Call of the Sea review

To Call of the Sea είναι γνωστό κυρίως γιατί αποτελεί ένα από τα πρώτα σημαντικά παιχνίδια του Xbox Series X (υπάρχει εξαρχής στο Game Pass), αλλά για μένα προσωπικά είναι κάτι άλλο: το πρώτο παιχνίδι που έπαιξα στο νέο μου PC. Τί καλύτερο από το να ξεκινήσω την επιστροφή μου στο PC gaming με ένα μαγευτικό adventure

game. Και το Call of the Sea, παρά τις αστοχίες του, μπορώ να πω ότι ήταν ό,τι πρέπει.

Θα προσπαθήσω να μη σας μεταφέρω πολλά για την ιστορία, καθώς όπως σε κάθε adventure είναι βασικό στοιχείο και δε θέλω να σας χαλάσω οποιαδήποτε αγωνία/έκπληξη. Παρόλα πρέπει να αναφερθώ σε κάποια σημεία, τα οποία εγώ μεν ανακάλυψα στην πορεία αλλά θεωρώ πως μπορούν να ειπωθούν εξαρχής. Ξεκινάω από το όνομα του παιχνιδιού, το οποίο, όπως κατάλαβα αφού το ολοκλήρωσα, αποτελεί αναφορά στο Call of Cthulhu. Οι αναφορές γενικότερα στο μεγάλο έργο του Lovecraft είναι πολλές, αλλά συνειδητοποίησα ότι και το ίδιο το όνομα του τίτλου εκεί παραπέμπει.

Το παιχνίδι διαδραματίζεται στην δεκαετία του 1930, με εσάς, την Norah, να βρίσκεστε μέσα σε ένα πλοίο έτοιμο να προσαράξει σε ένα άγνωστο νησί περίπου 120 χιλιόμετρα μακριά από την Ταϊτή. Η Norah αναζητάει τον σύζυγό της, Harry, ο οποίος αναχώρησε προς τον Ειρηνικό για να εντοπίσει την πηγή και τη θεραπεία μίας ασθένειας που πλήττει χρόνια την Norah και έχει ως αποτέλεσμα αστάθεια στο περπάτημα και μαύρες κηλίδες που απλώνονται στα χέρια και το σώμα. Η ασθένεια αυτή ταλαιπωρεί πολύ την Norah, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά, με αποτέλεσμα να φοράει συνέχεια γάντια προκειμένου να κρύβει τις κηλίδες στα χέρια. Καθώς υπάρχουν πολλές προκαταλήψεις από τους ντόπιους και όχι μόνο σχετικά με το συγκεκριμένο νησί, ο καπετάνιος του πλοίου συμφωνεί τελικά να αφήσει μόνη της την Norah και να την παραλάβει σε λίγες ημέρες. Εδώ ξεκινάει ουσιαστικά το παιχνίδι. Εσείς ως Norah περιηγείστε στο εξωτικό νησί, που χαρακτηρίζεται από πυκνή βλάστηση και πολυνησιακά μνημεία, αναζητώντας απάντηση στο τί συνέβη στην ερευνητική ομάδα του Harry, αλλά και στο τί συμβαίνει σε εσάς. Κατά την διαδρομή σας καλείστε να επιλύσετε αρκετούς γρίφους, πολλοί από τους οποίους είναι εμπνευσμένοι από τα Myst, προσπαθώντας να ανοίξετε πύλες και να δώσετε απαντήσεις σε γεγονότα που αφορούν τον Harry, εσάς αλλά και τα μυστικά που κρύβει το ίδιο το νησί. Η διαδρομή αυτή φαντάζει άλλοτε ονειρική, άλλοτε (σχετικά) εφιαλτική, ενώ η περιήγηση στο νησί είναι εξωτικά πανέμορφη.

H Norah με τον Harry.

Το σενάριο είναι καλό, αλλά κάπως υπερφίαλο. Προσπαθεί να συνδυάσει πολλά, και όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, το αποτέλεσμα βγαίνει μέτριο. Από τη μία ασθένεια της Norah, για την οποία παρότι τελικά μαθαίνουμε τί είναι, η υπερβολική φαντασία που κρύβεται από πίσω αφήνει μία ανάμικτη εντύπωση. Παράλληλα, τα μυστικά του νησιού παραπέμπουν σε σενάριο Riven, με την Norah να κρατάει σημειώσεις, να διαβάζει σημειώσεις του Harry ή απλά να παρακολουθεί ντόπιες τοιχογραφίες προσπαθώντας να δώσει απάντηση σε ερωτήματα που όμως τελικά φαντάζουν κάπως άσχετα με την υπόλοιπη ιστορία.

Το πιο αδύναμο, όμως, σημείο, θεωρώ πως είναι η προσπάθεια ενσωμάτωσης Lovecraft-ικών στοιχείων σε ένα σενάριο που δεν έχει τις βάσεις να το υποστηρίξει. Λογικά η έμπνευση ήρθε από τους Deep Ones, αν και υπάρχει μία πιθανή αναφορά στον μύθο του Cthulhu. Ο τρόμος, όμως, είναι στην ουσία ανύπαρκτος και οι όποιες προσπάθειες τελικά δε λειτουργούν πολύ καλά, ειδικά όταν η όλη ιστορία καταλήγει στην αγάπη και την αφοσίωση – το συγκεκριμένο υποστηρίζεται πολύ καλά, καθώς δεν υπάρχουν σάχλες ή ρομαντικές ανοησίες. Παρόλα αυτά, το να βάλεις Lovecraft και τελικά να μείνεις στο ρομάντζο είναι από μόνο του κακό. Γιατί εκεί που βλέπετε πρώτη αναφορά στο έργο του μεγάλου horror-ίστα (ένα έγγραφο από το Miskatonic University) και μάλιστα μέσα σε μια ονειρική και εφιαλτική καταιγίδα, και πάνω που σκέφτεστεε ότι το παιχνίδι κάνει στροφή προς το τρομακτικό και άγνωστο, ξαφνικά όλα γυρίζουν και επιστρέφουμε στην πραγματικότητα και την αναζήτηση του λατρεμένου συζύγου. Παρόμοια, όσο προχωράτε, απουσιάζει η επιθυμητή κορύφωση και μία αποκάλυψη που περιμένετε να σας εκπλήξει – δυστυχώς τα πράγματα είναι λίγο-πολύ προβλέψιμα από ένα σημείο και μετά.

Ένα άλλο θέμα είναι ότι αριστουργήματα όπως το Riven βασίζονταν σε ευφυή σχεδιασμό και ανάλυση όλων των τοποθεσιών και του συνόλου κάνοντας τα πάντα να είναι σχετικά με το σενάριο και τα νησιά του παιχνιδιού. Εδώ, ενώ κάποια στοιχεία θυμίζουν τέτοιες νοσταλγίες, η πλειοψηφία τους φαίνεται επιτηδευμένα τοποθετημένη μόνο και μόνο για να υποστηριχθεί ένας γρίφος. Να σημειώσω πως το παιχνίδι έχει δύο πιθανά τέλη που κρίνονται σε μία απόφαση λίγο πριν τους τίτλους τέλους. Ενδιαφέρον, αν και καταλήγουν και τα δύο στην ίδια κατάσταση αναφορικά με τον Harry. Η μοίρα της Norah είναι αυτή που διαφέρει σημαντικά. Σε κάθε περίπτωση, οι τίτλοι τέλους είναι από τα πιο δυνατά σημεία του παιχνιδιού και συνοδεύεται από ένα καταπληκτικό τραγούδι, το “Dear Old Pal of Mine”, του 1918, που σίγουρα θα σας κάνει να το αναζητήσετε και να το τραγουδήσετε.

Σε κάποια σημεία το παιχνίδι είναι πραγματικά πανέμορφο.

Ως προς το gameplay και τους γρίφους, οι περισσότεροι εξ αυτών είναι της σχολής Myst, αλλά με μία πιο χαριτωμένη και ανάλαφρη αίσθηση. Με εξαίρεση έναν-δύο που ίσως σας σπάσουν τα νεύρα κυρίως λόγω απουσίας στοιχείων, οι περισσότεροι σας πάνε χέρι-χέρι στην επίλυσή τους. Παντού οι σημειώσεις λειτουργούν οριακά ξεκάθαρα σαν hints, κλέβοντάς σας τη χαρά της σκέψης. Να σημειώσω, παρόλα αυτά, ότι στο συγκεκριμένο παιχνίδι σωστά είναι έτσι, γιατί γενικότερα υπάρχει μία ανάλαφρη αίσθηση και σίγουρα λόγω του πανέμορφου εικαστικού θα προτιμάτε να κολυμπάτε χαζεύοντας τριγύρω παρά να κρατάτε σημειώσεις για να λύνετε γρίφους. Το παιχνίδι είναι πρώτου προσώπου adventure, οπότε αν σιχαίνεστε τα Myst (βλ. elchrys) καλύτερα να κοιτάξετε αλλού. Για τους υπόλοιπους, η αίσθηση είναι γνώριμη και ευχάριστη. Ο χειρισμός είναι πολύ απλός. Μπορείτε να περπατάτε ή να τρέχετε όπου θέλετε. Εδώ έχω άλλη μία μικρή ένσταση: το τρέξιμο είναι αρκούντως γρήγορο, το περπάτημα όμως είναι επιπέδου χελώνας. Υποθέτω αυτό έγινε για να ταιριάζει με τον ασθενικό χαρακτήρα της Norah, θα μπορούσε όμως να είναι ένα κλικ πιο γρήγορο.

Το εικαστικό είναι σίγουρα το δυνατό σημείο του παιχνιδιού. Πανέμορφα εξωτικα τοπία, άφθονο νερό, ενώ ο ήλιος σε συνδυασμό με τα πουλιά και τον αέρα δίνει μία ζωντανή και εντυπωσιακή εικόνα στα μάτια σας. Από τα πιο εντυπωσιακά σκηνικά είναι σε ένα ναυαγισμένο πλοίο, όπου επικρατεί μία απόκοσμη παλέτα (το συγκεκριμένο σημείο είναι και παικτικά το πιο ενδιαφέρον, καθώς το πλοίο γέρνει και είναι εντυπωσιακή η αίσθηση μέσα σε αυτό), καθώς και οι υποθαλάσσιες σκηνές – πραγματικά το παιχνίδι εντυπωσιάζει στον βυθό. Τα γραφικά τείνουν προς cel-shaded με πολλά χρώματα, αν και σε πολλά σημεία κυρίως στις σκοτεινές σκηνές φαίνονται πιο ρεαλιστικά. Αυτό προσδίδει έναν αμφιλεγόμενο χαρακτήρα λίγο στο παιχνίδι, καθώς από την μία δε νιώθετε κάτι το απειλητικό (αφού έχετε θαμπωθεί από τα πολλά και έντονα χρώματα), όμως από την άλλη η μετάβαση από σκοτεινές και οριακά τρομακτικές σκηνές σε πιο έντονες χρωματικά σκηνές κάπως σας αποδιοργανώνει. Δεν γνωρίζω εάν τελικά υπάρχει ray tracing (υποθέτω αν είχε θα εμφανιζόταν στις επιλογές), όμως οι αντανακλάσεις και το υγρό στοιχείο κυμαίνονται σε εξαιρετικά επίπεδα. Ένα άλλο θέμα είναι το frame rate. Έπαιξα όλο το παιχνίδι σε ultra ρυθμίσεις, παρακολουθώντας συνεχώς τα frames (καινούριο PC γαρ) και το αποτέλεσμα ήταν το εξής: ενώ στην μεγάλη πλειοψηφία των χώρων είχα από 120 έως 180fps, σε συγκριμένα σημεία υπήρχε μία κάθετη πτώση προς 80, 60 ακόμα και 35.

Μακράν η καλύτερη στιγμή του παιχνιδιού - ταιριαστή και με το Lovecraft-ικό του στοιχείο.

Από τον ήχο δεν έχω παράπονο. Οι ερμηνείες των ηθοποιών είναι επαγγελματικές, με αυτή που παίζει τη Norah να δίνει ρέστα κρατώντας ισορροπία ανάμεσα στην υπερβολή της παράνοιας και την αίσθηση της πραγματικότητας. Η μουσική υπόκρουση είναι επίσης πολύ ωραία, αν και δε νομίζω να αναζητάτε να την ακούτε. Ίσως θα μπορούσαν να υπάρχουν περισσότερα jazz κομμάτια λόγω εποχής, αλλά τελικά προτιμήθηκαν οι συμφωνικές μελωδίες. Εξαίρεση, όπως προανέφερα, το τραγούδι στους τίτλους τέλους που κλείνει μελωδικά και όμορφα ένα εντυπωσιακό ταξίδι.

Πέρασα πολύ ευχάριστα με το Call of the Sea. Δεν μπορώ να το χαρακτηρίσω αριστούργημα, καθώς έχει λάθη σε γρίφους και σενάριο, όμως με τα εντυπωσιακά γραφικά του και το σε γενικές γραμμές στιβαρό του gameplay, αποτελεί μία αξιοπρεπέσταση πρώτη δημιουργία της ισπανικής Out of the Blue. Να σημειώσω επίσης πως στο στούντιο συμμετέχει και Έλληνας developer, ο Θάνος Μπόμποτας από όσο έψαξα και εντόπισα, με τα credits να περιλαμβάνουν υποσημείωσή του στα ελληνικά! Αν θέλετε μία ωραία, ενδιαφέρουσα ιστορία, το Call of the Sea είναι πολύ καλή επιλογή, είτε το αγοράσετε κανονικά, είτε το παίξετε μέσω Game Pass.

Πανέμορφο εικαστικό, απόλαυση σε υψηλή ανάλυσηΕρμηνείεςΉχοςΑνάλαφροι γρίφοι για όσους δε θέλουν μεγάλη δυσκολίαΜέτρια ενσωμάτωση στοιχείων Lovecraft στο σενάριοΚάποιοι γρίφοι σπάνε νεύραΠτώση του frame rate σε κάποια σημείαΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 7.5

ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ:PC, Xbox Series X, Xbox OneΑΝΑΠΤΥΞΗ:Out of the BlueΕΚΔΟΣΗ:Raw Fury

Game20.gr, το Άσυλο των gamers

Keywords
Τυχαία Θέματα