«Είχε ψιχαλίσει σε όλες τις πληγές μου» της Κλεοπάτρας Λυμπέρη

ΣΧΟΛΙΟ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΒΑΒΟΥΡΗ
«ΣΤΟΝ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΕΓΚΛΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ
ΕΡΧΟΜΑΙ»

Όταν ο εραστής δεν έρχεται, συνήθως καταφτάνει
ένα ποίημα. Εγώ θα το έγραφα κάπως έτσι:

{loadmodule mod_adsence-inarticle-makri} {loadposition adsence-inarticle-makri}

Επί της αβύσσου κλίνω. Με όλα τα σκοτάδια της
σου φωνάζω, έλα.
(Η προστακτική είναι πάντα απαιτητική.)
Έγινες ο μήνας Δεκέμβριος – από πάγο, από χιόνι, από
τη λέξη ψυχρό.
Έλα – τόσα λάμδα μαζεμένα πού αλλού θα

βρεις;

Οι αρχαίες εγκλίσεις ως σημεία των ερώτων
είναι γένους ιερού.
Είμι – ήα – ήλθον. Βοηθός η γλώσσα τώρα περιγράφει
μια υπόθεση εν κινήσει που άφησες μισή.
Επιτέλους, συμμορφώσου με τη γραμματική.
Το ελήλυθα (έχω έρθει) τι παρηγορητικόν!
(Θα είχε ψιχαλίσει σε όλες τις πληγές μου, σε έργα
βαρέων βαρών πυγμάχων και πυγμαχιών.)

Μ’ έπνιξε η νύχτα με τα μαλλιά της τα πλοκάμια της.
Σ’ αυτό το κάδρο πλέον μένω να σε τελετουργώ
να σε κυκλοδιώκω να σε μεθοπυροβολώ
ή
σαν οπώρα σάπια, περασμένα μεσάνυχτα
στον κάλαθο να σε πετώ.

~ * ~

ΑΣΠΟΝΔΥΛΟ

Στο σώμα μου επάνω δεν θα βρεις το πένθιμο μάτι της
κουζίνας να καίγεται ολημέρα στην κόλαση.
Μόνο κάτι λουλούδια που πεινούν και κρυώνουν.
Στη φόδρα του σώματος κάνει ζέστη.
Κλειδώνω έξω τα ξαφνιασμένα βλέφαρα,
τον τρελό λαγό του Σαχτούρη.

Η ποίησή σου δεν έχει κόκαλα, έλεγε κάποτε ο Θ.
Από τότε βάζω στο ποίημα καρέκλες, τραπέζια, βάζω
ζώα με ουρές – ολόκληρο το σκηνικό της πραγματικότητας.
Κι έτσι, με τόση ύλη, τα μαλακά μόρια της ψυχής
γίνονται γραφή, στέρεοι συνδυασμοί
με σπονδύλους που άρπαξα από άλλους
– το ασπόνδυλο, εγώ, να σπονδυλωθώ.

Ενδεχομένως όλα αυτά τα χρόνια να έχω ενώσει
Γη και ουρανό – σκύλους με πουλιά, όρη με ελάφια,
ονειροπαρμένους επιβήτορες των νεφών με τον Φράντς
Κάφκα. Ίσως αφιερώθηκα σε αγώνα ιερό.

Εντάξει. Να έχει κόκαλα το ποίημα. Έναν τάφο οπωσδήποτε.
Φοβερές μασέλες, τριγμούς. Όμως μες στο θήτα του πόθου
–όταν κυλάω με τη γλώσσα, τα λόγια, με την αταξία
στην τάξη του βασιλείου–, το χάδι μου λέει:
γίνε τρυφερή, χωρίς κόκαλα μπαίνει κανείς
στην άλλη ψυχή.

~ * ~

Οι ποιητές γράφουν τη μοναξιά τους. Άλλοι το χαμό τους, όπως η Σύλβια. Άλλοι
την πικρή εγκατάλειψη – όπως η Ανν. Εντούτοις, μέσα τους ζω και γεννώ
φανταχτερά ηλιοτρόπια. (λέει ο χρόνος)

AΠΩΛΕΙΑ

Αν χάσω ένα χέρι, ένα πόδι, ένα μάτι, θα πει πως
χρειάζομαι νέο τρόπο αρτιμέλειας.
Σοφές ανανήψεις.
Το σκότος συνήθως σε βυθίζει ως τον πυθμένα
για ν’ ανέβεις σε αερόστατα λογικής.

Ίσως η απώλεια είναι δώρο κρυφό προς εκείνον που
έχει εκπέσει. Μια οδός εντούτοις ανοδική
αφού ό,τι κατεβαίνει στο τέλος ανεβαίνει.
Επομένως, να θέλουμε να εκπίπτουμε;
Στην πτώση μας μέσα να διακινούμε τη σοφή
ανάνηψη: έναν αποχαιρετισμό του παλιού
φθαρμένου εαυτού μας.

Ο απολωλώς εαυτός είναι περίεργο φαινόμενο.
Σαν ποίημα-χαμένο-πρόβατο βελάζει.
Σαν λύκος-κριτής ορμάει στο πρόβατο.
Σαν ποιμένας προσθέτει στο κοπάδι λύκους, αρνιά,
για να φτιάξει το Πλήρες.

~ * ~

ΕΡΩΤΙΚΟ ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ

Μένω εδώ, ταιριαστή στου ονείρου μου τη λάμπα
………….………………………………………………
………………………………………………………….
………………………………………………………….
και κάπως έτσι θα κυλάει (σαν γαλαξίας) στο ποτήρι
το έλ’ αγάπη μου και κάνε με φωλιά.
………………………………………………………………
Στο άσυλο μέσα οι τσιγγάνοι θα παίζουνε βιολιά –
στ’ αυγά θα πεταρίζουνε αθώα πουλάκια
πριν να γίνουν χήνες άσχημες μες στα μυαλά.

~ * ~

Η Κλεοπάτρα Λυμπέρη γεννήθηκε στη Χαλκίδα το 1953. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και του Κύκλου Ποιητών. Γράφει ποίηση, πρόζα, δοκίμιο, κριτική βιβλίου και μεταφράζει από τα αγγλικά. Το τελευταίο της ποιητικό βιβλίο, Το μηδέν σε φωλιά (Εκδόσεις Γαβριηλίδης), ήταν υποψήφιο για το Κρατικό Βραβείο.

Keywords
Τυχαία Θέματα