Prince of Persia: The Lost Crown | Review

Είναι πάντοτε ιδιαίτερα ενδιαφέρον να βλέπουμε την επιστροφή ιστορικών franchises, όπως είναι το Prince of Persia, κυρίως όταν αυτή πραγματοποιείται μετά από χρόνια απουσίας, κάτι που ενδέχεται να προσφέρει μία ουσιαστική φρέσκια ματιά. Είναι αρκετά σημαντικό βέβαια (αν και όχι πάντα το πρωτεύον για την ποιότητα) να περιέχονται στοιχεία του “DNA” από την εκάστοτε σειρά ώστε να υπάρχει ουσία στη συνέχισή της και να μην έχει απλά και μόνο τον τίτλο ως κοινή συνιστώσα.

Η Ubisoft, παρά τη συγκεκριμένη πορεία που

έχει πάρει εδώ και αρκετά χρόνια μέσα από το χαρακτηριστικό “open world template” της, φαίνεται να έχει αφήσει μία σχετική ελευθερία στο, μικρότερου βεληνεκούς (πλέον), στούντιο του Ubisoft Montpellier (Rayman, Valiant Hearts). Αποτελεί μία ομάδα ανάπτυξης που μπορεί να μην βγάζει τα ΑΑΑ παιχνίδια που βλέπουμε από άλλα εσωτερικά στούντιο, αλλά αυτό δεν της στερεί καθόλου την ανάπτυξη ποιοτικών τίτλων, με έντονη την indie αύρα (μάλλον στοιχείο που μαρτυρά το πιο συγκρατημένο budget).

Ως εκ τούτου, το Prince of Persia είχε την τύχη να πέσει σε καλά χέρια, δεδομένου ότι το Prince of Persia: The Lost Crown είναι μία αξιολογότατη επιστροφή -και μάλιστα στις ρίζες- της ιστορικής σειράς παιχνιδιών. Δεδομένου ότι το Assassin’s Creed έχει αναλάβει, εδώ και καιρό τον ρόλο του πνευματικού διαδόχου της εν λόγω σειράς, είναι ιδιαίτερα ευχάριστο να βλέπουμε ότι το Prince of Persia δεν έχει μπει σε κάποιο… συρτάρι της γαλλικής εταιρίας, αλλά επιστρέφει και μάλιστα από ένα ταλαντούχο στούντιο.

Αφήνοντας πίσω τα τρισδιάστατα μονοπάτια των προηγούμενων Prince of Persia, το The Lost Crown επιστρέφει στις δύο διαστάσεις και στο καθόλα ταιριαστό είδος των metroidvania, στοιχεία του οποίου άλλωστε περιείχε και ο πρώτος τίτλος του μακρινού 1989. Σε αντίθεση με όλα τα προηγούμενα Prince of Persia, εδώ δεν παίρνουμε τον ρόλο του πρίγκηπα ή ενός ατόμου που πρόκειται να γίνει πρίγκηπας αλλά το ρόλο του Sargon, ενός πολεμιστή που έχει ως στόχο να σώσει τον απαγμένο πρίγκηπα που έχει μεταφερθεί στο μυθικό βουνό του Qaf.

Η ιστορία ξεκινάει με την εισβολή της αυτοκρατορίας των Κοσσανών στο βασίλειο της Περσίας, η οποία θα καταπολεμηθεί με τη βοήθεια των 7 Αθάνατων Περσών πολεμιστών, μέλος των οποίων είναι και ο Sargon. Λίγη ώρα μετά τους εορτασμούς της νίκης, ο πρίγκηπας Ghassan θα απαχθεί από μία -φαινομενικά- έμπιστη πολεμιστή της βασίλισσας, που θα τον μεταφέρει στο Qaf. Οι λόγοι της απαγωγής γίνονται σταδιακά γνωστοί αν και δεν θα πρέπει να περιμένετε εξηγήσεις και ανατροπές που να δημιουργούν ιδιαίτερη έκπληξη.

Το σεναριακό ντύσιμο είναι δεδομένο ότι δεν στοχεύει σε κάτι περισσότερο από την αφελή τροπή που μπορούμε να δούμε σε ένα πρωινό παιδικό καρτούν. Παρόλα αυτά, εξυπηρετεί αρκετά καλά τον σκοπό της περιπέτειας, λαμβάνοντας υπόψη ότι αποτελεί ένα metroidvania που στοχεύει στην ασταμάτητη ροή του gameplay, όπου τα ελάχιστα σεναριακά διαλείμματα εξυπηρετούν την τοποθέτηση των objective μας και τίποτα παραπάνω. Άλλωστε η ουσία του είδους βρίσκεται σχεδόν πάντα στην εξερεύνηση, το platforming και τη δράση, και σπανίως στο πλέξιμο μίας πλοκής με βάθος και της καλλιέργειας χαρακτήρων, στοιχεία που αποτελούν εξαίρεση για τα metroidvania.

Και ως προς τα προαναφερθέντα νευραλγικά κομμάτια του είδους η Ubisoft Montpellier τα πάει περίφημα και κυρίως αναφορικά με τα σκέλη του platforming και της εξερεύνησης. Το Qaf προσφέρει έναν τεράστιο χάρτη με καλή ποικιλία από ξεχωριστά biomes, ώστε διαρκώς να ερχόμαστε σε αισθητά διαφορετικές περιοχές, από παλιά περσικά ανάκτορα, μέχρι δάση, λιμάνια και τα απαραίτητα μπουντρούμια.

Ως είθισται, στα περισσότερα μέρη που θα βρεθείτε για πρώτη φορά υπάρχουν διάφορες απρόσιτες υποπεριοχές, μυστικά και θησαυροί σε κοινή θέα όπου θα μπορείτε να έχετε πρόσβαση αφότου αποκτήσετε κατάλληλες ειδικές ικανότητες. Το σταδιακό ξεκλείδωμα νέων δυνάμεων είναι κάτι που η Ubisoft Montpellier το μεταχειρίζεται ιδανικά, επιτρέποντάς μας στην πρώτη επίσκεψη κάθε τοποθεσίας να ανακαλύπτουμε ορισμένα μυστικά, αποφεύγοντας να μας οδηγεί διαρκώς σε αδιέξοδα.

Σε αυτό το σημείο η ομάδα ανάπτυξης ενσωματώνει έναν εξαιρετικό μηχανισμό ώστε να μας βοηθάει στα μέγιστα στην εξερεύνηση. Οποιαδήποτε στιγμή μπορούμε να πατήσουμε το κάτω στον σταυρό του gamepad προκειμένου το παιχνίδι να πάρει ένα screenshot, το οποίο εμφανίζεται στο συγκεκριμένο σημείο του χάρτη. Με αυτόν τον τρόπο, ανοίγοντας τον χάρτη μπορούμε απλά να δούμε την εικόνα προκειμένου να θυμηθούμε τι είχαμε εντοπίσει στην εκάστοτε τοποθεσία αλλά και τον λόγο για τον οποίο δεν μπορούσαμε να έχουμε πρόσβαση σε κάποιο σεντούκι, κλειδωμένη πόρτα κ.λπ.

Στα περισσότερα metroidvania αποτελεί μία συνηθισμένη κατάσταση να αφήνουμε κάθε λογής σημάδια στους χάρτες (εάν και εφόσον μας δίνεται αυτό το βοήθημα) μόνο για να ξεχάσουμε για ποιο λόγο τα είχαμε τοποθετήσει. Πολλές φορές στο είδος οδηγούμασταν σε άσκοπο backtracking, διαπιστώνοντας εν τέλει ότι ακόμα δεν έχουμε βρει την κατάλληλη ικανότητα για να αποκτήσουμε πρόσβαση σε κάποιο προαιρετικό πέρασμα ή αντικείμενο.

Η λύση της Ubisoft Montpellier είναι τόσο ιδιοφυής αλλά και ταυτόχρονα τόσο απλή, που πραγματικά είναι από αυτές τις “game changing” βελτιώσεις που δημιουργούν απορία για τον λόγο που δεν τη σκέφτηκε κανείς πρωτύτερα. Πέραν από την προσθήκη του παραπάνω μηχανισμού, ο σχεδιασμός του χάρτη είναι υποδειγματικός με την Montpellier να μην επαφίεται αποκλειστικά και μόνο στο παραπάνω εύρημα.

Πέραν από τα screenshots, έχουμε τη δυνατότητα να τοποθετούμε διαφόρων ειδών σημάδια, ενώ σε ορισμένα σημεία αυτόματα τοποθετούνται ορισμένες ενδείξεις που διευκολύνουν την κατανόηση του χάρτη, ο σχεδιασμός του οποίου συνολικά είναι υποδειγματικός. Γενικότερα, η εύρεση μυστικών αποτελεί ένα από τα καλύτερα σημεία του The Lost Crown καθώς είναι τοποθετημένα οργανικά, ωθώντας αβίαστα στην άκρως ευχάριστη εξερεύνηση. Σημαντικό είναι πως και τα αντικείμενα που βρίσκουμε είναι τις περισσότερες φορές χρήσιμα, όπως αναβαθμίσεις για την ενέργεια και κάθε λογής φυλαχτά που προσφέρουν ποικίλα passive και active buffs.

Το κομμάτι της εξερεύνησης επωφελείται τα μέγιστα από την πολύ καλή δουλειά που έχει γίνει στο gameplay και δη στο platforming. Παρόλο που δεν δημιουργεί νέα δεδομένα στο θέμα των ελιγμών και των ειδικών ικανοτήτων, το The Lost Crown αξιοποιεί ιδανικά τις λίγες μεν αλλά ουσιαστικές και άκρως διαφορετικές ειδικές ικανότητες. Ακόμα πιο σημαντική είναι η δουλειά που έγινε στις βασικές κινήσεις του Sargon, οι οποίες εκτελούνται με αμεσότητα και πλήρη ομαλότητα, κάτι το οποίο οδηγεί από την αρχή έως το τέλος στην απολαυστική κίνηση στον χώρο.

Τα άλματα ακριβείας γίνονται με χαρακτηριστική ευκολία, το σκαρφάλωμα γίνεται με γρήγορο ρυθμό και κινήσεις όπως το άλμα από τοίχο σε τοίχο, η ικανότητα του dash στον αέρα και το slide, αποτελούν βασικές κινήσεις που εκτελούνται με αμεσότητα και γίνονται γρήγορα δεύτερη φύση. Σε κανένα σημείο η απλή μετακίνηση δεν δημιούργησε την εντύπωση του διεκπαιρεωτικού χάρη στην ποιοτική δουλειά που έγινε στο σύστημα χειρισμού.

Φυσικά, στο παραπάνω ιδιάζουσας σημασίας είναι και το level design, που λειτουργεί σε πλήρη σύμπνοια με τις ικανότητες του Sargon και έχοντας την κατάλληλη ισορροπία ώστε η κινητικότητα να γίνεται απροβλημάτιστα, με όση πρόκληση απαιτείται ώστε η μετακίνηση να μην καθίσταται ποτέ ούτε βαρετή αλλά ούτε και επίπονη.

Γενικότερα, ο βαθμός δυσκολίας στο platforming κινείται σε λογικά πλαίσια, καθώς μπορεί να απαιτείται εγρήγορση στα αντανακλαστικά αλλά ποτέ σε σαδιστικής δυσκολίας τμήματα και ποτέ για εκτενή κομμάτια. Υπάρχει μία σχετικά καλή ποικιλία από διαφόρων ειδών παγίδες και νέες προκλήσεις, ώστε η εμπειρία να έχει να προσφέρει πάντα κάτι καινούριο, στις περίπου 25 ώρες διάρκειας, και ευτυχώς η ομάδα ανάπτυξης είχε την εγκράτεια ώστε να μην το παρακάνει με κάθε νέα απειλή (περιβαλλοντική ή μη).

Το έτερο σκέλος της δράσης, που αφορά στο σύστημα μάχης, κινείται επίσης σε καλά επίπεδα αν και η αλήθεια είναι ότι δεν προσφέρει κάτι πραγματικά άξιο αναφοράς, τουλάχιστον στην αντιμετώπιση των απλών εχθρών. Υπάρχει και σε αυτό το σημείο μία αρκετά καλή ποικιλία αλλά δεν έχει κάποια ιδιαίτερη εμβάθυνση στην αντιμετώπιση των εχθρών.

Ο Sargon είναι οπλισμένος με δύο σπαθιά και ένα τόξο, επιτρέποντάς του να εκτελεί τυπικά combos και παρόλο που υπάρχει η δυνατότητα για συνδυασμούς combos (όπως η απρόσκοπτη μετάβαση από το έδαφος στον αέρα μέσω αλλεπάλληλων χτυπημάτων), η αλήθεια είναι ότι στο hard βαθμό δυσκολίας δεν δημιουργήθηκε η ανάγκη για κάτι πιο εξεζητημένο πέραν του απλού combo. Το parry λειτουργεί αρκετά καλά και μπορεί να βοηθήσει απέναντι από ορισμένους ισχυρότερους εχθρούς, αν και το dodge είναι η πιο σίγουρη αμυντική τακτική.

Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ την άκρως καλοδεχούμενη εγκράτεια στο θέμα του αριθμού των εχθρών, καθώς η εμφάνισή τους είναι σχετικά φειδωλή (έστω για τα δεδομένα του είδους). Είναι κάτι που λειτουργεί υπέρ της εμπειρίας αποφεύγοντας να μπει ως εμπόδιο στο ενδιαφέρον platforming. Από την άλλη πλευρά, τα boss fights είναι δουλεμένα και προσφέρουν καλοφτιαγμένες και έντονες συγκρούσεις, δίχως να ξεφεύγουν σε βαθμό δυσκολίας.

Εάν θα θέλαμε να βελτιωθεί ένα κομμάτι του The Lost Crown αυτό είναι στην ύπαρξη των fast travel points, τα οποία είναι αδικαιολογήτως περιορισμένα. Ιδίως όταν ο χάρτης ανοίξει σε μεγάλο βαθμό και χρειάζεται να επισκεφτούμε ξανά διάφορα σημεία για το ξεκλείδωμα μυστικών το backtracking διογκώνεται δίχως λόγο, κάτι που θεωρούμε ότι θα μπορούσε να διευκολυνθεί πολύ εύκολα, δίχως να χαθεί η αίσθηση της εξερεύνησης.

Παράλληλα, σε διάφορα σημεία τα checkpoints είναι αρκετά απομακρυσμένα, ωθώντας στην κάλυψη μεγάλων εκτάσεων άπαξ και χάσουμε. Φυσικά τα παραπάνω δεν αλλοιώνουν τη θετικότατη εικόνα που δημιουργεί στο σύνολό του το The Lost Crown, αλλά είναι ορισμένα θεματάκια που ενδέχεται να δημιουργήσουν έναν πρόσκαιρο εκνευρισμό.

Όσον αφορά στο οπτικοακουστικό κομμάτι, το The Lost Crown μεταφέρει ένα αρκετά ελκυστικό περιβάλλον, μέσα από την απεικόνιση περσικής αρχιτεκτονικής, τεχνουργίας και μυθολογίας. Σε καθαρά τεχνικό επίπεδο παραπέμπει σε τίτλο προηγούμενης γενιάς, αλλά χάρη στην καλή δουλειά που έχει γίνει στο εικαστικό κομμάτι συχνά ερχόμασταν μπροστά σε όμορφα σκηνικά, όπως ένα ιδιαίτερα ευφάνταστο σημείο όπου περιφερόμαστε σε ένα -εν εξελίξει- ναυάγιο που όμως έχει παγώσει στον χρόνο. Επιπλέον, τα οπτικά εφέ αξιοποιούνται κατάλληλα ώστε να αποδώσουν ορισμένες εντυπωσιακές στιγμές στις μάχες.

Στο κομμάτι του ήχου δεν θα λέγαμε ότι υπάρχει κάτι το πραγματικά αξιοσημείωτο, πέραν από ορισμένα καλαίσθητα μουσικά θέματα. Οι φωνές των ηθοποιών από την άλλη πλευρά οδηγούν σε ένα αρκετά μέτριο αποτέλεσμα, αν και όπως προείπαμε το θέμα του σεναρίου δεν προσφέρει κάτι πέραν από μία αφορμή για την περιπέτεια.

Πέρα από τα κάποια λιγοστά θέματα, όχι μεγάλης βαρύτητας για να είμαστε ειλικρινείς, το νέο κεφάλαιο μίας εκ των παλαιότερων σειρών του gaming, στέφεται με επιτυχία. Μπορεί να μην πατάει σε AAA μονοπάτια αλλά εν τέλει δεν είναι κάτι που το χρειάζεται, καθώς στέκεται με πλήρη αυτοπεποίθηση στις δισδιάστατες ρίζες του franchise, αξιοποιώντας ιδανικά τους metroidvania κανόνες και -το σημαντικότερο- επαναφέροντας δυναμικά τη σειρά στο προσκήνιο.

Το Prince of Persia: The Lost Crown κυκλοφορεί από τις 18/1/23 για PS5, PS4, PC, Switch, Xbox Series κσι Xbox One. Το review μας βασίστηκε στην έκδοσή του για το PS5, με review code που λάβαμε από τη Ubisoft.

The post Prince of Persia: The Lost Crown | Review first appeared on GameOver.

The post Prince of Persia: The Lost Crown | Review appeared first on GameOver.

Keywords
Τυχαία Θέματα