Η νίκη Ανδρουλάκη και η στιγμή αλήθειας για τον Τσίπρα

Η εκλογή του Νίκου Ανδρουλάκη με την πλειοψηφία που πέτυχε (68%) και τον μεγάλο αριθμό πολιτών που συμμετείχαν (270.000 και 210,000 στους δύο γύρους αντίστοιχα, σαφέστατα προβληματίζει και τα δύο κόμματα που μέχρι τώρα μονοπωλούσαν το πολιτικό σκηνικό. Ο πονοκέφαλος για τον ΣΥΡΙΖΑ, όμως, είναι οπωσδήποτε πολύ πιο επώδυνος από αυτόν της Νέας Δημοκρατίας.

Έχω υποστηρίξει ότι με την αριστερά να κινείται προς το κέντρο και την δεξιά επίσης, ο πολιτικός και ιδεολογικός χώρος που μένει για το κέντρο είναι

ανύπαρκτος. Ο Ανδρουλάκης μπορεί να διαψεύσει αυτήν την πρόβλεψη.

Οι εξελίξεις, όμως, δεν εξαρτώνται μόνο από αυτόν. Οι αντιδράσεις του ΣΥΡΙΖΑ και της Ν.Δ., θα καθορίσουν σε σημαντικό βαθμό την πορεία του ΠΑΣΟΚ (πιστεύω ότι το «ΚΙΝΑΛ» θα αποσυρθεί), με τον ΣΥΡΙΖΑ να επωμίζεται το μεγαλύτερο βάρος.

Οι 210.000 που εμφανίστηκαν στον β΄ γύρο αποτελούν ένα διόλου ευκαταφρόνητο πλήθος. Στις εκλογές του 2019 το ΚΙΝΑΛ (μαζί με το ΚΙΔΗΣΟ και τις άλλες δυνάμεις) είχε λάβει 457.000. Πάνω από το 50%, δηλαδή, ενδιαφέρθηκε να πάρει μέρος στις πολιτικές εξελίξεις. Για εκτός εκλογικού έτους συμμετοχή σε διαδικασία ανάδειξης αρχηγού, το ποσοστό είναι τεράστιο. Δείχνει ισχυρή κομματική βάση που ξεκάθαρα έχει την δυνατότητα να κινητοποιήσει ψήφους τουλάχιστον τρεις φορές το μέγεθος της – όπως δείχνουν η εμπειρία και τα πολιτικά εγχειρίδια.

Από την πλευρά του, εδώ και δύο χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ πορεύεται με αρχηγό που έχει χάσει όλες τις εκλογικές μάχες – πλην μίας. Επειδή δεν είναι συμπαγές κόμμα αλλά ένα συνονθύλευμα τάσεων με μόνη συνεκτική ουσία το κυνήγι της εξουσίας με τους όρους της αριστεράς, ένα μεγάλο μέρος του δεν έχει την ευελιξία να κινηθεί έξω από τα στενά ιδεολογικά όρια που το ορίζουν. Η διάσπαση του 2015 το αποδεικνύει.

Σε αντίθεση, ο αρχηγός του είναι ρεαλιστής και γνωρίζει πολύ καλά ότι για να διεκδικήσει ξανά εξουσία οφείλει να κινηθεί προς το κέντρο. Ο αριβισμός του του επιτρέπει να ξεπερνά τα τυχόν αξιακά προβλήματα. Οπότε έχουμε το γνωστό αδιέξοδο με τις εσωκομματικές συγκρούσεις, την αντίδραση στην είσοδο στελεχών από το βαθύ  ΠΑΣΟΚ, την αδυναμία να καταθέσει αξιόπιστη πρόταση εναλλακτικής διακυβέρνησης, την δημοσκοπική καθήλωση.

Για τον Αλέξη Τσίπρα η εκλογή Ανδρουλάκη τον υποχρεώνει να πάρει αποφάσεις. Δυστυχώς, είναι σε φάση «μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα».

Αν κινηθεί προς το κέντρο κινδυνεύει να χάσει, μέρος των βουλευτών, αρκετά κομματικά στελέχη και πολλούς ψηφοφόρους. Αν μείνει εκεί που είναι – στην neverland του Πίτερ Παν—τότε το ΠΑΣΟΚ θα έχει μπροστά του πεδίο δόξης λαμπρό.

Η μεγάλη πρόκληση για τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ, λοιπόν, θα είναι να κινήσει το κόμμα προς το ευρωπαϊκό σοσιαλιστικό κέντρο με τις ελάχιστες δυνατόν απώλειες. Διαφορετικά, η εξουσία θα φαντάζει ως ένα άπιαστο όραμα.

Για τη Ν.Δ. τα πράγματα είναι πιο απλά. Καταρχάς, σε επίπεδο στελεχών είναι περίπου ανύπαρκτη η πιθανότητα, να ξαναγυρίσουν στο ΠΑΣΟΚ οι εκσυγχρονιστές του Σημίτη. Δεν ισχύει το ίδιο, όμως, με τους αντίστοιχους ψηφοφόρους. Σε πολιτικό επίπεδο μιλάμε για καθαρόαιμους ευρωπαίους σοσιαλιστές, που είναι ταγμένοι στην πρόοδο σε συνάρτηση με την κοινωνική δικαιοσύνη.  Αισθάνονται προδομένοι που η κυβέρνηση Σημίτη δεν κατάφερε να ολοκληρώσει κρίσιμες μεταρρυθμίσεις. Θα στηρίξουν όποιον τις κάνει, φτάνει να ελέγχεται η διαφθορά.

Για τη Ν.Δ., ο δρόμος μπροστά της είναι σαφής: θα χάσει μερικούς ψηφοφόρους προς το κέντρο, αλλά μπορεί να ελαχιστοποιήσει τις απώλειες αν συνεχίσει με ζήλο, συνέπεια και αποτελεσματικότητα το μεταρρυθμιστικό της έργο. Αν ολοκληρώσει αυτά που άρχισε κι αν αρχίσει αυτά που έχει εξαγγείλει.

Η απάντηση της Ν.Δ. στο νέο ΠΑΣΟΚ είναι η φυγή μπρος τα εμπρός

Όλα αυτά, βέβαια, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη τι θα κάνει το ΠΑΣΟΚ.

Καταρχάς, είναι λίγες οι πιθανότητες ένας πολιτικός αρχηγός με Βενιζελικές καταβολές και θαυμαστής του Κώστα Σημίτη να συμπλεύσει με τον ΣΥΡΙΖΑ. Επομένως, μπορεί ο Ανδρουλάκης να μην έχει ταυτιστεί με τις απόλυτα κατηγορηματικές δηλώσεις του Ανδρέα Λοβέρδου, αλλά αυτό μάλλον ως τακτικισμός πρέπει να ερμηνευτεί. Για το πολιτικό κέντρο που επιδιώκει να κατακτήσει το νέο ΠΑΣΟΚ, συνεργασία αυτής της φύσης θα ήταν καταστρεπτική.

Είναι επίσης σαφές ότι ο Ανδρουλάκης θα επιδιώξει την οργανωτική αναγέννηση του ΠΑΣΟΚ, επιστρέφοντας στην λογική της ίδρυσης του – γραφείο σε κάθε πόλι και σε κάθε χωριό. Είναι μία σωστή και αναγκαία κίνηση. Προφανώς, δεν επαρκεί.

Διότι, το μεγάλο θέμα, η μεγάλη διαφοροποίηση από το ίδιο το ΚΙΝΑΛ καθώς και από τα δύο μεγάλα κόμματα, αφορά στο πολιτικό περιεχόμενο που θα υιοθετήσει, θα εκφράσει και θα προβάλει για να πείσει. Μέχρι στιγμής, όμως, κανένας δεν μπορεί να είναι σίγουρος για τις θέσεις του—καθώς ο ίδιος έχει αποφύγει να δώσει καθαρό ιδεολογικό στίγμα.

Με τον Κυριάκο Μητσοτάκη να έχει καταλάβει σημαντικό μέρος από τις θέσεις που παραδοσιακά χαρακτηρίζουμε στην Ελλάδα ως κεντρώες, το εγχείρημα για τον Νίκο Ανδρουλάκη θα είναι δύσκολο. Έως πολύ δύσκολο. Όταν θα καταλαγιάσει ο ενθουσιασμός και θα έρθει η ώρα της θέσης-αντιπαράθεσης, τότε θα φανεί αν έχει απομείνει κεντρώος πολιτικός χώρος.

Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι, αν εκφραστεί πολιτικός λόγος,  για το ΠΑΣΟΚ αυτός θα πρέπει να σηματοδοτεί στροφή πρωταρχικά προς τα κεντρο- αριστερά, σφήνα στον ΣΥΡΙΖΑ.

Διαβάστε επίσηςΟ πολίτης χρειάζεται ένα ικανό, φιλικό και διορατικό κράτος
Keywords
Αναζητήσεις
rss
Τυχαία Θέματα