Έγραψε παραμύθια για παιδιά, φυλακίστηκε και ντύθηκε άντρας για να δραπετεύσει

Γεννημένη με τον τίτλο της μαρκησίας, προορισμένη να υπηρετεί την αυλή και τους θεσμούς της, η Ανριέτ-Ζυλί ντε Καστελνώ ντε Μυρά δεν έκανε τίποτα από όλα αυτά. Προκάλεσε σκάνδαλα, έγραψε τολμηρά παραμύθια για παιδιά και ενήλικες, αγάπησε γυναίκες, χλεύασε την τάξη της, φυλακίστηκε για τις επιλογές της, και μια φορά, προσπάθησε να δραπετεύσει από τη φυλακή ντυμένη άντρας, με ξίφος στο χέρι.

Πριν γίνει το μαύρο πρόβατο του παλατιού, ήταν το χρυσό παιδί της Βρέστης. Κόρη στρατηγού, ορφανή από τα δύο της χρόνια, μεγάλωσε μέσα σε ευγένεια,

πολυτέλεια και προσδοκίες. Στα δεκαέξι της εμφανίζεται στο Παρίσι με παραδοσιακή βρετονική φορεσιά, μαγεύοντας τη βασιλική αυλή με την τόλμη της. Παντρεύεται με συνοικέσιο τον κόμη Νικολά ντε Μυρά το 1691, γεννά ένα παιδί, και εγκαταλείπει τα πάντα. Εκείνος τη χτυπάει. Εκείνη φεύγει. Μεταμφιέζεται σε υπηρέτρια και το σκάει από το κάστρο μαζί με την παραμάνα της.

Στο Παρίσι, τολμά να γίνει αυτό που κανείς δεν περίμενε: συγγραφέας. Στο σαλόνι της μαρκησίας ντε Λαμπέρ γνωρίζει τη Μαρί-Κατρίν ντ’Ωλνουά και άλλες γυναίκες που γράφουν παραμύθια. Όμως η Ανριέτ-Ζυλί πάει πιο πέρα. Χτίζει ολόκληρους κόσμους, μπαίνει η ίδια ως αφηγήτρια στις ιστορίες της, διακωμωδεί τον μύθο του “καλού γάμου” και γράφει για φαντάσματα, παρεξηγημένες πριγκίπισσες, αγάπες που πονάνε, έρωτες που δεν σώζουν. Μέχρι και κλωνοποίηση προανήγγειλε, γράφοντας για ανθρώπους που δημιουργούνται δίχως αναπαραγωγή.

Ο Λουδοβίκος ΙΔ΄ όμως δεν εντυπωσιάζεται. Στη γαλλική αυλή, η ελευθεριότητα των αντρών είναι μαγκιά. Στις γυναίκες είναι έγκλημα. Όταν η Μυρά αρχίζει να προκαλεί δημόσια με τις σχέσεις της με άλλες γυναίκες, να προκαλεί σκάνδαλα και να φέρνει τα πάνω κάτω στην αριστοκρατία, το σύστημα αντιδρά. Ένα πορτρέτο γεμάτο μαχαιριές, φήμες για παθιασμένα τρίγωνα και υπηρέτες που γίνονται αυτόπτες μάρτυρες σε ερωτικές σκηνές με γυναίκες. Όλα φτάνουν στα αυτιά του βασιλιά.

Το 1702 τη συλλαμβάνουν «με διακριτικότητα» και τη στέλνουν στο κάστρο του Λος. Εκεί, μέσα σε ένα κελί κάτω από την εκκλησία, επιχειρεί να δραπετεύσει. Φοράει αντρικά ρούχα, σπαθί, περούκα και καπέλο. Τη βρίσκουν και τη σέρνουν έξω. Μασάει τον αντίχειρα του φρουρού και φωνάζει ότι θα το ξανακάνει. Ούτε η φυλακή της Σωμόρ, ούτε του Ανζέ τη λυγίζουν. Το μόνο που την έσωσε ήταν η παρέμβαση της μετρ της αυλής, Μαργκερίτ ντε Καουμαρτέν, που πείθει τον διάδοχο του θρόνου, τον Φίλιππο της Ορλεάνης, να της επιτρέψει ημιελευθερία.

Ζει τα τελευταία της χρόνια στο Λιμουζέν και πεθαίνει ξεχασμένη, το 1716, στο κάστρο Μπυζαρντιέρ. Είχε προλάβει να γράψει 14 παραμύθια, 4 μυθιστορήματα, και δύο «απομνημονεύματα» – στην πραγματικότητα ψευδοβιογραφίες με ηρωίδες που της έμοιαζαν επικίνδυνα.

Εκείνη την εποχή ο Περώ έγραφε τη Σταχτοπούτα. Η Μυρά έγραφε για πριγκίπισσες που έπεφταν σε παγίδες από πατριάρχες, για νεράιδες που αμφιταλαντεύονταν, για βασιλιάδες που έχαναν την εξουσία. Οι ήρωές της δεν σώζονταν πάντα. Κάποιες φορές, όπως και η ίδια, απλώς επιβίωναν.

Γρηγόρης Κεντητός για το sportime.gr.

Keywords
Τυχαία Θέματα