Νικολέττα Αλεξάνδρου: «Ήχοι και σιωπές»

Η πρώτη ποιητική εμφάνιση της Νικολέττας Αλεξάνδρου πραγματοποιείται με έναν σχετικά μεγάλο αριθμό ποιημάτων, που ομαδοποιούνται κάτω από τον τίτλο Ήχοι και σιωπές, μία φράση η οποία, παρά τη συντομία της, πετυχαίνει να αποδώσει και να αποτυπώσει τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται και λειτουργεί η καλλιτεχνική δημιουργία και, πιο συγκεκριμένα, η ποιητική σύλληψη και σύνθεση. Πρόκειται για την τακτική εναλλαγή

της σιωπής, της περίσκεψης, του στοχασμού από τη μία και, από την άλλη, του ήχου, του στίχου και της ποιητικής εν γένει έκφρασης, για δύο, δηλαδή, στάδια ή φάσεις ή εκδοχές που διαδέχονται και τροφοδοτούν η μία την άλλη. Το βιβλίο περιλαμβάνει –πέρα από κάποια ποιήματα γραμμένα στα αγγλικά, που αποτελούν ένα είδος δοκιμής και δοκιμασίας της ποιήτριας σε μια γλώσσα με την οποία φαίνεται πως είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένη– ελευθερόστιχα, κατά βάση, ποιήματα, τα οποία ποικίλλουν και διαφοροποιούνται ως προς την έκτασή τους ανάλογα με το θέμα από το οποίο εκκινούν και το οποίο επεξεργάζονται, αλλά και με την πρόθεση της ποιήτριας. Έτσι, μπορεί κανείς να συναντήσει ποιήματα πιο αναλυτικά, ενίοτε αφηγηματικά, ποιήματα που ξεδιπλώνονται προσλαμβάνοντας, πολλές φορές, τη μορφή της εσωτερικής ή εσωτερικευμένης σκέψης, της ενδοσκόπησης, αλλά και ενός απολογισμού που δεν αφορά μόνο το ποιητικό υποκείμενο αλλά και το κοινωνικό γίγνεσθαι, την κοινωνική συνθήκη και τον τρόπο με τον οποίο αυτή εκβάλλει και διαμορφώνει την ψυχοσύνθεση των ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένης και της ποιήτριας: Ο άνθρωπος είναι από τη φύση του έμπορας./ Το «πάρε-δώσε», η ανταλλαγή, η λαϊκή αγορά, το παζάρι,/ αυτά είναι μέσα στο μυαλό του πριν ακόμα αντιληφθεί τον ίδιο του/ τον εαυτό./ Ακόμα και τα αισθήματά του –προπάντων αυτά (!)– τα βάζει στο ζύγι. («Ο εμποράκος») Άλλοτε πάλι ο ποιητικός λόγος της Αλεξάνδρου γίνεται πιο πυρηνικός, πιο συνθετικός, πιο καίριος και καταλυτικός και τα στιχουργήματα που προκύπτουν κατορθώνουν να φωτίσουν τη διάρκεια μέσα στη στιγμή, τον όγκο μέσα σε μια κουκκίδα, την έκταση μέσα σε έναν χώρο περιορισμένο και μικρό: Κράτα τα λίγα./ Κράτα τα μακριά./ Κράτα τα χαμηλά./ Σκιές./ Πληγές./ Φωνές./ Μικρές πυρκαγιές. («Συμβουλές») Ιδωμένη από αυτή την άποψη, η συγκεκριμένη συλλογή προσλαμβάνει τον χαρακτήρα και τη μορφή ενός ακορντεόν με ποιήματα που «ανοίγουν» και εκτείνονται σε αρκετούς στίχους ή, αντίστροφα, «κλείνουν» και περιορίζονται σε έκταση. Η μέθοδος και η μεθόδευση, μάλιστα, αυτή σε σχέση με την έκταση και το μέγεθος του ποιήματος δημιουργεί μία ευθεία αντιστροφή με την παράμετρο της έντασης η οποία αποδεικνύεται, ήδη από μια πρώτη κιόλας ανάγνωση, ότι είναι μεγαλύτερη στην περίπτωση των ολιγόστιχων ποιημάτων και σαφώς πιο μειωμένη ή τουλάχιστον ελεγχόμενη στην περίπτωση των μεγαλύτερων.

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Ο κεντρικός άξονας που συνέχει τη συλλογή και δίνει τον ρυθμό και τον τόνο είναι η διάθεση ή, πιο σωστά, η ανάγκη της ποιήτριας να αποφορτιστεί μέσω του ποιητικού λόγου, μέσω της δημιουργίας και της συγγραφής των ποιημάτων της σε μία γλώσσα που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί απόλυτα προσωπική. Πράγματι, αυτό που μπορεί κανείς αμέσως να αντιληφθεί, είναι η παρουσία και η λειτουργία ενός συγκεκριμένου ύφους και συνακόλουθα ήθους των ποιημάτων, που τροφοδοτείται και διαμορφώνεται από την πρόθεση της ποιήτριας να τεχνουργήσει έναν ποιητικό λόγο ειλικρινή, γνήσιο, αυθεντικό: Πολλοί, χιλιάδες οι μικροί./ Πολλοί, χιλιάδες οι κακοί./ Από παντού ξεπηδούν./ Απάνω σου ορμούν./ Το τομάρι σου ζητούν.// Γύρω κοιτάς./ Βοήθεια ζητάς./ Τα μάτια μιλούν./ Τα λόγια σιωπούν. («Δυο άνθρωποι») Στην περίπτωση, δηλαδή, της Αλεξάνδρου προκρίνεται η αφυπνιστική λειτουργία της ποίησης, η κριτική της διάσταση και η ιδιότητά της να αποτελεί το κέντρισμα εκείνο που χρειάζεται ο άνθρωπος προκειμένου να αντιληφθεί, μέσα από τις προσλαμβάνουσες και το φίλτρο του ποιητή, τα γεγονότα, τις καταστάσεις, τις ροπές, τις διαθέσεις που συνέχουν και σηματοδοτούν τη σύγχρονη κοινωνική και προσωπική συνθήκη. Γιατί η ποίηση είναι πρωτίστως μία τέχνη κοινωνική όχι τόσο με την έννοια του πομπού κοινωνικών μηνυμάτων, συνθημάτων ή συνταγών, όσο με την έννοια του ανατόμου της συγχρονίας και του τρόπου με τον οποίο αυτή μορφοποιείται και εκδηλώνεται.

{jb_quote} Η Αλεξάνδρου αφιερώνεται σε αυτό το αντίκρισμα, το οποίο προχωρεί παράλληλα και ταυτόχρονα με τη συγγραφή, έτσι που να δίνεται η εντύπωση ότι η στιχουργία προσλαμβάνει ακριβώς το σχήμα της παρατήρησης και της σκέψης, το καλούπι της ενδοσκόπησης και της αποκρυπτογράφησης των μηνυμάτων του καιρού και του τόπου. {/jb_quote}

Η Αλεξάνδρου λοιπόν στέκεται με ιδιαίτερο θάρρος και καλλιτεχνική τόλμη όχι μόνο απέναντι στην κοινωνική συγκυρία, αλλά και απέναντι στην τέχνη της: Η διαστρέβλωση της αλήθειας είναι τέχνη, δεν είναι αρετή/ Ποιος χρειάζεται όμως τους ενάρετους;… («Διαπίστωση») Αυτό το δεύτερο, μάλιστα, είναι πολύ πιο σημαντικό. Γιατί καταδεικνύει περίτρανα πως η ποιήτρια έχει ήδη από την πρώτη της ποιητική απόπειρα αποφασίσει και καταλήξει ότι η ποίηση που υπηρετεί θέλει να είναι αιχμηρή, κάποτε σκληρή ή ακόμα και ωμή, πάντοτε όμως ευθεία και ευθύβολη, σε τέτοιο μάλιστα βαθμό ώστε να φτάνει απευθείας στον πυρήνα του ποιητικού προβληματισμού, να τον αποκαλύπτει και να καλεί τον αναγνώστη της στη θέαση και την πρόσληψή του. Αυτό βεβαίως δεν θα πρέπει να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι από τους στίχους της απουσιάζει ή εξοβελίζεται η ευαισθησία. Ίσα ίσα που αυτή, ακόμα και στα ποιήματα που μοιάζουν περισσότερο ψύχραιμα ή ψυχρά, με την έννοια της θαρραλέας ενατένισης των ερεθισμάτων, φαίνεται πως αποτελεί το υπόβαθρο ή, καλύτερα, το σημείο εκκίνησης της δημιουργού. Αυτή ακριβώς η ευαισθησία, που άλλοτε προδίνεται με ευθύτητα μέσα από στίχους που δεν κρύβουν το γεγονός ότι είναι πρωτόλειοι, αποτελούν δηλαδή την πρώτη εμπλοκή της ποιήτριας με τον ποιητικό λόγο, κάτι που αναπόφευκτα οδηγεί σε εμφανέστερη και εντονότερη ροπή προς έναν λόγο πιο κοντά στην προσωπική έκφραση, την εξομολόγηση, την αποκάλυψη των μύχιων σκέψεων και αισθημάτων, και άλλοτε κρύβεται πίσω και κάτω από έναν ποιητικό λόγο που μοιάζει πιο κριτικός, πιο διερευνητικός και αναλυτικός, εν τέλει πιο αποστασιοποιημένος και απόμακρος από τις εκδηλώσεις του ψυχισμού της ποιήτριας. Εκεί όμως είναι που αναδεικνύεται η ευαισθησία ως κινητήριος δύναμη και αρχή της δημιουργίας αφού, για να μπορέσει κάποιος να σταθεί με ευθύτητα και τόλμη απέναντι στις παθογένειες της κοινωνίας, του ανθρώπου, του εαυτού, απαιτείται ένα προηγηθέν, βαθύ και διεισδυτικό αντίκρισμα της πραγματικότητας, των εκδοχών και των διαστάσεών της. Η Αλεξάνδρου αφιερώνεται σε αυτό το αντίκρισμα, το οποίο προχωρεί παράλληλα και ταυτόχρονα με τη συγγραφή, έτσι που να δίνεται η εντύπωση ότι η στιχουργία προσλαμβάνει ακριβώς το σχήμα της παρατήρησης και της σκέψης, το καλούπι της ενδοσκόπησης και της αποκρυπτογράφησης των μηνυμάτων του καιρού και του τόπου.

Ήχοι και σιωπές
Νικολέττα Αλεξάνδρου
Εκδόσεις Βακχικόν
84 σελ.
ISBN 978-960-638-119-5
Τιμή €10,60

Keywords
Τυχαία Θέματα