The Midnight Walk review

Limbo, Inside, Little Nightmares… Η σχέση των Σκανδιναβών developers με το σκοτάδι είναι ιερή, σχεδόν εκστατική. Με σκοτεινές, δυστοπικές ιστορίες που όμως έχουν και μία παιδικότητα ή ένα χιούμορ, προβληματίζουν και συγκινούν. Μία τέτοια ιστορία, ένα τέτοιο παραμύθι είναι και το The Midnight Walk της σουηδικής Moonhood.

Είστε ο The Burnt One, και βρίσκεστε σε έναν κόσμο φτιαγμένο εξ ολοκλήρου από πηλό. Στον κόσμο αυτό το σκοτάδι έχει καταπιεί τα πάντα, ενώ μοχθηρά πλάσματα καραδοκούν και παρακολουθούν έτοιμα να επιτεθούν και να σας κατατροπώσουν. Ο Ήλιος και το φως

έχουν εκλείψει, ενώ η φωτιά και τα κεριά είναι κάτι το σπάνιο πλέον. Σύντομα γνωρίζετε τον Potboy, ένα πλασματάκι από πηλό, με τη σπάνια και θαυμαστή δυνατότητα να εκτοξεύει φωτιά από το κεφαλάκι του. Ο σκοπός ύπαρξης και ζωής του Potboy είναι να περπατήσει τον ξακουστό και φοβερό Μεταμεσονύκτιο Περίπατο (Midnight Walk), ένα μακρύ και επικίνδυνο δρόμο που οδηγεί στο Βουνό του Φεγγαριού. Εσείς αναλαμβάνετε τον ρόλο του προστάτη του Potboy, καθώς πολλά ύπουλα πλάσματα είναι έτοιμα να καταβροχθίσουν τη φωτιά του. Ο δρόμος αυτός θα αποδειχθεί εξαιρετικά τρομαχτικός, θα σας οδηγήσει όμως στη λύτρωση που τελικά προσφέρει η δύναμη του Ήλιου και του φωτός εν γένει ή στη λύτρωση που προκύπτει από τον εναγκαλισμό του σκότους, την αποδοχή και τη συνέχεια της πορείας.

Κλασικό σκανδιναβικό δημιούργημα, το παιχνίδι προσφέρει μία απόλυτα σκοτεινή ιστορία που μέσα της κρύβει ταυτόχρονα τη ζεστασιά όλου του κόσμου και το πιο βαθύ σκοτάδι. Με δύο διαφορετικά φινάλε, ένα εκ των οποίων το φωτεινό, συγκινεί, ενώ θα το σκέφτεστε κάποιες μέρες αφού το ολοκληρώσετε. Είναι ποιητικό, σκοτεινά παραμυθένιο και συναισθηματικά φορτισμένο, όπως οι ιστορίες του Hans Christian Andersen. Δυστυχώς όμως δεν τα πάει τόσο καλά στην εξιστόρηση και το αποτέλεσμα τελικά φαίνεται περισσότερο ως επιτηδευμένο arthouse, παρά ως ονειρικό παραμύθι που εικάζω ότι ήταν ο στόχος των δημιουργών. Από τις περίπου έξι ώρες παιχνιδιού, τουλάχιστον για το πρώτο μισό αναρωτιέστε ποιος είστε, τί κάνετε, τι θέλει να πει η ιστορία, τί στο καλό τέλος πάντων παίζετε. Σε συνδυασμό και με το δυσνόητα γραμμένο lore που συγκεντρώνετε μέσα από ηχητικές εγγραφές που εντοπίζετε ή ταινίες που παρακολουθείτε σε προβολέα, καταλήγετε παντελώς μπερδεμένος και απορημένος. Αν υπολογίσετε και το απόλυτο σκοτάδι και το όλο horror που επικρατεί, προσωπικά δε σας κρύβω πως στην αρχή είχα απογοητευτεί πλήρως, προχωρώντας το παιχνίδι εντελώς μηχανικά σαν αγγαρεία.

Η διαφορά πχ με το Inside, στο οποίο παρόμοια δεν έχετε ιδέα ποιος είστε και τί κάνετε, είναι το είδος του παιχνιδιού. Το Inside, όπως και το Little Nightmares είναι περίπου side-scrolling, επομένως ό,τι και να συμβαίνει στον κόσμο τριγύρω σας εσείς γνωρίζετε ότι πρέπει να κινηθείτε προς μία πλευρά, ενώ σιγά-σιγά μπαίνετε στο νόημα της ιστορίας. To The Midnight Walk είναι horror / stealth / adventure, οπότε όταν χρειάζεται να κρυφτείτε, να ανοίξετε πόρτες και να επιλύσετε γρίφους, αυτό το άγνωστο και το ακατανόητο δυσχεραίνουν την εμπειρία. Τα πράγματα παίρνουν μία στροφή μετά το δεύτερο μισό, όπου το σκοτάδι αρχίζει και γίνεται πιο κατανοητό, οι μηχανισμοί πιο απολαυστικοί και όσο πλησιάζετε στο πολύ ωραίο φινάλε τόσο σας κερδίζει το παιχνίδι.

Γενικότερα το gameplay χωρίζεται σε δύο βασικά κομμάτια. Από την μία πρέπει να λύσετε κάποιους υποτυπώδεις γρίφους -κυρίως ανοίγμα θυρών- με τη βοήθεια του Potboy και της φωτιάς του. Στη διάθεσή σας έχετε επιπλέον σπίρτα που βρίσκονται ολούθε στο παιχνίδι, αλλά και ένα είδος όπλου που εκτοξεύει σπίρτα. Με όλες αυτές τις βοήθειες προσπαθείτε να ανοίγετε τα εκάστοτε περάσματα προκειμένου να συνεχίζετε την πορεία σας. Ταυτόχρονα καραδοκούν διάφορων ειδών τρομακτικά πλάσματα έτοιμα να σας κατασπαράξουν και τα οποία δε μπορείτε να αντιμετωπίσετε κατά πρόσωπο. Μόνη λύση το stealth, το οποίο σε πολλές περιπτώσεις συνδυάζεται με την επίλυση κάποιου γρίφου εντείνοντας την αγωνία. Σε πολλά σημεία καλείστε να κλείσετε τα μάτια, κάνοντας focus σε ήχους που σας βοηθούν να οδηγηθείτε στη λύση. Παρότι ακούγεται απλοϊκό, το gameplay είναι από τα θετικά του παιχνιδιού, δεν καταντάει κουραστικό ή ανιαρό, ενώ το (υπερβολικό) horror στοιχείο σας κρατάει στην τσίτα.

Όλα όμως κάπως δυσκολεύουν εξαιτίας και του σκοτεινού εικαστικού του παιχνιδιού, το οποίο στην προσπάθειά του να σας βάλει όσο πιο μέσα μπορεί σε αυτή την καταθλιπτική, τρομακτική και εντελώς σκοτεινή πραγματικότητά του, επιλέγει μία παλέτα χρωμάτων που τελικά κουράζει και αποπροσανατολίζει. Δεν υπάρχουν οι αναγκαίες αντιθέσεις σκιάς-φωτός που θα βοηθούσαν η όλη εμπειρία να είναι λίγο πιο ξεκούραστη. Επιπλέον ο σχεδιασμός με stop-motion είναι σίγουρα ευπρόσδεκτος, καθώς προσφέρει μία μοναδικότητα, αλλά η συνολική υλοποίηση καθώς και η ενσωμάτωση αυτών των μοντέλων στον τρισδιάστατο κατά τα άλλα κόσμο θα μπορούσε να είχε γίνει καλύτερα. Το όλο σκηνικό θυμίζει υπερέντονα τον Χριστουγεννιάτικο Εφιάλτη του Tim Burton, αν και το horror στοιχείο είναι πολύ πιο έντονο. Αυτό αποτελεί μία ακόμα ένστασή μου, καθώς εκεί που επικρατεί ένα χαριτωμένα σκοτεινό goth στοιχείο όπως στις ταινίες του Burton, ξαφνικά ακούγονται ουρλιαχτά και σας κυνηγάνε τέρατα λες και είστε σε Silent Hill. Ο ηχητικός τομέας πάντως παίρνει άριστα. Οι διάφοροι ήχοι, τα μουγκρητά, τα ουρλιαχτά, η εξιστόρηση που γίνεται στον προβολέα ή ακούγεται από το ηχείο κτλ είναι εξαιρετικά. Η μουσική επίσης είναι πολύ ωραία – συναισθηματική, ήρεμη όταν χρειάζεται, με εντάσεις όπου πρέπει, βοηθάει πολύ τη συνολική ατμόσφαιρα, ειδικά στο υπέροχο φινάλε.

Ένα μεγάλο θετικό του παιχνιδιού είναι η υποστήριξη VR, κάτι που περιμέναμε με αγωνία. Θα πω, λοιπόν, πως παίζεται πολύ πιο ευχάριστα σε VR. Για κάποιο λόγο, η αίσθηση του τρόμου φαίνεται μειωμένη, ενώ η κλίμακα όλου του κόσμου αλλάζει κάνοντας το παιχνίδι πιο διασκεδαστικό. Τα τέρατα μοιάζουν μεγαλύτερα, όπως και ο κόσμος ολόκληρος, το stealth λειτουργεί καλύτερα, ενώ το κλείσιμο των ματιών γίνεται με πραγματικό κλείσιμο των ματιών σας. Δυστυχώς η VR έκδοση πάσχει από κατώτερα γραφικά, ενώ οι αποχρώσεις του γκρι, του μαύρου και του καφέ δυσχεραίνουν περισσότερο την εμπειρία. Θα έλεγα πως το παιχνίδι φτιάχτηκε πρωτίστως με γνώμονα το VR, αλλά δεν είναι και ό,τι πιο εντυπωσιακό έχουμε δει μέχρι σήμερα.

Το The Midnight Walk αποτελεί μία ιδιαίτερη εμπειρία, ένα παιχνίδι που δεν είναι «για τους πολλούς». Εάν σας αρέσουν τα σκοτεινά παραμύθια, οι arthouse ταινίες, έχετε υπαρξιακές ανησυχίες ή τελοσπάντων είστε φαν των σκανδιναβικών παραμυθιών, αξίζει την προσοχή σας παρά τις αδυναμίες του.

6.5/106.5/10Ατμοσφαιρικός, stop-motion κόσμοςΩραία και γεμάτη συναίσθημα μουσικήΤο φινάλεΛίγο δήθεν arthouse αποτέλεσμα και υπερβολικό horror στοιχείοΣκοτεινή παλέτα χρωμάτων που δε βοηθάει τον παίκτηΔυσνόητη ιστορία και υπερβολικά επιτηδευμένο loreGameplay σχεδιασμένο περισσότερο για VRΜέτρια γραφικά σε VRΠλατφόρμα:PS5 (review), PCΑνάπτυξη:MoonHoodΈκδοση:Fast Travel Games
Keywords
Τυχαία Θέματα