Lunark | Review

Δεν έχει σημασία πόσα χρόνια θα περάσουν, όταν επίδοξοι δημιουργοί επιχειρούν να πατήσουν στα χνάρια των Flashback και Another World προκειμένου να μεταφέρουν “2D Cinematic Platformers”, θα κερδίζουν την προσοχή του γράφοντος με το καλημέρα (και με το καληνύχτα θα κρίνεται εάν τελικά κατάφεραν να πετύχουν τον στόχο τους). Το Lunark αποτελεί ουσιαστικά το δημιούργημα ενός ατόμου, ακόμα και για το κομμάτι της μουσικής, με την επονομασία της ομάδας ανάπτυξης ως Canari Games να συμπεριλαμβάνει

απλά την περιφερειακή βοήθεια 2-3 ακόμα μελών σε θέματα προγραμματισμού και σχεδίων.

Ως μία σχεδόν σόλο προσπάθεια είναι κάτι παραπάνω από εμφανές το μεράκι, η όρεξη και το όραμα περί φόρου τιμής στα προαναφερθέντα κλασικά platforms. Η αλήθεια είναι βέβαια ότι στα πρώτα λεπτά ενασχόλησης είναι πολύ πιθανό να ξενίσει ακόμα και τον πιο πιστό φαν της pixel art δεδομένου ότι χρησιμοποιεί αυτήν την τεχνοτροπία με έναν κάπως χοντροκομμένο τρόπο.

Παρόλο που επιχειρεί να αποδώσει ενδιαφέροντα περιβάλλοντα εξωγήινων κόσμων, φουτουριστικών πόλεων κ.λπ. είναι κάτι που το μεταφέρει μέσα από μία εντελώς αποδομημένης pixel art, σε βαθμό που το σύνολο των pixels μετριούνται με ευκολία στα μοντέλα των χαρακτήρων. Θα μπορούσαν ίσως να γίνουν από κάποιους παραλληλισμοί με την “hardcore” pixel art που ακολούθησαν οι ιθύνοντες του Celeste, αλλά σε εκείνη την περίπτωση η χρήση αυτής της τεχνικής ήταν σαφέστατα υψηλότερης ευκρίνειας σε σχέση με αυτήν του Lunark.

Εντούτοις, αν και η Canari Games ελαφρώς το παράκανε στον τομέα των -κατά το δυνατόν- ελάχιστων pixels στον σχεδιασμό του παιχνιδιού, εν τέλει είναι κάτι που μπορεί να συνηθιστεί και να επιτρέψει σε κάποιον να απολαύσει τη συμπυκνωμένη περιπέτεια των 3-4 ωρών. Εκεί που τα πηγαίνει καλύτερα είναι στον τομέα των animations, που καταφέρνουν να είναι εκφραστικά και με την κατάλληλη λεπτομέρεια, αναλογικά πάντα με την τεχνική που ακολουθήθηκε.

Το σενάριο του Lunark μας μεταφέρει σε ένα φουτουριστικό κόσμο όπου το φεγγάρι της Γης, ονόματι Lunark, έχει μεταφερθεί σε ένα διαφορετικό πλανητικό σύστημα για λόγους που εξηγούνται σταδιακά. Εμείς παίρνουμε τον ρόλο του Leo, ο οποίος βρίσκεται στην εύνοια του αφεντικού μίας μεγαλοεταιρίας, που θα τον στείλει σε μία αποστολή εύρεσης ορισμένων μυστήριων τεχνουργημάτων.

Στην ολιγόωρη περιπέτεια υπάρχουν συμπυκνωμένες διάφορες πληροφορίες πίσω από την κυρίαρχη Α.Ι. και τα ρομπότ της ενώ δεν λείπει και ένα εξωγήινος πολιτισμός αλλά και άλλες, αντιστασιακές παρατάξεις. Δεδομένης της μικρής διάρκειας, σχεδόν ό,τι και να αναφέρουμε έρχεται στο κομμάτι των spoilers, αλλά αρκεί να πούμε ότι “προλαβαίνει” να δώσει αρκετά σεναριακά στοιχεία για να πλέξει μία ευχάριστη sci-fi περιπέτεια, σαν να την ανακάλυψε κάποιος σε ένα βιβλίο με συλλογή ιστοριών φαντασίας μικρού μήκους.

Οι διάλογοι ίσως είναι λίγο αφελείς σε σημεία, αλλά δεδομένης της γενικότερης ανάλαφρης φύσης της ιστορίας δεν δημιουργούν ιδιαίτερα προβλήματα στον τομέα της αφήγησης. Στα ατού οι διάφορες cutscenes μερικών δευτερολέπτων που είναι σχεδιασμένες με την ροτοσκοπική τεχνική, δηλαδή τον σχεδιασμό των animations πατώντας πάνω στα περιγράμματα ανθρώπων, η κίνηση των οποίων έχει κινηματογραφηθεί. Είναι μία τεχνική χαμένη στον χρόνο, που η επαναφορά της εδώ απλά πετυχαίνει διάνα στο θέμα της νοσταλγίας.

Σε ανάλογα μονοπάτια νοσταλγίας ενδιαφέρον παρουσιάζει η προσέγγιση στο gameplay, με την Canari Games να πατάει γερά στις gameplay βάσεις των Another World και Flashback. Όσοι θυμούνται, σε αυτά τα παιχνίδια η κίνηση των χαρακτήρων ήταν μεν λεπτομερής αλλά ταυτόχρονα βαριά στην αίσθηση και σίγουρα όχι και η πιο άμεση στην ανταπόκριση των χειρισμών μας. Δεν θα κάνουμε review των παλιότερων περιπτώσεων, αλλά θα αναφέρουμε ότι για πολύ κόσμο, συμπεριλαμβανομένου του γράφοντος, αυτός ο “δύσκαμπτος” χειρισμός αποτελούσε και αποτελεί μέρος της γοητείας τους κι ας έχει ξεπεραστεί σε μεγάλο βαθμό.

Το Lunark δείχνει σαν να επιχειρεί να “εξομοιώσει” εκείνη την αίσθηση αλλά μέσα από ένα εντελώς εκμοντερνισμένο σύστημα χειρισμού. Διατηρώντας την ελαφρώς “τανκ” κίνηση του χαρακτήρα, ο Leo δεν παύει να ανταποκρίνεται αρκετά καλά στις εντολές μας, εμπλουτισμένος με λίγες αλλά καίριες νέες λειτουργίες στο platforming. Θα αναφέρουμε ενδεικτικά ότι πλέον όταν ο ήρωας βρίσκεται στην άκρη μίας πλατφόρμας δεν θα καταρριχηθεί αυτόματα προς τα κάτω εάν πατήσουμε το κάτω στον σταυρό του gamepad, καθώς χρειάζεται να πατάμε ταυτόχρονα ένα shoulder button. Μία απλή λειτουργία, που όμως βοηθάει σημαντικά στην πιο λογική εκτέλεση των εντολών μας και στην αποφυγή σύγχυσης όταν εμείς απλά θέλουμε απλά να σκύψει και όχι να κατέβει.

Επιπλέον, όταν εκτελούμε επιτόπιο άλμα είναι αρκετά εύχρηστο ότι ο χαρακτήρας μας θα γυρίσει αυτομάτως προς το μέρος όπου μπορεί να σκαρφαλώσει, ενώ είναι σχεδόν “επανάσταση” για τοn συγκεκριμένο τύπο χειρισμού ότι μπορεί να εκτελεί άλμα εις μήκος και να σκαρφαλώσει σε πλατφόρμα που βρίσκεται σε ψηλότερη σημείο, έναν ελιγμό που στα παλιότερα παιχνίδια μπορούσαμε να κάνουμε μόνο με επιτόπια άλματα.

Αποτελούν κινήσεις που για τους νεότερους (και όχι μόνο) παίκτες είμαστε σίγουρα ότι ακούγονται αστείες. Αυτή η εκτίμηση δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα είναι η αλήθεια, αλλά στα πλαίσια μίας δημιουργίας που επιχειρεί να μεταφέρει πιστά την εμπειρία μίας εντελώς συγκεκριμένης platform φιλοσοφίας (στην οποία θα μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε και τα Abe’s Odyssey και Prince of Persia) η Canari Games αξίζει τα εύσημα που κατάφερε να προσθέσει λίγες αλλά σημαντικές προσθήκες στο gameplay.

Από εκεί και ύστερα το platforming κυμαίνεται σε ιδιαίτερα απολαυστικά επίπεδα -παρότι τυπικά. Η περιπέτεια μάς καθοδηγεί γραμμικά από επίπεδο σε επίπεδο, οδηγώντας σε ορισμένα αρκετά καλοφτιαγμένα set pieces, όπως η προσπάθεια διαφυγής πάνω σε ένα κινούμενο τρένο ή το κυνήγι με μία τεράστια αράχνη. Τη δράση εμπλουτίζει και η χρήση ενός πιστολιού, που λειτουργεί με cooldown μερικών δευτερολέπτων. Η χρήση του είναι όσο απλοϊκή ακούγεται, με τον Leo να μπορεί απλά να σκύβει για να αποφεύγει αντίπαλα βλήματα ή να χρησιμοποιεί μία ασπίδα πεπερασμένων χρήσεων.

Με λίγα λόγια, οι ανταλλαγές πυροβολισμών παραπέμπουν αβίαστα στο σύστημα μάχης του Another World. Στην προκειμένη βέβαια δεν φτάνει στο σημείο να εκνευρίζει, και μέσα από την απλότητά του συνοδεύει επαρκώς το platforming αλλά και τις σεναριακές επιταγές της αντιμετώπισης διαφόρων οντοτήτων. Το σύνολο αυτής της ευχάριστης περιπέτειας (εάν και εφόσον ξεπεράσετε το πρώτο σοκ της “χοντροκομμένης” pixel art) πλαισιώνει ένα συμπαθητικό soundtrack που δουλεύει ικανοποιητικά ως μουσικό χαλί, με ελάχιστες παραφωνίες.

Το Lunark τελικά καταφέρνει να πετύχει διάνα τον στόχο του, ώστε παρά τους περιορισμούς που αναφέραμε παραπάνω, είναι σε θέση να μας θυμίσει τις μοναδικές εμπειρίες που μας είχαν χαρίσει τα λιγοστά “cinematic platformers”, όπως είχαν βαφτιστεί από μερίδα του Τύπου και των παικτών. Η τεχνοτροπία του μπορεί να απωθήσει πολλούς, αλλά σαν σύνολο θεωρούμε ότι μπορεί να προσφέρει ουσιαστικό περιεχόμενο σε όσους θέλουν να κάνουν ένα ταξίδι στο παρελθόν.

Το Lunark κυκλοφορεί από τις 30/3/23 για PS5, PS4, PC, Switch, Xbox Series και Xbox One. Το review μας βασίστηκε στην έκδοσή του για PC με review code που λάβαμε από την Canari Games.

The post Lunark | Review appeared first on GameOver.

Keywords
Τυχαία Θέματα