Εξαιρετισμός και καθυστέρηση

του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη

Η αποδοχή της πρωτόδικης ποινής και η μη υποβολή έφεσης εκ μέρους του Ούλι Χένες, παλιάς δόξας του γερμανικού ποδοσφαίρου και πανίσχυρου προέδρου μιας εκ των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών ποδοσφαιρικών ομάδων, ήταν μια είδηση που κυριάρχησε στην επικαιρότητα αυτές τις ημέρες.
Πέραν της ηθικής αξίας καθεαυτής της εν λόγω πράξης, το παράδειγμα του Ούλι Χένες αναδεικνύει κάτι άλλο πολύ πιο βαθύ και σημαντικό: την άγνοια μας για πολλά δομικά στοιχεία της νοοτροπίας των κοινωνιών

και των λαών, με τους οποίους συμβιώνουμε στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια.


Τα τελευταία χρόνια, η στερεοτυπική σκέψη κυριάρχησε τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό λόγο στη χώρα μας. Οι επιθετικοί προσδιορισμοί κατέλαβαν δεσπόζουσα θέση και παραμέρισαν τα σημαντικά μέρη του λόγου, όπως τα ρήματα και τα ουσιαστικά.


Από τα χείλη πολιτικών και άλλων δημοσίων προσώπων εκστομίστηκαν λέξεις και φράσεις προσβλητικές για ολόκληρες κοινωνίες, ενώ οι ύβρεις, οι κατάρες και οι απειλές, ήταν το βασικό στοιχείο ενός λόγου παρανοϊκού και ατελέσφορου.


Η αλήθεια είναι ότι ο αυτισμός της ελληνικής κοινωνίας έχει μακρές ιστορικές ρίζες και οφείλεται σε μια αίσθηση εξαιρετισμού που προέρχεται από την αντίληψη για τον περιούσιο λαό της δυτικής, τουλάχιστον, ιστορίας.
Η μέσος Έλληνας δεν ένιωσε και δε νιώθει την ανάγκη να μπει στον κόπο να μάθει τον Άλλον, να προσπαθήσει να δει τον κόσμο με τα μάτια εκείνου που βρίσκεται απέναντι του, να κατανοήσει τον τρόπο σκέψης και λειτουργίας εκείνου με τον οποίο θα πρέπει να συνομιλήσει και να συνυπάρξει. Έτσι εξηγείται τόσο η αλλοπρόσαλλη, υπερφίαλη και ανιστόρητη συμπεριφορά του μέσα στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά, κυρίως, ο λανθάνον ρατσισμός του που κρύβεται πίσω από μεγάλα λόγια αδελφοσύνης και αλληλεγγύης.


Ακόμη και σήμερα, στην εποχή όπου οι προαιώνιοι καταναγκασμοί του χώρου και του χρόνου, έχουν εκμηδενιστεί από τα επιτεύγματα της τεχνολογίας, ο μέσος Έλληνας οκνηρός και φυγόπονος αρνείται πεισματικά να προσπαθήσει να μάθει τον Άλλον και παραμένει δέσμιος στερεοτύπων και αντιλήψεων που παραπέμπουν στις εποχές του αφελούς ασπρόμαυρου ελληνικού κινηματογράφου.


Νησίδα απομονωμένη και αυτιστική, η ελληνική κοινωνία, βλέπει διαρκώς το τραίνο της ιστορίας να περνάει από μπροστά της με εκείνο το βλέμμα της αγελάδας που μακαρίως βόσκει στους λειμώνες της Βαλκανικής. Αδυνατεί να συλλάβει τα μηνύματα των καιρών και με το βλέμμα σταθερά στραμμένο προς το παρελθόν, αναπολεί φαντασιακές καταστάσεις «χρυσών αιώνων» και «εθνικού κλέους». Οι πολυπόθητοι εκσυγχρονισμοί δεν έρχονται ποτέ, ενώ, απεναντίας, στενά συντεχνιακά συμφέροντα βρίσκουν πάντα τον τρόπο και το δρόμο να επιβληθούν έναντι των συμφερόντων της ίδιας της κοινωνίας. Η ελληνική κοινωνία, ουσιαστικά, σέρνεται, πίσω από τις εξελίξεις της σύγχρονης εποχής. Σέρνεται, γιατί λόγω του εγγενούς συντηρητισμού της, αδυνατεί να κατανοήσει πως στον 21ο αιώνα, η χρήση των εργαλείων ανάλυσης του 19ου δεν έχει να προσφέρει πολλά.


Στο δρόμο προς τις επικείμενες διπλές εκλογές, θα έχουμε, για άλλη μια φορά, την ευκαιρία, να διαπιστώσουμε πως η συζήτηση για τα ουσιαστικά και τα μείζονα, θα παραμεριστεί από τη συζήτηση για τα επουσιώδη, τα ελάσσονα και εν πολλοίς, α- νόητα.

Keywords
Τυχαία Θέματα