Τι αισθανόταν ένας άνθρωπος που του έκαναν λοβοτομή; Πως ήταν να ζεις χωρίς να νιώθεις τίποτα;

Δεν πονούσε. Ούτε καν την ώρα της επέμβασης. Μια λεπτή μεταλλική βελόνα περνούσε από την εσωτερική γωνία του ματιού και ανέβαινε στον εγκέφαλο. Δευτερόλεπτα μετά, ένα τράνταγμα — κι όλα άλλαζαν. Όχι αμέσως. Όχι με ουρλιαχτά ή σπασμούς. Το αντίθετο. Με σιωπή.

Τις πρώτες ώρες, κανείς δεν ήξερε τι είχε αλλάξει. Οι περισσότεροι μιλούσαν κανονικά. Μπορούσαν να σηκώσουν το ποτήρι, να κοιτάξουν το ρολόι, να απαντήσουν «καλημέρα». Αλλά αν τους ρωτούσες τι ένιωθαν, απαντούσαν «τίποτα». Όχι από αντίδραση. Δεν είχαν πια τη λέξη για αυτό που ένιωθαν. Γιατί δεν ένιωθαν τίποτα.

Ένας λοβοτομημένος

άνθρωπος δεν σκεφτόταν λιγότερο. Απλώς σκεφτόταν χωρίς συναίσθημα. Μπορούσε να δει ένα μωρό να κλαίει και να κοιτάξει αλλού χωρίς να συγκινηθεί. Μπορούσε να βλέπει τη βροχή να πέφτει στο τζάμι και να μη νιώθει ούτε λύπη, ούτε γαλήνη. Ήταν λειτουργικός, αλλά κενός.

Για τους γιατρούς της εποχής, ήταν επιτυχία. Οι κρίσεις σταματούσαν. Οι φωνές έσβηναν. Οι άνθρωποι που πριν τρέμαν από φόβο ή έσπαγαν τα έπιπλα από θυμό, καθόντουσαν ήρεμοι στο κρεβάτι. Στην πραγματικότητα, ήταν σαν να είχαν αποσυνδέσει την ψυχή από το σώμα.

Ορισμένοι μπορούσαν να πάνε για ψώνια, να καθαρίσουν το σπίτι, να πάνε στη δουλειά. Αλλά όχι γιατί το ήθελαν. Γιατί απλώς τους έλεγες να το κάνουν και το έκαναν. Χωρίς ερώτηση, χωρίς επιθυμία, χωρίς στόχο. Μια γυναίκα που της είχαν κάνει λοβοτομή το 1949 ρωτήθηκε αν της λείπουν τα παιδιά της. Απάντησε: «Θυμάμαι ότι τα αγαπούσα. Τώρα όχι πια.»

Όταν τους άφηναν σε δημόσιους χώρους, στεκόντουσαν ακίνητοι για ώρες. Όχι επειδή σκεφτόντουσαν. Επειδή δεν υπήρχε λόγος να κουνηθούν. Η ζωή τους είχε κλείσει σαν διακόπτης. Δεν είχαν πια θυμό, ούτε χαρά, ούτε ενοχές, ούτε αγωνία. Μόνο ρουτίνα και σιωπή.

Κάποιοι επέστρεψαν στην εργασία τους. Άλλοι έμειναν στα ιδρύματα για πάντα. Μερικοί δεν άντεξαν. Δεν αυτοκτόνησαν, απλώς έσβησαν με τα χρόνια. Έτρωγαν, κοιμόντουσαν, περπατούσαν, αλλά κανείς δεν ήταν σίγουρος αν ζούσαν. Ένας γιατρός είχε γράψει: «Μοιάζουν σαν να είσαι σε δωμάτιο με ανθρώπους που δεν είναι πια εδώ.»

Η λοβοτομή δεν αφαιρούσε το μυαλό. Αφαιρούσε τον εαυτό. Κι όταν οι συγγενείς κοιτούσαν τα πρόσωπα των αγαπημένων τους, έβλεπαν το σώμα, αλλά όχι πια το βλέμμα που ήξεραν

Γρηγόρης Κεντητός για το sportime.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα