Η επόμενη δοκιμασία του ΔΝΤ

Με τις διαφαινόμενες οικονομικές αναταραχές στις αγορές να έρχονται τον επόμενο χρόνο, το ΔΝΤ πρέπει να λάβει τα μέτρα του, γράφει η Gita Gopinath, καθηγήτρια Οικονομικών στο Χάρβαρντ.
Τον Οκτώβριο, κεντρικοί τραπεζίτες, πολιτικοί, στελέχη του ιδιωτικού τομέα, ακαδημαϊκοί και εκπρόσωποι κοινωνικών οργανώσεων θα συναντηθούν στην Ουάσιγκτον, στο πλαίσιο της ετήσιας κοινής συνεδρίασης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας.

Ανάμεσα στα πιο σημαντικά αποτελέσματα φέτος θα είναι η απόφαση του Συμβουλίου των Διοικητών του ΔΝΤ σχετικά με την αντιμετώπιση των σύγχρονων διεθνών νομισματικών θεμάτων.
Οι παγκόσμιες οικονομικές συνθήκες παραμένουν επισφαλείς, χωρίς να διαφαίνεται κανένα σημάδι υγιούς ανάπτυξης του ΑΕΠ στην ευρωζώνη, με μια αδύναμη ανάκαμψη στις Ηνωμένες Πολιτείες, τις χώρες που εξάγουν όπως η Αυστραλία να πλήττονται από τη μείωση της κινεζικής ζήτησης και την επιβράδυνση των αναδυόμενων αγορών για Τρίτη συνεχόμενη χρονιά. Σε ένα τέτοιο αβέβαιο περιβάλλον, ακόμα και μικρές αλλαγές στη νομισματική πολιτική των προηγμένων χωρών μπορεί να αποσταθεροποιήσουν τις αναπτυσσόμενες οικονομίες.

Για παράδειγμα, η απλή ανακοίνωση τον Μάιο ότι η Federal Reserve θα μειώσει τις αγορές μακροπρόθεσμων περιουσιακών στοιχείων οδήγησε στην υποτίμηση των νομισμάτων των αναδυόμενων αγορών. Με την Fed να εξετάζει ήδη την έξοδο από την πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης και την αύξηση των επιτοκίων κατά το επόμενο έτος, οι παγκόσμιες αγορές ετοιμάζονται να βιώσουν σημαντικές αναταράξεις. Ο κόσμος χρειάζεται στρατηγικές για τον περιορισμό αυτής της διαφαινόμενης αστάθειας. Το ΔΝΤ – το οποίο έχει εξουσιοδότηση να διατηρεί τη σταθερότητα του ισοζυγίου πληρωμών σε παγκόσμιο επίπεδο – θα πρέπει να είναι το όργανο που θα παρέχει αυτές τις στρατηγικές. Αντί να περιμένει να ξεσπάσει μια κρίση πριν από την παρέμβαση, το ΔΝΤ θα πρέπει να παρέχει «καθοδήγηση» για το πώς θα αντιμετωπίσουμε τις πιθανές διαταραχές στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές.
Οι κεντρικές τράπεζες χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο τέτοιες οδηγίες για να επικοινωνούν τη νομισματική πολιτική και να συγκρατούν τις προσδοκίες της αγοράς. Για παράδειγμα, η Fed έχει υποσχεθεί να κρατήσει τα επιτόκια σε χαμηλά επίπεδα τουλάχιστον έως ότου το ποσοστό ανεργίας πέσει στο 6,5 % – μια κίνηση που έχει μειώσει αναμφισβήτητα το μακροπρόθεσμο κόστος δανεισμού. Ομοίως, ο Mark Carney, στην πρώτη πολιτική δράση του ως Διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, ανακοίνωσε την μελλοντική καθοδήγηση των βραχυπρόθεσμων επιτοκίων. Παρά το γεγονός ότι το αποτέλεσμα μιας τέτοιας καθοδήγησης επιτοκίου για την οικονομία δεν μπορεί να προσδιοριστεί χωρίς πρόσθετα στοιχεία, υπάρχουν πολλά επιχειρήματα υπέρ της.

Ίσως, το πιο αποκαλυπτικό πρόσφατο παράδειγμα μιας κεντρικής τράπεζας που χρησιμοποίησε τη μελλοντική καθοδήγηση αποτελεσματικά ήταν η ανακοίνωση, τον Ιούλιο του 2012, του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, ότι η ΕΚΤ θα κάνει «ό, τι χρειαστεί» για να εξασφαλίσει την επιβίωση του ευρώ. Αυτή και μόνο η δέσμευση σταθεροποίησε το κόστος δανεισμού και μείωσε δραματικά τις διαφορές των spreads για τις χώρες της ευρωζώνης που έχουν πληγεί από την κρίση. Η πεποίθηση των επενδυτών ότι η ΕΚΤ θα αγόραζε το δημόσιο χρέος αν οι αποδόσεις των ομολόγων αυξάνονταν υπερβολικά, ήταν αρκετή για να αποκατασταθεί η ηρεμία. Πράγματι, καμία παρέμβαση κεντρικής τράπεζας στις δευτερογενείς αγορές δεν ήταν αναγκαία από τότε.
Το πολιτικό εργαλείο του ΔΝΤ εδώ είναι το ποσό σε δολάρια που είναι πρόθυμο να διαθέσει ως ασπίδα στις κρίσεις του ισοζυγίου πληρωμών. Με την υπόσχεση να παρέμβει στις ευάλωτες αγορές σε περίπτωση υπερβολικής οικονομικής αστάθειας, το ΔΝΤ, ως ο μεγαλύτερος παίκτης, θα μειώσει τα προβλήματα συντονισμού μεταξύ των επενδυτών. Επιπλέον, ανακοινώνοντας εκ των προτέρων την προθυμία του να παράσχει κεφάλαια έκτακτης ανάγκης, το ΔΝΤ θα μειώσει το στίγμα κατά των χωρών που στρέφονται σε αυτό για βοήθεια – ένα στίγμα που έχει οδηγήσει τις χώρες να ζητούν υποστήριξη καθυστερημένα, μέχρι που είναι πολύ αργά για να μετριάσουν τις εγχώριες πολιτικές συνέπειες.

Τα καλά νέα είναι ότι το ΔΝΤ έχει ήδη δείξει κάποιο ενδιαφέρον για την ιδέα της μελλοντικής καθοδήγησης. Κατά την ετήσια συνεδρίαση των κεντρικών τραπεζιτών στο Jackson Hole του Γουαϊόμινγκ, τον Αύγουστο, η Διευθύνων Σύμβουλος του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, πρότεινε το Ταμείο να παρέμβει για να βοηθήσει τις αναδυόμενες αγορές που βρίσκονται σε κρίση. Τα κακά νέα είναι ότι η αόριστη ανακοίνωση της Λαγκάρντ φαίνεται να έχει κάνει ελάχιστα για να διαμορφώσει τις προσδοκίες της αγοράς ή να κάνει τις κυβερνήσεις να είναι πιο άνετες όταν ζητούν βοήθεια από το ΔΝΤ. Αυτό υπογραμμίζει ένα βασικό σημείο: η επιτυχής μελλοντική καθοδήγηση απαιτεί, πάνω απ ‘όλα, αξιοπιστία.
Όταν η αμερικανική επενδυτική τράπεζα Lehman Brothers κατέρρευσε το 2008, πυροδοτώντας μια παγκόσμια οικονομική κρίση οι επιπτώσεις της οποίας είναι ακόμη αισθητές, οι χώρες της G20 πρότειναν δεσμεύσεις για την αύξηση των πόρων δανεισμού του ΔΝΤ, επιτρέποντας έτσι στο Ταμείο να αμβλύνει τις επιπτώσεις της κρίσης. Σήμερα, οι ηγέτες της G20 πρέπει να χρησιμοποιήσουν και πάλι την επιρροή τους στην πολιτική του ΔΝΤ, αυτή τη φορά για να προωθήσουν την έγκαιρη καθοδήγηση και έναν ακόμη γύρο μεταρρυθμίσεων της διεθνούς οικονομικής αρχιτεκτονικής.
Η απόφαση της Fed το Σεπτέμβριο να αναβάλει τη μείωση της ποσοτικής χαλάρωσης έδωσε στις αναδυόμενες αγορές μια ανάσα, την οποία θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν για να ενισχυθούν ενάντια στην αναπόφευκτη αντιστροφή εισροών εύκολου χρήματος από τις ΗΠΑ. Αυτή είναι επίσης μια ευκαιρία για το ΔΝΤ, να διαμορφώσει και να ανακοινώσει την πολιτική του για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας αναταραχής στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

Να είστε σίγουροι, δεν υπάρχει καθόλου έλλειψη θεμάτων – όπως η εξάλειψη της φτώχειας, η αποτελεσματικότητα της βοήθειας και η διεθνής ανάπτυξη- που θα πρέπει να συζητηθούν κατά την προσεχή συνάντηση ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας. Όμως, η αποτυχία των ηγετών του ΔΝΤ να παράγουν μια μακρόπνοη στρατηγική για να αντιμετωπίσουν την επικείμενη αναταραχή στις αγορές θα υπονομεύσει την πρόοδο σε όλους αυτούς τους τομείς. Το τελευταίο πράγμα που μια εύθραυστη ακόμα παγκόσμια οικονομία χρειάζεται, είναι μεγαλύτερη αβεβαιότητα.

http://www.project-syndicate.org/commentary/why-the-imf-must-provide-forward-guidance-by-gita-gopinath

Keywords
Τυχαία Θέματα