Κέρδη 779 εκατ. ευρώ στο Δημόσιο αποδίδει η ΤτΕ

Αυξημένα κατά 184,7 εκατ. ευρώ ήταν τα κέρδη που είχε η Τράπεζα της Ελλάδος στην προηγούμενη οικονομική χρήση, ανεβάζοντας την κερδοφορία στα 843,3 εκατ. ευρώ, έναντι 657,6 εκατ. ευρώ το 2018.

Ως εκ τούτου, το Γενικό Συμβούλιο αποφάσισε να προτείνει στη Γενική Συνέλευση των Μετόχων τη διανομή του προβλεπόμενου μερίσματος προς τους μετόχους, την προσαύξηση του έκτακτου αποθεματικού κατά το ποσό των 50 εκατ. ευρώ και τη μεταφορά ποσού 779 εκατ. ευρώ στο Ελληνικό Δημόσιο.

Το μέρισμα ανά μετοχή

που θα προταθεί στη Γενική Συνέλευση των μετόχων της Τράπεζας για διανομή ανέρχεται σε 0,6720 ευρώ και είναι αμετάβλητο σε σχέση με την προηγούμενη χρήση.

Αναλυτικά, όπως προκύπτει από τις οικονομικές καταστάσεις που εγκρίθηκαν από το Γενικό Συμβούλιο της ΤτΕ:

Τα συνολικά καθαρά έσοδα από τόκους στο πλαίσιο της εφαρμογής της ενιαίας νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος, από τόκους του επενδυτικού χαρτοφυλακίου της Τράπεζας, από προμήθειες, καθώς και τα λοιπά έσοδα από τις εργασίες εσωτερικού και εξωτερικού ανήλθαν σε 1.166 εκατ. ευρώ, έναντι 1.199,4 εκατ. ευρώ στη χρήση 2018, σημειώνοντας μείωση κατά 2,8%.

Η μεταβολή αυτή οφείλεται κυρίως στη μείωση των εσόδων από τόκους πράξεων παροχής έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα της Τράπεζας της Ελλάδος, λόγω του ότι, από τις 21 Μαρτίου 2019, τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα έχουν αποπληρώσει πλήρως τις εν λόγω πράξεις.

Ειδικότερα:

– Τα καθαρά έσοδα από τόκους, χρηματοοικονομικές πράξεις και την αναδιανομή του νομισματικού εισοδήματος του Ευρωσυστήματος διαμορφώθηκαν σε 907,0 εκατ. ευρώ, έναντι 1.040,9 εκατ. ευρώ στην προηγούμενη χρήση, σημειώνοντας μείωση κατά 12,9%.

– Τα καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες αυξήθηκαν κατά 17,5% και διαμορφώθηκαν σε 103,5 εκατ. ευρώ, έναντι 88,1 εκατ. ευρώ1 στην προηγούμενη χρήση.

– Τα έσοδα από μετοχές και συμμετοχές αυξήθηκαν κατά 78,0 εκατ. ευρώ και ανήλθαν σε 134,8 εκατ. ευρώ, έναντι 56,8 εκατ. ευρώ στην προηγούμενη χρήση. – Τέλος, τα λοιπά έσοδα ανήλθαν σε 20,7 εκατ. ευρώ, έναντι 13,6 εκατ. ευρώ στην προηγούμενη χρήση, σημειώνοντας αύξηση κατά 52,2%.

Τα συνολικά έξοδα της Τράπεζας διαμορφώθηκαν σε 323,7 εκατ. ευρώ, έναντι 541,8 εκατ. ευρώ στην προηγούμενη χρήση, παρουσιάζοντας μείωση κατά 218,1 εκατ. ευρώ. Οι δαπάνες προσωπικού και συνταξιοδοτικών παροχών διαμορφώθηκαν σε 824,3 εκατ. ευρώ, έναντι 264,1 εκατ. ευρώ στην προηγούμενη χρήση, εμφανίζοντας αύξηση κατά 560,2 εκατ. ευρώ.

Η αύξηση αυτή οφείλεται στις πρόσθετες προβλέψεις για το ασφαλιστικό της Τράπεζας (η οποία καλύπτει εξ ολοκλήρου τις συνταξιοδοτικές δαπάνες του προσωπικού της), λόγω της σημαντικής μείωσης των επιτοκίων προεξόφλησης που εφαρμόστηκαν κατά την αναλογιστική αποτίμηση των μακροπρόθεσμων υποχρεώσεων της Τράπεζας. Τα συγκεκριμένα στοιχεία των αποτελεσμάτων της προηγούμενης χρήσης έχουν αναταξινομηθεί, κατά την κλειόμενη χρήση, για λόγους συγκρισιμότητας.

Απελευθερώθηκαν σχηματισθείσες προβλέψεις για χρηματοοικονομικούς κινδύνους προηγούμενων ετών, ύψους 766 εκατ. ευρώ, λόγω της σημαντικής βελτίωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης της Ελλάδας, συμβάλλοντας θετικά στα αποτελέσματα της χρήσης 2019.

Παράλληλα, σχηματίστηκαν πρόσθετες προβλέψεις, ύψους 197,9 εκατ. ευρώ, κυρίως για την κάλυψη υποχρεώσεων που είναι πιθανό να προκύψουν από εκκρεμείς αγωγές συνταξιούχων της Τράπεζας.

Τέλος, το συνολικό ύψος των συσσωρευμένων προβλέψεων, στις 31 Δεκεμβρίου 2019, διαμορφώθηκε σε 7.797,4 εκατ. ευρώ, έναντι 7.805,8 εκατ. ευρώ στην προηγούμενη χρήση.

Η περιορισμένη πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης είναι η βασική αιτία που αναστέλλει την επενδυτική δυναμική που έχει ανάγκη η χώρα για να ενισχύσει τους ρυθμούς ανάπτυξης. Αυτό είναι το συμπέρασμα που προκύπτει από την έρευνα που πραγματοποιεί κάθε χρόνο η Grant Thornton, στο πλαίσιο των Βραβείων Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, Growth Awards, που απονέμονται σε ειδική εκδήλωση σε συνεργασία με τη Eurobank.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της έρευνάς της, 6 στις 10 επιχειρήσεις θα μπορούσαν να «ξεκλειδώσουν» πρόσθετα κεφάλαια 44 δις ευρώ για επενδύσεις, αλλά η περιορισμένη πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης αποτελεί τον βασικό ανασταλτικό παράγοντα. Βαρίδι για 2 στις 10 επιχειρήσεις, που αναστέλλει, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, την επενδυτική ικανότητα, αποτελεί επίσης η δυσκολία εξυπηρέτησης υφιστάμενων δανειακών υποχρεώσεων ύψους 29 δισ ευρώ, ενώ στα προβλήματα που καταγράφονται ως ανασταλτικοί παράγοντες περιλαμβάνονται επίσης:

• η υψηλή φορολογία,

• η αβεβαιότητα του οικονομικού κλίματος,

• οι νομικές διαδικασίες και η γραφειοκρατία,

• η ταχύτητα των τεχνολογικών εξελίξεων και

• η κλιματική αλλαγή.

Συγκρατημένες είναι και οι επενδυτικές προσδοκίες σε ό,τι αφορά στις εκτιμήσεις για τις επενδύσεις σε γη ή κτίρια με μόλις 4 στις 10 να αναμένουν αύξηση, 6 στις 10 να αναμένουν αύξηση των επενδύσεων σε μηχανήματα ή εξοπλισμό, ενώ ακόμη πιο χαμηλό – 3 στις 10 – είναι το ποσοστό εκείνων που αναμένουν αύξηση σε επενδύσεις για έρευνα και ανάπτυξη. Eπιφυλακτική επενδυτική διάθεση αποτυπώνεται και στις εκτιμήσεις για την απασχόληση, με 6 στους 10 να αναμένουν αύξηση και 5 στους 10 να αναμένουν αύξηση στους μισθούς.

Όπως επισήμαναν οι αναλυτές της Grant Thornton στη χθεσινή εκδήλωση των Growth Awards, το οικονομικό κλίμα είναι στα υψηλότερα επίπεδα της 10ετίας, καθώς 7 στους 10 επιχειρηματίες δηλώνουν αισιόδοξοι για το μέλλον, σε αντίθεση με το παγκόσμιο οικονομικό κλίμα, που είναι το χαμηλότερο σε όρους αισιοδοξίας την τελευταία τριετία.

Όπως προκύπτει από την έρευνα, που βασίζεται σε στοιχεία 8.000 επιχειρήσεων από 92 κλάδους της οικονομίας, το 2018 υπήρξε η χρονιά με την καλύτερη απόδοση της τελευταίας 5ετίας, καταγράφοντας 5% αύξηση πωλήσεων, 3% αύξηση των κερδών προ φόρων. Ο συνολικός δανεισμός το 2018 μειώθηκε κατά 1,5%, αλλά την ίδια στιγμή κατά 1,2% μειώθηκαν τα ίδια κεφάλαια, ενώ 3 στις 10 επιχειρήσεις παραμένουν ζημιογόνες, συγκροτώντας ένα σκληρό πυρήνα επιχειρήσεων με διαχρονικά προβλήματα, καθώς οι μισές παραμένουν ζημιογόνες για 3 συνεχείς χρονιές.

Αισιόδοξοι είναι 8 στους 10 επιχειρηματίες όσον αφορά τις προοπτικές για πωλήσεις και κερδοφορία σε αντίθεση με τους Ευρωπαίους επιχειρηματίες όπου μόλις 5 στους 10 είναι αισιόδοξοι για τις πωλήσεις και την κερδοφορία τους. Μεταξύ των ελληνικών επιχειρήσεων οι 5 στις 10 αναμένουν ανάπτυξη μέσω εξαγωγών, από τις οποίες οι 3 προσδοκούν σε εξαγωγές στην Ευρώπη και οι 2 σε εξαγωγές στον υπόλοιπο κόσμο.

Οι έξι επιχειρήσεις και οι κατηγορίες στις οποίες διακρίθηκαν φέτος στο πλαίσιο των Growth Awards 2020, συνδυάζοντας ισχυρές οικονομικές επιδόσεις και βέλτιστες πρακτικές σε τομείς καίριας σημασίας για τη σύγχρονη επιχειρηματικότητα, είναι:

• SANI / IKOS Group στην Επιχειρηματική Αριστεία.

Isomat στην Ερευνα και Καινοτομία.

Ομιλος Σαράντη στην Εξωστρέφεια.

Κρι Κρι Βιομηχανία Γάλακτος σε Ανθρώπινο Δυναμικό και Εταιρική Κουλτούρα.

• ΑΒ Βασιλόπουλος στην Εταιρική Υπευθυνότητα και Βιώσιμη Ανάπτυξη

Coffee Island στην Ψηφιακή Εξέλιξη.

Keywords
Τυχαία Θέματα