Πρωτοβρόχι

του Δημήτρη Φύσσα

(Χρονογράφημα σε παλιό στιλ)
Το βράδυ σχεδόν δεν κοιμήθηκα. Και δεν κοιμήθηκα όχι από αϋπνία -τέτοιο πράγμα ποτέ δε μου έχει συμβεί, ούτε στις πιο δύσκολες φάσεις της ζωής μου- μα από τον ήχο της βροχής.

Μισοκοιμόμουνα, ξύπναγα αρκετά, άκουγα τη βροχή, χαμογελούσα στο μισοϋπνι, κοιμόμουνα λίγο και πάλι από την αρχή.

Και μύριζα το χώμα. Έχω την τύχη να κοιμάμαι σε ισόγειο, σε σπίτι με κηπάκο. Ναι, γύρω-γύρω οι πολυκατοικίες μάς κρύβουνε τον ήλιο και τον ουρανό, μα όταν βρέχει (σπάνια στην Αθήνα,

όλοι το ξέρουμε), παίρνω το αίμα μου πίσω. Γιατί καμιά μυρωδιά δεν είναι σαν τη βροχή στο χώμα. Και μάλιστα σε κοκκινόχωμα, με σκίνα και με πεύκα.

Αυτή είναι η τυπική, χαρακτηριστική μυρωδιά της αττικής γης: σκίνο και πεύκο. Όταν κάτι δε σου πάει καλά, σπάσε ένα φυλλαράκι σκίνο ή μια πευκοβελόνα και μύρισέ το: θα βρεθείς αμέσως αλλού, μακριά από τις ρόδες των οχημάτων και τις επάλληλες κατοικίες (είδατε, αποφεύγω τις κοινοτοπίες όπως «τσιμεντένια κλουβιά των πολυκατοικιών» και «στρίγγλισμα των φρένων»). Αν μάλιστα βρέχει, καθώς τώρα, δε χρειάζεται να σπάσεις κανένα φυλλαράκι: μονάχη της η βροχή σου φέρνει τη μυρωδιά των φυτών στη μύτη.

Για να γίνει αυτό, βέβαια, χρειάζεται λιγάκι χώμα. Εκεί θα βάλεις το πεύκο και το σκίνο κι ό,τι άλλο θες. Μα το χώμα σπανίζει πλέον στην πόλη μας. Κι άμα μένεις σε ψηλό όροφο τότε, και χώμα να υπάρχει στα χαμηλά, η μυρωδιά της βροχής δύσκολα σε φτάνει.

Ότι όλη η Αθήνα κάποτε είχε χαμηλά σπίτια, συνήθως με κάποιο κηπάκι, όλοι το ξέρουμε. Ότι τώρα λίγα τέτοια έχουνε μείνει στο δήμο μας, επίσης. Εγώ δε ζω σε κανένα πλούσιο βόρειο προάστιο, απ' αυτά με τα μέγαρα, τους μεγάλους κήπους και τα ψηλά δέντρα. Στ' Άνω Πατήσια ζω, στην Κυπριάδη, σε προπολεμική διπλοκατοικία του παππού. Κι είχα την τύχη, πρώτο, οι γονείς μου να μην το δώσουνε για πολυκατοικία- και, δεύτερο, να έχω πατέρα κι αδερφό που να μπορούν να το συντηρούν- κάτι βέβαια που θα ήταν αδύνατο για έναν αυτοπασχολούμενο δημοσιογράφο - συγγραφέα, που η ασφάλισή του μόνο είναι 450 €/μήνα.

Αλλά κι αυτό ακόμα, στην ανάγκη, γίνεται. Στο κάτω-κάτω, έστω και σ' ένα παλιό σπίτι (που έχει μείνει σχεδόν μόνο του στο δρόμο), έστω ασυντήρητο και φορολογικά δυσβάσταχτο, είναι όμορφο ν' ακούς και να μυρίζεις τη βροχή και το χώμα της. Μια τέτοια απλή ανάγκη, που έρχεται μετά από δεκάδες χιλιάδες χρόνια εξέλιξης του ανθρώπινου είδους και ξυπνάει, αταβιστικότατα, αρχέγονες αναμνήσεις, την ξανασυναντάς και τη θυμάσαι ξαφνικά μόνο όταν τη ζεις. Ενδιάμεσα, στη μακρά αθηναϊκή αναβροχιά, την ξεχνάς

Τώρα, στο γραφείο, με ξαναβρίσκουν τα καθημερινά: ο θρήνος για το χαμό του συνονόματού μου στο Κερατσίνι, η ικανοποίηση για την έστω και κατόπιν εορτής διάλυση της νεοναζιστικής οργάνωσης, το άγχος της επιβίωσης. Όλα αυτά ούτε θες, ούτε μπορείς, ούτε πρέπει να τα' αποφύγεις, σύμφωνοι. Πειράζει όμως που το μυαλό μου είναι κολλημένο -ακόμα- στη χτεσινοβραδυνή μεγάλη βροχή;

[email protected]

Keywords
Τυχαία Θέματα