εδώ έρχονται τόσο από τις επιχειρήσεις, όσο και από τους καταναλωτές με την ενσωμάτωση κριτηρίων βιωσιμότητας στην παραγωγή και την κατανάλωσή τους, γεγονός που οδηγεί όλους τους εμπλεκόμενους να παράγουν με σεβασμό στο περιβάλλον και την κοινωνία.

Ακούγοντας ESG, η πλειονότητα εταιρειών και κοινού εστιάζει στις δράσεις για την προστασία του περιβάλλοντος. Πού βρίσκονται οι ελληνικές εταιρείες σε επίπεδο «S» και «G» και ποια βήματα οφείλουν να πραγματοποιήσουν για να δικαιώσουν τον χαρακτηρισμό «υπεύθυνες»;

Κ.Ε.: Τα περιβαλλοντικά ζητήματα υπερτερούν έναντι των κοινωνικών και της εταιρικής διακυβέρνησης ζητημάτων. Αυτό οφείλεται κυρίως στο θεσμικό πλαίσιο των τελευταίων δεκαετιών που εστίαζε στα πολυάριθμα περιβαλλοντικά ζητήματα, ενώ για τα κοινωνικά ζητήματα δεν διαφαίνονταν ανάγκη στον δυτικό κόσμο και για τα ζητήματα εταιρικής διακυβέρνησης δεν είχε αποδοθεί κάποιος ξεκάθαρος ρόλος. Ωστόσο, οι αλλεπάλληλες κρίσεις στον κόσμο των επιχειρήσεων (λ.χ. σκάνδαλο Enron) και οι κριτικές που δέχθηκαν οι πολυεθνικές για τη λειτουργία τους τόσο σε αναπτυσσόμενες, όσο και αναπτυγμένες χώρες ανέδειξαν σε παγκόσμιο επίπεδο και τις άλλες δυο διαστάσεις. Στη χώρα μας, τα πράγματα βρίσκονται σε νηπιακό στάδιο. Εκτός από τις εισηγμένες εταιρείες που είναι υπόχρεες για εκθέσεις εσωτερικού ελέγχου και από αυτές που υπάγονται στη σχετική νομοθεσία (Νόμος 4706/2020), είναι σπάνιο να εντοπιστούν επιχειρήσεις που έχουν σε εθελοντική βάση συντάξει έκθεση εσωτερικού ελέγχου. Παρομοίως και στα κοινωνικά ζητήματα υπάρχει μια υστέρηση ακόμη και από τις εταιρείες που εφαρμόζουν πρακτικές εταιρικής κοινωνικής ευθύνης. Συνήθως, περιορίζονται στις θέσεις εργασίας που δημιουργούν και σε ζητήματα ανδρών και γυναικών στην εταιρεία. Τα βήματα που απομένουν να γίνουν είναι πολλά και πρέπει να εναρμονιστούν με μια σειρά προτύπων για τα ανθρώπινα δικαιώματα των εργαζομένων, τις τοπικές κοινωνίες, τη μέτρηση της πολιτικής επιρροή τους, τη μη διάκριση των εργαζομένων, τον ανταγωνισμό, τους καταναλωτές, τους προμηθευτές και τη διαφθορά των στελεχών. Υπάρχουν αρκετές παράμετροι που υπαγορεύονται από τα πρότυπα ESG της EFRAG που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη από τις ελληνικές επιχειρήσεις για να καταφέρουν να επιβιώσουν στο νέο οικονομικό γίγνεσθαι.

Μπορεί η τεχνητή νοημοσύνη να συμβαδίσει με τα κριτήρια ESG; Θα βλέπατε να αναδύονται πιθανοί κοινωνικοί και αναπτυξιακοί κίνδυνοι;

Ι.Ν.: Η τεχνητή νοημοσύνη, όπως και κάθε τεχνολογική επανάσταση, διαμορφώνει συνθήκες διακινδύνευσης για τις σύγχρονες κοινωνίες κυρίως για τις θέσεις εργασίας και τον τρόπο του επιχειρείν. Παρ’ όλους τους ενδεχόμενους κινδύνους, δεν θα πρέπει να λησμονείται η έννοια της «δημιουργικής καταστροφής» του Schumpeter που σε όλες τις προηγούμενες τεχνολογικές επαναστάσεις ανέδειξε νέες οικονομικές προοπτικές. Κατά συνέπεια, η τεχνητή νοημοσύνη αναμένεται να συμβάλλει στην εφαρμογή των στόχων ESG τόσο στο επίπεδο των μετρήσεων, όσο και των νέων μορφών παραγωγής και κατανάλωσης.

Short Bio
Ο Κωνσταντίνος Ι. Ευαγγελινός του Πανεπιστημίου Αιγαίου και ο Ιωάννης Ε. Νικολάου του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος της Πολυτεχνικής Σχολής του Δημοκριτείου Πανεπιστήμιου Θράκης, είναι εμπειρογνώμονες για θέματα ESG. Έχουν συγγράψει δεκάδες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά με κριτικές για το θέμα και είναι συγγραφείς των βιβλίων «Το οικονομικό πλαίσιο για την κοινωνικά υπεύθυνη, ηθική και πράσινη οικονομία», έτος έκδοσης 2020, Εκδόσεις Gutenberg και «Λογιστική Αειφόρου Επίδοσης Επιχειρήσεων», έτος έκδοσης 2020, Εκδόσεις Δίσιγμα.

Keywords
Τυχαία Θέματα