Θάνος Αξαρλιάν: Ο 20χρονος φοιτητής που έπεσε νεκρός από τη ρουκέτα της 17 Νοέμβρη

Τριάντα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τις 14 Ιουλίου 1992, όταν η επίθεση με ρουκέτα της τρομοκρατικής οργάνωσης «17 Νοέμβρη», κατά του τότε υπουργού Οικονομικών Γιάννη Παλαιοκρασσά, προκάλεσε τον θάνατο του 22χρονου Θάνου Αξαρλιάν.

Το χτύπημα της οργάνωσης με ρουκέτα σε ένα από το κεντρικότερα σημεία της Αθήνας (Βουλής και Καραγεώργη Σερβίας), και μάλιστα μέρα μεσημέρι, ήταν «τυφλό».

Ο 20χρονος φοιτητής περπατούσε στην οδό Καραγιώργη Σερβίας. Οι τρομοκράτες εκτόξευσαν μία ρουκέτα εναντίον του

υπουργικού οχήματος, ωστόσο, τα θραύσματα έπληξαν τον Θάνο Αξαρλιάν, ο οποίος έπεσε νεκρός στο έδαφος, στη διασταύρωση με την οδό Βουλής.

Η ανάληψη ευθύνης από τη 17 Νοέμβρη

Λίγες ώρες αργότερα, με τηλεφώνημα στην εφημερίδα “Ελευθεροτυπία”, ένας άγνωστος ανέλαβε την ευθύνη της επίθεσης εκ μέρους της οργάνωσης. Εξέφρασε, δε, τη λύπη του για τον θάνατο του άτυχου φοιτητή, χαρακτηρίζοντάς τον… ως «παράπλευρη απώλεια».

Ο άγνωστος άνδρας, γνωστοποιήθηκε αργότερα με την εξάρθρωση της «17Ν», ήταν ο Δημήτρης Κουφοντίνας, ο «Λουκάς», όπως είχε «βαπτιστεί» από τα υπόλοιπα μέλη της οργάνωσης. Ο αρχιεκτελεστής της οργάνωσης το αποκάλυψε στο βιβλίο του που έγραψε «Γεννήθηκα 17Ν».

Όπως υποστηρίζει ο Κουφοντίνας «ο πόνος μας μεγάλος, ο δικός μου αβάσταχτος. Τηλεφώνησα αμέσως, εξέφρασα τη λύπη της “17Ν”. Μπορεί να είχε ευθύνη η Αστυνομία, να μπλόκαρε επί μισή ώρα σχεδόν το ασθενοφόρο. Όμως, την κύρια ευθύνη την είχαμε εμείς. Χρόνια αργότερα στο δικαστήριο ζήτησα συγγνώμη. […] Ήταν ένα τραγικό λάθος. Το μοναδικό λάθος της “17Ν”».

Ωστόσο, μια διαφορετική εικόνα έδωσε το 2014, το μέλος της «17 Νοέμβρη», Βασίλης Τζωρτζάτος («Σταμάτης»).

Με επιστολή του στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», υποστήριξε ότι η επίθεση είχε ακυρωθεί τις προηγούμενες ημέρες, καθώς υπήρχε κίνδυνος για περαστικούς. Μάλιστα, αποκάλυψε ότι αυτός «που πάτησε το τηλεχειριστήριο είπε στους υπόλοιπους ότι τον πίεζε η οικογένειά του για να φύγουν διακοπές. Από το ίδιο βράδυ δεν υπήρχε ούτε ένα μέλος της “17Ν” που να μην καθύβριζε τους δύο που αποφάσισαν να πατήσουν το κουμπί».

Πώς περιγράφει το τραγικό περιστατικό η εφημερίδα “Τα Νέα”

Χαρακτηριστικό είναι το δημοσίευμα της εφημερίδας “Τα Νέα” της επόμενης ημέρας:

«Η ώρα ήταν 4.10 το απόγευμα. Ο υπουργός Οικονομικών κ. Γιάννης Παλαιοκρασσάς κατέβηκε τη στιγμή εκείνη από το υπουργείο για να πάει στο σπίτι του.

Τον συνόδευαν η γυναίκα του και ο οδηγός του. Μπήκαν στο θωρακισμένο αυτοκίνητο. Ο κ. Παλαιοκρασάς κάθησε στη θέση του οδηγού. Πλάι του κάθησε ο οδηγός του και στο πίσω κάθισμα η γυναίκα του.

Τριάντα μέτρα από την είσοδο του υπουργείου και τη στιγμή που το θωρακισμένο αυτοκίνητο έστριβε στην οδό Καραγεώργη Σερβίας για να μπει στην οδό Βουλής, έγινε η έκρηξη.

Η ρουκέτα πυροδοτήθηκε με σύστημα τηλεχειρισμού από απόσταση 20 έως 30 μέτρων, όπως υπολογίζεται. Αλλά δεν έπληξε καίρια το στόχο της. Το βλήμα χτύπησε στο κατάστρωμα του δρόμου και εξερράγη κάτω από το αυτοκίνητο μεταξύ της μηχανής και της θέσεως του οδηγού. (…)

Κρατήρας διαστάσεων 20Χ5 δημιουργήθηκε στην άσφαλτο. Το υπουργικό αυτοκίνητο ακινητοποιήθηκε και έπαθε σοβαρές ζημιές. Ένα άλλο αυτοκίνητο τύπου “Φίατ 128” που ήταν παρκαρισμένο στην αριστερή πλευρά της οδού Βουλής, καταστράφηκε, ενώ ένα δεύτερο που ήταν επίσης σταθμευμένο στο σημείο εκείνο έπαθε σημαντικές ζημιές.

Η έκρηξη ήταν τρομακτική και έσπασαν τα τζάμια καταστημάτων και γραφείων σε ακτίνα μεγαλύτερη των 30 μέτρων. (…)

Ο υπουργός, η γυναίκα του και ο οδηγός του επέστρεψαν πεζοί στο υπουργείο, ενώ την ίδια στιγμή ο νεαρός φοιτητής Αθανάσιος Αξαρλιάν είχε πέσει νεκρός στο πεζοδρόμιο μπροστά στην γκαλερί “Παλέττα” και πέντε άλλοι περαστικοί τραυματισμένοι από την έκρηξη καλούσαν σε βοήθεια.

Κανένας όμως από τους περαστικούς δεν πλησίαζε προς το σημείο εκείνο. Όλοι έτρεχαν να απομακρυνθούν.

Ένα από τους τραυματίες της δολοφονικής επίθεσης περιγράφει όσα έζησε:

“Δεν κατάλαβα τίποτα. Ανέβαινα την Καραγεώργη Σερβίας και βρισκόμουν λίγα μέτρα πριν από την Βουλής. Από την έκρηξη εκτινάχθηκα λίγα μέτρα πιο πίσω και στη συνέχεια έπεσα κάτω. Τραυματίστηκα από γυαλιά στο μάτι. Άρχισα να φωνάζω βοήθεια αλλά επικρατούσε πανικός”».

«Πού είναι το παιδί μου…πού το πήγαν»

«Στο κτίριο της οδού Περικλέους 7, που βρίσκεται το εργαστήριο κοσμημάτων της οικογένειας του θύματος, ο γείτονας του 6ου ορόφου κ. Αλέξανδρος Καράγιωργας, συζητούσε, πέντε λεπτά πριν την έκρηξη, με την μητέρα του νεκρού, Ρούλα Αξαρλιάν.

“Λίγο πριν την έκρηξη η μητέρα του Θανάση τον είχε στείλει για δουλειά στην οδό Καραγεώργη Σερβίας. Ήταν κεφάτη, συζητάγαμε και αστειευόμασταν.

Ξαφνικά, μόλις άκουσε το θόρυβο άνοιξε την τζαμαρία του παραθύρου και άρχισε να φωνάζει: ’Πού είναι το παιδί μου, πού το πήγαν!’

Είχε καταλάβει από ένστικτο ότι ο γιος της ήταν νεκρός.

Προσπάθησα να την ηρεμήσω, λέγοντας ότι ο Θανάσης είναι καλά, και προς στιγμήν τα κατάφερα.

Όμως, λίγα λεπτά αργότερα άρχισε να κλαίει σπαρακτικά. Είχε καταλάβει πως ο γιος της ήταν νεκρός».

Keywords
Τυχαία Θέματα