Έξι μήνες μετά

Πέντε παιχνίδια σε δεκαπέντε μέρες, αρχή στις 26 Απρίλη, φινάλε στις 9 Μάη, ο Ολυμπιακός και η Φενέρμπαχτσε σιχάθηκαν ο ένας τον άλλον μέχρι οι ερυθρόλευκοι να κερδίσουν τη σειρά με 3-2 και να πάρουν το εισιτήριο για το Κάουνας. Ο Καλάθης και οι υπόλοιποι επέστρεψαν στην Κωνσταντινούπολη με μια αίσθηση χαμένης ευκαιρίας, από αυτές που κινητοποιούν το μυαλό για την επόμενη φορά. Το αποψινό ραντεβού δεν έχει φυσικά ούτε κατά διάνοια την ίδια βαρύτητα, αλλά το σίγουρο είναι πως το κοινό δεν έχει ξεχάσει

εκείνο το τρίποντο του Σλούκα που έγειρε καθοριστικά την πλάστιγγα – φαντάζομαι πως θυμάστε τις αποδοκιμασίες σε βάρος του όταν πήγε στα παλιά του λημέρια με πράσινη φορεσιά.

Αυτή την εποχή ο Ολυμπιακός νιώθει αουτσάιντερ. Δύο παιχνίδια με ενεργητικό κάτω από τους 55 πόντους, τρία στα οποία δεν ξεπέρασε τους 70 (σ.σ 69 με την Μπάρσα), προβλήματα τραυματισμών, κάμποση αμφισβήτηση εκτός και άλλη τόση γκρίνια εντός των τειχών. Οι περισσότεροι από τους ψύχραιμους του κοινού έχουν το “ο Μπαρτζώκας ξέρει» στην άκρη των χειλιών τους, ένα πράγμα σαν το “Arsene knows” για τον Βενγκέρ, αλλά μια ήττα από τον Παναθηναϊκό και η μεταγραφή του Ναν στους απέναντι όσο να ‘ναι χαλάει το κέφι.

Στο εσωτερικό τους, οι Πειραιώτες δεν έχουν χρόνο για τέτοιες πολυτέλειες. Δευτέρα έπαιξαν, Τρίτη αποθεραπεία και χαλάρωμα, Τετάρτη ταξίδι και προπόνηση, Πέμπτη παιχνίδι. Υπό μία έννοια βοηθάει, νέο παιχνίδι, νέα πρόκληση, βοηθά να αφήσεις το προηγούμενο πίσω. Από την άλλη ο χρόνος δεν είναι πολύς για να πάρουν ανάσες αυτοί που ξεζουμίζονται: ο Γουόκαπ έπαιξε 33 λεπτά, ο Πίτερς 32, Κάναν 27, Παπανικολάου 26. Με τον Μπραζντέικις να χάνει χρόνο συμμετοχής εξαιτίας της άμυνας, ο Μπαρτζώκας πηγαίνει σε rotation 8.5 παικτών και αυτό αναπόφευκτα κοστίζει σε δυνάμεις.

Το 4-1 της Φενέρ τραβάει στο μάτι, αλλά αυτοί που θυμούνται την περσινή σεζόν δεν τσιμπάνε τόσο εύκολα, αφού το πρόγραμμα της ομάδας του Ιτούδη ήταν μάλλον φιλικό. Τρία εντός έδρας παιχνίδια, το δυσκολότερο κόντρα στη Αρμάνι (85-82, παράταση), διαβολοβδομάδα με Παναθηναϊκό σε κρίση ταυτότητας και Βιλερμπάν, Βαλένθια και Μπάγερν έξω. Ναι, αλλά κέρδισαν, που σημαίνει πως έκαναν αρκετά πράγματα καλά για να τα καταφέρουν.

Οι Τούρκοι δεν έχουν αλλάξει πολύ. Κράτησαν τον κορμό τους (Γουίλμπεκιν, Ντόρσεϊ, Πιερ, Χέιζ-Ντέιβις, Μότλεϊ, Μπιμπέροβιτς), προσπάθησαν να προσλάβουν νέο στρατηγό αλλά πριν τον δουν τον αποχαιρέτησαν (Ραούλ Νέτο), φρέσκαραν το «1» και το «5» με τους Μαντάρ, Παπαγιάννη, Σάνλι. Ο Ιτούδης πήγε στην λογική των shooting bigs με στους σέντερ του με προφανή σκοπό να ανοίξει το γήπεδο και να πάρει σκορ και δημιουργία από τους καλούς post – up φόργουορντ που έχει. Το πρόβλημα αυτή την περίοδο είναι πως κανένας από τους δύο δεν είναι σε καλή κατάσταση: ο Πιερ δεν είναι καλά σωματικά, ο Χέιζ-Ντέιβις βρίσκει δοκάρι. Μαζί σουτάρουν 10/46 τρίποντα (22%) και αν προσθέσει κανείς τον επίσης άστοχο Γκούντουριτς (6/22, 27%), το βάρος αναγκαστικά πέφτει στον πολύ καλό Γουίλμπεκιν και τους Ντόρσεϊ-Μότλεϊ να κουβαλήσουν τη Φενέρ μπροστά.

Ακόμα πάντως και με παίκτες-κλειδιά άστοχους η ομάδα έχει την 4η καλύτερη επίθεση της Ευρωλίγκας με 118.6 Offensive Rating, παίζοντας στον 3ο χαμηλότερο ρυθμό μαζί με την Μπάγερν, 68.9 κατοχές. Την ίδια στιγμή το μέγεθος των πεντάδων τους και η αποκτηθείσα από πέρσι χημεία εξασφαλίζει αμυντική σταθερότητα που την φέρνει στην 5η θέση με 107.9 Defensive Rating. Την προηγούμενη εβδομάδα κέρδισαν στο Μόναχο κρατώντας την άγουρη Μπάγερν στους 29 πόντους στο δεύτερο ημίχρονο και επιβιώνοντας επιθετικά χάρη στον Γουίλμπεκιν και τα πολλά επιθετικά ριμπάουντ που τους έδωσαν τα ψηλά σχήματα.

Το πλεονέκτημα του Ολυμπιακού απέναντι στην φετινή Φενέρ βγάζει μάτι: ο Μιλουτίνοφ και ο Φαλ έχουν καταφανές θεωρητικό πλεονέκτημα στο ζωγραφιστό απέναντι σε Παπαγιάννη-Σάνλι-Μότλεϊ σε όρους εκτοπίσματος, με τον Γάλλο να έχει πάρει για τα καλά τον αέρα του Έλληνα από τις διετείς μονομαχίες τους στα αιώνια ντέρμπι. Η Φενέρ θα χρησιμοποιήσει τα pop out για να σουτάρουν αμφότεροι (ο Big Papa έχει 6/7 φέτος), αλλά αμυντικά χωρίς τον περσινό ανάχωμα που έδινε ο Τζεκίρι αναμένεται να δούμε double teams, πιθανόν και από την αρχή του παιχνιδιού. Έτσι θα είναι κομβικής σημασίας τόσο η πάσα από εκεί, όσο φυσικά και η ευστοχία από μακριά.

Στα περσινά πλέι-οφ ο Ιτούδης έπαιξε με το μυαλό του Γουόκαπ όπως κανείς (6π, 30% FG, 18% 3π, 5.0 PIR), ενώ και ο Λαρεντζάκης δυσκολεύτηκε χαρακτηριστικά στα φτερά απέναντι στο αντίπαλο μέγεθος των Πιερ και Χέιζ Ντέιβις. Αντιθέτως ο Κάναν δεν θα έχει κανένα πρόβλημα αμυντικά απέναντι σε Γουίλμπεκιν και Ντόρσεϊ και μπορεί να κάνει πραγματική ζημιά αν βρεθεί σε καλή ημέρα. Συνολικά πάντως ο Ολυμπιακός θα προσπαθήσει να ορίσει το τέμπο από το low post, να προκαλέσει φθορά και να μετακινήσει την άμυνα προκειμένου να αυξήσει την παραγωγικότητα του στους 75, τουλάχιστον πόντους: με λιγότερους είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πως μπορεί να επιβιώσει στην Ούλκερ Αρένα.

Keywords
Τυχαία Θέματα