Ελληνικές αρχαιολογικές ανασκαφές στη Μικρά Ασία, 1921 – 1922

Η γη της Ιωνίας υπήρξε κοιτίδα πολλών ελληνικών πόλεων ήδη από τον πρώτο αποικισμό. Ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα αρχαιολογικά ευρήματα που έχουν εντοπισθεί, αν και οι γείτονες τα βαφτίζουν όλα… ρωμαϊκά. Βασισμένοι στο ότι η τελευταία φάση των αρχαίων πόλεων ήταν, βεβαίως, η ρωμαϊκή, προσπαθούν να κρύψουν εντέχνως την ελληνικότητά τους. Κι όμως, τα αρχαία είναι πεισματάρικα και αποκαλύπτουν πολλά.

Ο ακαδημαϊκός Μιχάλης Τιβέριος, διαπρεπής αρχαιολόγος ο ίδιος, έχει παρουσιάσει σε σημειώματά του τις «άγνωστες στον πολύ κόσμο δραστηριότητες της Ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας στην Ιωνία

κατά τη διάρκεια της σύντομης εκεί ελληνικής διοίκησης, δραστηριότητες γεμάτες από πράξεις αυταπάρνησης για τη σωτηρία των αρχαίων.»

Η Υπηρεσία αυτή δραστηριοποιήθηκε, με ελάχιστο προσωπικό, αμέσως σχεδόν με την εγκατάσταση των ελληνικών αρχών στη Σμύρνη. Αρχικά και για ένα σύντομο χρονικό διάστημα διευθυντής της ορίστηκε ο Γ. Οικονόμος, αλλά από τον Ιανουάριο του 1921 τη διεύθυνση ανέλαβε ο K. Κουρουνιώτης με συνεργάτη του τον N. Λάσκαρι. Στην Υπηρεσία αποσπάστηκαν επίσης ο Σ. Παρασκευαΐδης, ως αρχαιολόγος, από στρατιωτική μονάδα και ο αρμένιος αρχιτέκτων M. Καρακότσης, από το Τμήμα Δημοσίων Εργων της Ελληνικής Διοίκησης· ακόμη υπηρετούσαν σ’ αυτήν ο φωτογράφος A. Πετρίτσης και ο πολύπειρος σε αρχαιολογικές εργασίες A. Απέργης, μια και για χρόνια ήταν ο επιστάτης των μεγάλων γερμανικών ανασκαφών της Μικράς Ασίας. Κατά τόπους πολύτιμη βοήθεια παρείχαν και ορισμένοι αρχαιόφιλοι, όπως ο περγαμηνός A. Κιοσκλής, και δάσκαλοι, όπως ο A. Αλιβιζάτος στην Εφεσο, και οι λιγοστοί διορισμένοι φύλακες αρχαιοτήτων.

Φύλαξη, συντήρηση, καταγραφή

«Από την πρώτη κιόλας ημέρα της εγκατάστασής της στη Μικρά Ασία η Αρχαιολογική Υπηρεσία άρχισε το έργο της, που ήταν η φύλαξη, συντήρηση, καταγραφή και περισυλλογή αρχαίων, η φροντίδα των υπαρχόντων Αρχαιολογικών Μουσείων και συλλογών, η ίδρυση και οργάνωση νέων, η διεξαγωγή ανασκαφικών εργασιών, η διευκόλυνση των ανασκαφών που διεξήγαν ξένες Αρχαιολογικές Σχολές» αναφέρει ο ακαδημαϊκός σε κείμενό του στο «Βήμα». «Προκαλεί θαυμασμό πώς μπόρεσαν τόσο λίγοι άνθρωποι σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα να ευπρεπίσουν, κατά το δυνατόν, τους εκτεταμένους αρχαιολογικούς χώρους της Εφέσου και της Περγάμου, στήνοντας εδώ και μικρές αρχαιολογικές συλλογές, όπως και να οργανώσουν μια νέα επανέκθεση της αρχαιολογικής συλλογής της περιώνυμης Ευαγγελικής Σχολής στη Σμύρνη, η οποία είχε εμπλουτιστεί με πολλές νέες αρχαιότητες, ορισμένες μάλιστα αγορασμένες είτε από την Ελληνική Διοίκηση είτε από Ελληνες Μικρασιάτες. Ανάμεσα στις τελευταίες μνημονεύω και μια αρχαϊκή πήλινη καταγραφή σαρκοφάγο, αγορασμένη στα Βουρλά από την οικογένεια του Σεφέρη.»

(Σ.σ. η σαρκοφάγος χάθηκε, μαζί με όλα τα αποκτήματα της Ευαγγελικής Σχολής, όταν κάηκε η πόλη. Ένα από τα ελάχιστα αρχαία έργα που διασώθηκαν, ήταν μαρμάρινη κεφαλή, η οποία εκτίθεται τώρα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, στην αίθουσα του Βωμού, στο πλαίσιο της εκδήλωσης Αθέατο Μουσείο).

Εξαιρετικά δύσκολο ήταν το έργο της περισυλλογής αρχαίων από την αχανή μικρασιατική ύπαιθρο που συγκεντρώνονταν σε αποθήκες στη Σμύρνη και στα Μουδανιά, μας πληροφορεί ο κ. Τιβέριος. Σχεδόν κάθε μέρα τα λιγοστά μέλη της Υπηρεσίας έπρεπε να διανύουν μεγάλες αποστάσεις, πολλές φορές μάλιστα σε συνθήκες εξαιρετικά δύσκολες, καθώς διέσχιζαν με στρατιωτικά αυτοκίνητα κακοτράχαλους δρόμους ή ταξίδευαν στριμωγμένοι σε τρένα ασφυκτικά γεμάτα από στρατιώτες. Και αυτό επειδή καθημερινά «βομβαρδιζόταν» η Υπηρεσία από αναφορές διοικητών στρατιωτικών μονάδων, οι οποίοι από υπερβάλλοντα πατριωτισμό και φυσικά από δικαιολογημένη άγνοια, κάθε μάρμαρο που εύρισκαν το παρουσίαζαν ως έργο του… Φειδία – και ήταν πλήθος τα σκαλισμένα ή ενεπίγραφα μάρμαρα που συναντούσαν μπροστά τους ζητώντας την άμεση επέμβαση των αρχαιολόγων. Δεν ήταν λίγες οι φορές που το προσωπικό της Υπηρεσίας με κακές καιρικές και κλιματολογικές συνθήκες έφτανε ως τις γραμμές πυρός, ενώ συχνά κινδύνευε και από σφαίρες ατάκτων Τσετών.

Οι τρεις ανασκαφές που διεξήγαγαν από το 1921 οι Ελληνες αρχαιολόγοι στην Ιωνία και πιο συγκεκριμένα στη Νύσα, στην Εφεσο, όπου αποκαλύφτηκαν τα ερείπια του μεγάλου ναού του Ιωάννου του Ευαγγελιστή, και στις Κλαζομενές, τερματίστηκαν λίγα εικοσιτετράωρα προτού μπουν οι Τούρκοι στη Σμύρνη, τονίζει ο Μιχάλης Τιβέριος Και μέσα στον πανικό της επερχόμενης καταστροφής είχαν το κουράγιο να μεταφέρουν και κάποια από τα ευρήματά τους στην Αθήνα, όπως αρχαία μετέφεραν στις νέες τους πατρίδες και οι πρόσφυγες. Την ατμόσφαιρα των τελευταίων αυτών ημερών στους αρχαιολογικούς χώρους της ελεύθερης Ιωνίας μάς την μεταφέρουν τα γραπτά των ανασκαφέων τους: «Ολίγας ημέρας προ της διακοπής της ανασκαφής» (στη Νύσα), γράφει ο Κουρουνιώτης «… μολονότι δεν είχομεν πληροφορίας περί της τρομακτικής καταστροφής του Αφιόν Καρά Ισάρ… ήρχισε να καταλαμβάνη αόριστον, λίαν δυσάρεστον, αίσθημα ανησυχίας. Σχεδόν καθ’ εκάστην εσπέραν εγίνοντο άγονοι προσπάθειαι καταστροφής τής παρά το χωρίον σιδηροδρομικής γραμμής· αι προς τούτο χρησιμοποιούμεναι βόμβαι εξερρήγνυντο ολίγας εκατοντάδας μέτρων μακράν της κατοικίας μας· οι επιχειρούντες την ανατίναξιν της γραμμής Τσέται, καταδιωκόμενοι υπό των στρατιωτών μας, εξηφανίζοντο ευκόλως εντός των πυκνών δένδρων… και απεκρύπτοντο τελεσφόρως υπό των εντοπίων Τούρκων, αν μη ήσαν και αυτοί ούτοι οι εντόπιοι οι δράσται».

Ο Κουρουνιώτης, που είχε κάνει ανασκαφές και την προηγούμενη χρονιά, είχε δει από την αρχή να αλλάζει το κλίμα και οι αγαθοί Τούρκοι χωρικοί να μη τους καλοδέχονται πια. Ηταν άλλωστε οι παραμονές της τελικής μεγάλης μάχης, την οποία έχασε η Ελλάδα…

Πώς έγινε το ξεκίνημα

Η Ελληνική Διοίκηση της Σμύρνης που τοποθετήθηκε λίγο μετά την απόβαση των ελληνικών δυνάμεων του 1919 διέθετε και  Τμήμα Αρχαιοτήτων, επικεφαλής του οποίου ήταν μέχρι τον Νοέμβριο του 1920 ο τότε έφορος Αρχαιοτήτων Γεώργιος Π. Οικονόμος, ο οποίος αργότερα ανέλαβε τη διεύθυνση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Τον Ιανουάριο του 1921, και μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1922, στη θέση του Οικονόμου μπήκε ο αρχαιολόγος Κωνσταντίνος Κουρουνιώτης με συνεργάτες τους αρχαιολόγους Νικόλαο Λάσκαρι και Ευστράτιο Παρασκευαΐδη, για τους οποίους λίγα στοιχεία είναι γνωστά.

Οπως έδειξε η αρχαιολόγος του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου Μαρία Χιδίρογλου σε ημερίδα της Ενωσης Αρχαιολόγων Ελλάδος «Ηώς» για τις έρευνες στη Μικρά Ασία, ο Κουρουνιώτης ανέσκαψε στη Νύσα, το σημερινό Σουλτάν Χισάρ, συνεχίζοντας τις έρευνες που ξεκίνησε ο Γερμανός αρχαιολόγος Χάινριχ Πρινγκσχάιμ το 1909. Από τις έρευνες αποκαλύφθηκε τμήμα της αρχαίας αγοράς και το «Γεροντικόν», το δημόσιο κτίριο της αρχαίας Νύσας με τις 12 σειρές εδράνων, που σύμφωνα με τον Στράβωνα χρησιμοποιούνταν για να συνεδριάζουν οι γέροντες της πόλης.

Από τα ευρήματα του Κουρουνιώτη προέρχεται και το γνωστό «προσφυγάκι», το μικρό άγαλμα παιδιού που κρατάει σκύλο (1ος αι. π.Χ.) και βρίσκεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Η επικρατούσα θεωρία,  είναι ότι τα ευρήματα του Κουρουνιώτη μεταφέρθηκαν στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και καταστράφηκαν από τη μεγάλη πυρκαγιά. Η θεωρία δεν έχει επιβεβαιωθεί και είναι προς διερεύνηση.

Αγνωστη είναι και η τύχη των αρχαιοτήτων που βρέθηκαν στις Κλαζομενές, την αρχαία πόλη της Ιωνίας. Ο Γεώργιος Οικονόμος ανέσκαψε τα αρχαία νεκροταφεία της πόλης και αποκάλυψε πλήθος ευρημάτων που παρέμειναν στη Μικρά Ασία. Προφανώς είχαν μεταφερθεί στο μουσείο των Σάρδεων και καταστράφηκαν.

Στην Εφεσο, ο αρχαιολόγος Γεώργιος Σωτηρίου, μετέπειτα διευθυντής του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών, ανέσκαψε τα οικοδομικά κατάλοιπα του ναού του Ιωάννου του Θεολόγου. Η ανασκαφή πραγματοποιήθηκε με πρωτοβουλία της Αρχαιολογικής Εταιρείας (όπως όλες οι ελληνικές ανασκαφές άλλωστε) και δαπάνες της Υπάτης Αρμοστείας Σμύρνης.

Η αρχαιολόγος Μαρία Σάλτα σημειώνει πως πληροφορίες για τη στελέχωση και το έργο του νέου αυτού τμήματος τής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, προσφέρει ο έβδομος τόμος του περιοδικού «Αρχαιολογικόν Δελτίον», πού εκδόθηκε το 1924 από το αρμόδιο «Υπουργείον των Εκκλησιαστικών και τής Δημοσίας Εκπαιδεύσεως», με τον τίτλο «Ελληνικαί ανασκαφαί εν Μικρά Ασία».

Στην ύλη του περιοδικού περιλαμβάνονται άρθρα του Κουρουνιώτη πού αφορούν ανασκαφές του στη Νύσα επί Μαιάνδρω και στη γειτονική αρχαία πόλη Μάσταυρα, του Γ. Σωτηρίου με θέμα την ανασκαφή του Βυζαντινού Ναού Ιωάννου του Θεολόγου στην Έφεσο και του Γ. Οικονόμου με θέμα τα αξιώματα των Ναοποιών και των Εσσηνών, με αφορμή επιγραφή από την Έφεσο.

Στο Παράρτημα τού ίδιου τόμου υπάρχει έκθεση του Κ. Κουρουνιώτη πού άφορά «Το έργον τής Ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας εν Μικρά Ασία». Σε αυτό γίνεται λόγος για την συντήρηση των αρχαιοτήτων και τα προβλήματα επιμέρους αρχαιολογικών χώρων (Έφεσο, Πέργαμο, Σάρδεις, Πριήνη), την αρχαιολογική συλλογή τής Ευαγγελικής σχολής στη Σμύρνη, καθώς και την περισυλλογή αρχαίων.

Οικονομικά στοιχεία

Η Καλιόπη Παυλή, παρουσιάζει και οικονομικά στοιχεία από τις έρευνες. Η ανασκαφή στις Κλαζοµενές και στο Μαραθονήσι χρηµατοδοτήθηκε µε 10 χιλιάδες δραχµές από το Κεντρικό Ταµείο της Αρµοστείας, όσο και η ανασκαφή στη Νύσσα. Άλλες 10 χιλιάδες διατέθηκαν στον Γ. Σωτηρίου, ο οποίος στην ανασκαφή της βασιλικής που είχε υψώσει ο Ιουστινιανός στην Έφεσο έβλεπε την «ανασύσταση της Βυζαντινής ηµών Αυτοκρατορίας». Επειδή το ποσό του τελευταίου δαπανήθηκε στις 23 πρώτες ηµέρες σε αγορές, ενοικιάσεις υλικών και σε υψηλές αµοιβές (λ.χ. ο επιστάτης αµειβόταν µε 27 δραχµές την ηµέρα), η Αρµοστεία του έστειλε επιπλέον 7 χιλιάδες για να συνεχίσει την ανασκαφή και του προµήθευσε Τούρκους και Έλληνες από τις φυλακές της Σµύρνης και της Μαγνησίας οι οποίοι εργάζονταν «αντί της διατροφής αυτών και λογικού ηµεροµισθίου»: 2 δραχµές ηµεροµίσθιο σε αντίθεση µε τους προηγούµενους εργάτες που αµείβονταν µε 20 δραχµές την ηµέρα.

Στις ανασκαφές εργάζονταν και αιχµάλωτοι πολέµου τους οποίους προµήθευε η Στρατιά Μικράς Ασίας. Δεν αµείβονταν και προσκολλούνταν στους λόχους της περιοχής για να διατρέφονται, όπως οι εργάτες του Σωτηρίου στην Παλαιά Έφεσο το καλοκαίρι του 1921 και οι εργάτες του Κουρουνιώτη στη Νύσσα το 1922. Σύµφωνα µε την επείγουσα επιστολή που το Τµήµα Αρχαιοτήτων της Αρµοστείας έστειλε στο Συµβούλιο της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας την επόµενη άνοιξη ήταν αναγκαίο να αρχίσουν ξανά οι ανασκαφές και καλούνταν να προσέλθουν στις θέσεις τους «οι προς τούτο εντεταλµένοι έφοροι αρχαιοτήτων».

Για τη δεύτερη περίοδο των ανασκαφών του Γ. Οικονόµου εκδόθηκε ένταλµα 10 χιλιάδων δραχµών35. Ένταλµα 10 χιλιάδων δραχµών εκδόθηκε και για την δεύτερη περίοδο των ανασκαφών του Γ. Σωτηρίου, ο οποίος όµως ζήτησε 15 χιλιάδες δραχµές. Οι λίγες µέρες του Αυγούστου που ο Κωνσταντίνος Κουρουνιώτης µετέβη στη Νύσσα για «µικρά εργασία», όπως την αποκάλεσε, πιστώθηκαν µε 4 χιλιάδες δραχµές. Να σηµειωθεί πως το 1922 που δαπανώνται τα παραπάνω ποσά συµπίπτει µε την κορύφωση της οικονοµικής κρίσης στην Ελλάδα που είχε εκβάλλει στη διχοτόµηση του χαρτονοµίσµατος, ένα αναγκαστικό δάνειο ώστε να «καταστή δυνατή η επί τινας µήνας συνέχιση της εκστρατείας».

* Το λογότυπο είναι της Ομοσπονδίας Προσφυγικών Σωματείων Ελλάδος και έγινε για τα 100 χρόνια από την Μικρασιατική Καταστροφή

Αγγελική Κώττη

The post Ελληνικές αρχαιολογικές ανασκαφές στη Μικρά Ασία, 1921 – 1922 appeared first on The President.

Keywords
ασια, νέα, αθηνα, καλοκαιρι, ελλαδα, president, κινηση στους δρομους, γερμανος, Πρώτη ημέρα του Καλοκαιριού, σουλτάν μπιν νάσερ φαρχάν αλ σαούντ, σουλταν αλ σαουντ, Καλή Χρονιά, νικος απεργης, Πρώτη Μέρα της Άνοιξης, η ημέρα της γης, θεμα εκθεσης 2012, Ημέρα του παιδιού, αγγελικη, ξανα, ιουστινιανος, αυτοκινητα, θεμα, ιωνια, πλαισιο, σμυρνη, σωτηρια, τυχη, υλη, αγνοια, αρθρα, αλιβιζατος, ανοιξη, αρχαια, ατμοσφαιρα, αφορμη, βοηθεια, βρισκεται, γινεται, δανειο, διαστημα, διευθυνση, δημοσιο, διοικηση, εγινε, αιθουσα, υπαρχει, εκθεση, ενοικιασεις, εργα, επρεπε, ερευνες, ιδρυση, υπηρεσια, θεωρια, ιωαννου, κειμενο, κοιτιδα, κλιμα, κτιριο, μικρο, μαρια, οικογενεια, προβληματα, σειρες, συγκεκριμενα, συντηρηση, σωτηριου, τμημα, τρενα, φυσικα, χαθηκε, κωνσταντινος, αγορες, εθνικο, φυλακες, ιδιαιτερα, καηκε, μπροστα, πληροφοριες, president, θεσεις, βεβαιως, ξεκινησε
Τυχαία Θέματα