Ελένη Βακαλό - Η Έννοια των Τυφλών

Τις πρώτες ώρες που περνάνε στο ποίημα οι τυφλοί. . . – Απ’ το ημερολόγιο του ποιήματος – Με τοποθετούνε σ’ ένα δωμάτιο Τ’ ακούω από τον όγκο της σιωπής πως δεν είναι ακόμα η απέραντη νύχτα Όταν θα βγω από την πόρτα του σπιτιού χωρίς κανείς αυτό το βήμα μου να το προλάβει Κάποτε θα βρω ορθάνοιχτη την πόρτα του σπιτιού, θα βρω που είναι, όπως σύρριζα στον τοίχο αγγίζοντας ένα-ένα τα πράγματα κι αλλοιώνοντας τις διαστάσεις τους τα γνωρίζω Περισσότερο υποθέτω πριν έρθει σα ρολόι σημαίνοντας τ’ όνομα τους συμπληρωμένο – το πουλί έχει μείνει σα σχήμα κι εγγράφεται στην ύλη τους, στο σίδερο ή στο ξύλο – υποθέτω πως θα ‘ναι τ’ άνοιγμα για την έξοδο ίσως αυτή τη φορά κάπου κοντά μου Ο φόβος ή ό,τι είχα μάθει να λέγεται υπερηφάνεια μ’ απελπισία καλεί τ’ άδειο πουλί που τότε έρχεται σαν ησυχάσω.
Keywords
Τυχαία Θέματα