Γιώργος Καρελιάς: Αν κερδηθεί η μάχη, να μη χαθεί ο πόλεμος…

Αν δεν γίνει κάποια χοντρή γκάφα, φαίνεται ότι η μάχη με την πανδημία μπορεί να κερδηθεί. Η έμφαση είναι στο υποθετικό «αν». Διότι το τελευταίο 24ωρο παρατηρήθηκαν μια-δυο απαράδεκτες «παροτρύνσεις» καταστρατήγησης των μέτρων και μάλιστα από υπεύθυνα-υποτίθεται-χείλη.

Πρώτα η επίσημη Εκκλησία, η οποία ανακοίνωσε επίσημα ότι οι ναοί θα μείνουν ανοικτοί συγκεκριμένες ώρες τη Μ. Εβδομάδα. Είναι σαν να έλεγε στους πιο τολμηρούς-ή πολύ πιστούς ή απλώς θρησκόληπτους- «μπορείτε να προσέλθετε». Ακολούθησε μια τουλάχιστον περίεργη δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου Στέλιου Πέτσα.

Ο

οποίος ούτε λίγο ούτε πολύ παρότρυνε τους πιστούς, αφού δεν προβλέπεται εξαίρεση για μετάβαση στους ναούς, να χρησιμοποιήσουν κάποιον άλλον λόγο (πχ σούπερ μάρκετ ή φαρμακείο) και να πάνε για «ατομική προσευχή».

Η παρότρυνση αυτή είναι πρωτοφανής και θα μπορούσε να προκαλέσει φαινόμενα συνωστισμού έξω από τους ναούς και να τινάξει στον αέρα την-επιτυχημένη έως τώρα- προσπάθεια να περιοριστεί η εξάπλωση του ιού. Γι’ αυτό και ακολούθησε η άρον άρον ανάκλησή της από τον υφυπουργό Νίκο Χαρδαλιά. Η δήλωση Πέτσα δεν μπορεί να θεωρηθεί γκάφα. Αποτυπώνει την αρχική πρόθεση της κυβέρνησης να μη συνεχίσει να συγκρούεται με το τμήμα εκείνο των πιο φανατικών πιστών που αντιτίθεται στις απαγορεύσεις.

Αν τους επόμενους δύο μήνες δεν έχουμε τέτοιες «παρασπονδίες» και ο αριθμός των κρουσμάτων και, κυρίως, των θυμάτων παραμείνει ελεγχόμενος, μπορεί η μάχη του κορονοϊού να κερδηθεί. Αλλά δεν πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες. Θα είναι μόνο μία μάχη, πολύ σημαντική ασφαλώς, αφού αφορά ανθρώπινες ζωές. Όμως, ο «πόλεμος» θα είναι ακόμα εν εξελίξει.

Και ο «πόλεμος» αυτός θα αφορά όλες τις εκφάνσεις της ζωής, πέρα από την υγεία: την οικονομία της χώρας στο σύνολό της, την εργασία και την επιχειρηματικότητα, τις αμοιβές και την κοινωνική ασφάλιση. Μόνο το πλήγμα στην τουριστική βιομηχανία αναμένεται να σημάνει απώλειες πολλών δισεκατομμυρίων στο εθνικό εισόδημα(ΑΕΠ) και εκατοντάδες χιλιάδες χαμένες θέσεις εργασίας.

Ετσι, κάποια στιγμή οι πάντες-εργαζόμενοι και άνεργοι, μεγάλοι και μικροί επιχειρηματίες-θα ζητούν τη βοήθεια τους κράτους. Το οποίο μπορεί να βρεθεί μπροστά σε σκληρά διλήμματα, αν οι κρατικοί πόροι δεν επαρκούν για όλους.

Βεβαίως, υπάρχει το γνωστό ως «μαξιλάρι ασφαλείας»(αρκετά δισεκατομμύρια), που άφησε η προηγούμενη κυβέρνηση στη σημερινή. Ένα μαξιλάρι που είχε επικριθεί έντονα από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, αφού προερχόταν κυρίως από τα υπερπλεονάσματα. Αλλά να που σήμερα-σαν ένα οδυνηρό καπρίτσιο της τύχης-μπορεί να αποτελέσει ένα σωσίβιο. Βεβαίως, δεν γνωρίζουμε ακόμα το μέγεθος της κρίσης που θα ακολουθήσει. Όμως, η χώρα βρίσκεται σήμερα σε σαφώς καλύτερη θέση από το 2009, όταν έκλεισαν οι αγορές χρήματος και δεν μπορούσε να δανειστεί, με αποτέλεσμα να έρθουν τα Μνημόνια και η δεκαετής διεθνής επιτήρηση.

Αυτή στη στιγμή υπάρχουν κρατικοί πόροι- το «μαξιλάρι» που είπαμε. Η κυβέρνηση έχει την ευθύνη της διαχείρισής του. Το αν θα το κάνει με τη μέθοδο «βλέποντας και κάνοντας», όπως δείχνει να προτιμά ή αν θα το διαθέσει «εμπροσθοβαρώς», όπως ζητεί ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι δική της επιλογή. Εύκολη απάντηση δεν υπάρχει.

Όμως, η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν πρέπει να έχει καμία αυταπάτη. Η τύχη της δεν θα κριθεί από τη διαχείρισης της πανδημίας. Οσο καλά κι αν τα πάει σ’ αυτήν, η αποτυχία θα ελλοχεύει, αν δεν καταφέρει να περιορίσει-διότι να τις εξαλείψει είναι αδύνατον- τις επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία και στην κοινωνία.

Οσο καλά αποτελέσματα κι αν αφήσουν ο Χαρδαλιάς με τις απαγορεύσεις και ο Τσιόδρας με τον περιορισμό των κρουσμάτων και των θανάτων, η εικόνα θα μαυρίσει, αν χιλιάδες επιχειρήσεις κλείσουν ή υπολειτουργούν και εκατοντάδες χιλιάδες ή και εκατομμύρια πολίτες μείνουν χωρίς δουλειά ή με μισό μισθό. Αν, δηλαδή, μόλις παραμερίσουν επιτυχώς οι λοιμωξιολόγοι, τα κάνουν ρόιδο ο Σταϊκούρας, ο Βρούτσης, ο Γεωργιάδης, ο Βορίδης και όσοι άλλοι διαχειριστούν τους χειμαζόμενους τομείς.

Αν συμβεί- ο μη γένοιτο- το απευκταίο και δούμε το κακό σενάριο, η χώρα θα οπισθοδρομήσει για πολλά χρόνια. Και αυτό το «μετά» θα είναι τώρα πιο επώδυνο, αφού έχουν προηγηθεί τα δέκα χρόνια της παραλίγο χρεοκοπίας.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη επωμίζεται τη βαριά ευθύνη να αποτραπεί το κακό σενάριο. Διαφορετικά, τα αποτελέσματα θα είναι πολύ επώδυνα. Και για την ίδια θα ισχύει αυτό που αποτυπώνει η ρήση του Βρετανού νομπελίστα συγγραφέα Ράντγιαρντ Κίπλινγκ:

«Εχουμε σαράντα εκατομμύρια λόγους για την αποτυχία, αλλά καμιά δικαιολογία».

Keywords
Τυχαία Θέματα