Οι Έλληνες εκτέλεσαν όσους Έλληνες είχαν υπηρετήσει στον στόλο του Ξέρξη

Όταν τα περσικά πλοία άνοιγαν τις φτερωτές τους κουπιά στη Σαλαμίνα, δεν ήταν μόνο βάρβαροι πάνω στα καταστρώματα. Ήταν και Έλληνες. Άνθρωποι από νησιά, από παράκτιες πόλεις, από περιοχές που είχαν ήδη υποταχθεί ή επέλεξαν να σταθούν στο πλευρό της πιο ισχυρής αυτοκρατορίας του κόσμου. Και όταν η ναυμαχία τελείωσε, εκείνοι που επέζησαν και γύρισαν στα σπίτια τους, δεν βρήκαν υποδοχή. Βρήκαν θάνατο.

Στο ναυτικό του Ξέρξη συμμετείχαν υποτελείς λαοί από όλη την επικράτειά του, ανάμεσά τους και Έλληνες. Κύπριοι, Κάρες, Αιολείς, Ιωνες,

Δωριείς των μικρασιατικών παραλίων – όλοι παρόντες. Πολλοί είχαν υποχρεωθεί, άλλοι είχαν συνεργαστεί εκούσια. Στην πράξη, δεν είχε σημασία. Το μόνο που μετρούσε ήταν πως όταν οι Πέρσες ήρθαν να καταστρέψουν την Αθήνα και να σκλαβώσουν τις πόλεις, υπήρχαν Έλληνες που κωπηλατούσαν δίπλα στους κατακτητές.

Η μάχη της Σαλαμίνας ήταν ένας τιτάνιος αγώνας επιβίωσης. Οι Αθηναίοι είχαν εγκαταλείψει την πόλη τους, την είχαν δώσει στις φλόγες, είχαν ανεβεί στα πλοία με τις οικογένειές τους και πολεμούσαν με την πλάτη στον τοίχο. Όταν νίκησαν, δεν υπήρχε διάθεση για συγχώρεση. Όσοι Έλληνες είχαν πολεμήσει στο πλευρό των Περσών, θεωρήθηκαν προδότες. Και σε μια εποχή όπου η τιμή της πόλης ήταν ανώτερη από την ίδια τη ζωή, η προδοσία είχε μόνο μία ποινή: τον θάνατο.

Μετά την αποχώρηση του Ξέρξη, τα ελληνικά πλοία που κατεδίωκαν τους Πέρσες στον Βόσπορο, στα παράλια της Ιωνίας και στις Κυκλάδες, δεν αντιμετώπιζαν μόνο ξένους. Συλλάμβαναν και δικούς τους. Σύμφωνα με μαρτυρίες ιστορικών, μεταξύ αυτών και ο Διόδωρος και ο Πλούταρχος, αρκετοί Έλληνες που συμμετείχαν στο περσικό ναυτικό εκτελέστηκαν από τις ελληνικές πόλεις – είτε άμεσα είτε μετά από δίκη που είχε τυπική μορφή αλλά προκαθορισμένο τέλος.

Ιδιαίτερη ήταν η μανία με την οποία τιμωρήθηκαν οι κάτοικοι πόλεων που είχαν προσφέρει πλοία ή λιμάνια στους Πέρσες. Σε κάποιες περιπτώσεις, όπως με τους κατοίκους της Άνδρου ή της Θάσου, επιβλήθηκαν δημεύσεις περιουσιών, εξορίες, ακόμα και ομαδικές εκτελέσεις. Οι πόλεις αυτές θεωρήθηκαν «μίασμα» για τον κοινό αγώνα. Ο αθηναϊκός στόλος τιμώρησε παραδειγματικά.

Ο Θουκυδίδης δεν αναφέρει λεπτομέρειες γι’ αυτές τις πράξεις, αλλά το μίσος που πυροδοτήθηκε μετά τη Σαλαμίνα ήταν τόσο έντονο που ακόμα και όσοι είχαν απλώς διαπραγματευτεί με τον Ξέρξη – χωρίς να πολεμήσουν – βρέθηκαν σε κίνδυνο. Η συνεργασία με τον εχθρό θεωρούνταν ανεξίτηλο στίγμα.

Οι ίδιοι οι Αθηναίοι, παρά τη νίκη τους, παρέμειναν καχύποπτοι προς πόλεις που είχαν «λανθαστεί» στο παρελθόν. Κάθε φορά που ένα νησί ζητούσε προστασία ή συμμαχία, υπήρχαν ερωτήματα για το πού βρισκόταν «τότε». Αν η απάντηση ήταν δίπλα στον Ξέρξη, δεν υπήρχε κανένα περιθώριο ελέους. Η εκδίκηση ήταν κρατική πολιτική.

Όσο για τους ίδιους τους Έλληνες που υπηρέτησαν στα πλοία του Ξέρξη; Πολλοί απ’ αυτούς ήταν απλοί άνθρωποι, κωπηλάτες, πολεμιστές χωρίς επιλογή. Άλλοι είχαν σταθεί εκεί από ιδιοτέλεια. Στην κρίση των νικητών, όμως, δεν υπήρχε διαφοροποίηση. Ήσουν στον στόλο του εχθρού, ήσουν εχθρός. Δεν υπήρχε τρίτη ταυτότητα.

Κάποιοι από αυτούς προσπάθησαν να απολογηθούν, να εξηγήσουν πως εξαναγκάστηκαν, πως δεν είχαν άλλη επιλογή. Οι απαντήσεις που πήραν ήταν σύντομες και φονικές. Η ελευθερία είχε κόστος, και οι προδότες έπρεπε να πληρώσουν γι’ αυτή.

Γρηγόρης Κεντητός για το sportime.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα