Ο Χάμφρι Πέιν και η επιτύμβια επιγραφή «Μη θρηνείτε τον Αδωνι»

Ο Χάμφρι Πέιν και η επιτύμβια επιγραφή «Μη θρηνείτε τον Αδωνι»11.12.2017Άρθρα

Η σύντομη διαδρομή του σπουδαίου αρχαιολόγου, που αφιέρωσε τη ζωή του στην έρευνα και την ανάδειξη του ελληνικού πολιτισμού

Από τον
Νίκο Παπουτσόπουλο*

Λάτρεψε την Ελλάδα, και το πάθος του για την Ιστορία της χώρας που γέννησε την τέχνη και τον πολιτισμό και οδήγησε τα βήματά του εδώ, όπου έζησε το όνειρό του, εδώ όπου αναπαύεται σε χώρο μύθου και πραγματικότητας, στις πολύχρυσες Μυκήνες.

Στο επιτύμβιό του χάραξαν απλά την επιγραφή: «Μη θρηνείτε τον Αδωνι».

Ο Χάμφρι Πέιν, γιος του Εντουαρντ Τζον Πέιν (1844-1904), ανθρωπολόγου και ιστορικού του Νέου Κόσμου, έφυγε σε ηλικία μόλις 34 ετών, αρχές Μαΐου του 1936, στην Αθήνα, αφού είχε ήδη διαγράψει λαμπρή πορεία διάττοντος αστέρος και είχε κληροδοτήσει μιαν ανεπανάληπτη επιστημονική παρακαταθήκη, που θα τη ζήλευαν πολλοί από τους «πολιούς εν τη θεραπεία της αρχαιολογικής επιστήμης αποκτήσαντες κροτάφους», όπως σημείωνε ο Αλέξανδρος Μάντης, διευθυντής της Α΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Ακροπόλεως.

Πρόγονός του αναφέρεται και ο ιππότης Ρίτσαρντ Πέιν-Νάιτ, γνωστός συλλέκτης αρχαιοτήτων και ανταγωνιστής του λόρδου Ελγιν, ο οποίος ανήκε στην ομάδα εκείνων οι οποίοι είχαν αμφισβητήσει την κλασική χρονολόγηση των Γλυπτών του Παρθενώνος, όταν αυτά μεταφέρθηκαν στο Λονδίνο. Ο Πέιν προοριζόταν εξαρχής για τη ζωή του εξερευνητή. Κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στην Οξφόρδη άρχισαν να διαγράφονται όλες οι πτυχές του χαρισματικού πνεύματός του. Σύμφωνα με μαρτυρίες των συμφοιτητών του, ένα γνήσιο πάθος για την Ιστορία της αρχαίας Ελλάδος, και ιδιαίτερα για το αρχαίο δράμα, τον συμπαρέσυρε στην απαγγελία χορικών του Αισχύλου. Είχε αναπτύξει μια απίστευτη ικανότητα στην επιχειρηματολογία και επίμονη διαφωνία κατά τις διαλογικές συζητήσεις. Στην Οξφόρδη γνώρισε την Ντίλις Πάουελ, την οποία νυμφεύθηκε.



Ο Πέιν αρίστευσε στις σπουδές του, και το 1924 μία διετής υποτροφία για έρευνα στη Μεσογειακή Αρχαιολογία τού επέτρεψε να ταξιδέψει τον Νοέμβριο του 1924 στην Ελλάδα, όπου έγινε δεκτός ως σπουδαστής στη Βρετανική Σχολή των Αθηνών.
Ταξίδεψε σιδηροδρομικώς έως την Ιταλία και από εκεί με πλοίο στην Ελλάδα.

Ο νεαρός αρχαιολόγος προτίμησε να αποβιβαστεί στην Πάτρα και να συνεχίσει το ταξίδι του με το τρένο έως την Αθήνα, επιλογή που του υπαγόρευσε η προσμονή να απολαύσει το ελληνικό τοπίο στο μεγαλείο του και σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής. Το 1924, όταν ο Πέιν έφτασε στην Αθήνα, η χώρα, σε δίνη προβλημάτων και αδιεξόδων, αντιμετώπιζε ακόμη τις θλιβερές συνέπειες της Μικρασιατικής Καταστροφής. Η σύζυγός του Ντίλις Πάουελ σκιαγραφεί το κλίμα της εποχής: «Δέκα χρόνια πολέμου και έντονου αγώνα, οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και η μικρασιατική εκστρατεία, η ήττα, η διάψευση της Μεγάλης Ιδέας! Και στο τέλος όλων αυτών ένα εκατομμύριο διακόσιοι πενήντα χιλιάδες πρόσφυγες, που έπρεπε να τραφούν, να στεγασθούν, να εγκατασταθούν!»

Από τον Νοέμβριο 1924 έως τον Μάρτιο 1926 ο νεαρός αρχαιολόγος, με ένα πρωτόγνωρο πάθος, ταξίδεψε σε σχεδόν όλη την Ελλάδα, προκειμένου να γνωρίσει τον τόπο του μύθου και της Ιστορίας, τον τόπο που είχε γεμίσει τα όνειρα και τις προσδοκίες του. Προσπάθησε να επισκεφθεί με όλα τα μέσα, τρένα, σαράβαλα λεωφορεία και αυτοκίνητα, μουλάρια, αλλά κυρίως πεζός, κάθε μνημείο, αρχαίο, βυζαντινό ή νεότερο, και να θαυμάσει όλο το κάλλος της ελληνικής υπαίθρου.

Ο Χάμφρι Πέιν συνάντησε μιαν Ελλάδα φτωχή και με τεράστιες ελλείψεις στην οργάνωση: μια χώρα με άθλιους δρόμους, ανεπαρκείς συγκοινωνίες, πρωτόγονα καταλύματα μια χώρα που ακόμη συνέχιζε τους αγώνες για την ανεξαρτησία και την εδαφική της ακεραιότητα, αλλά αδύναμη να επωφεληθεί από τις μεγάλες τεχνολογικές και επιστημονικές ανακαλύψεις του αιώνα. Αυτή, ωστόσο, η χώρα γοήτευσε από την πρώτη στιγμή και τελικά κέρδισε τον Αγγλο αρχαιολόγο.



Αλλοτε μόνος και άλλοτε με ενθουσιώδεις φίλους, επισκέφθηκε την Κόρινθο και τις Μυκήνες, το Αργος και το Ναύπλιο, τον Μυστρά, τη Σπάρτη, τη Μεσσήνη, την Ολυμπία, τα νησιά του Αιγαίου. Η επιμονή του και το ερευνητικό ενδιαφέρον του υπερνικούσαν κάθε δυσκολία και εμπόδιο: Στη Θήβα θα περίμενε με παροιμιώδη υπομονή όλη την ημέρα στο μουσείο (τα κλειδιά του οποίου είχαν χαθεί), με το σημειωματάριό του στα χέρα, προκειμένου να δει και να καταγράψει αγγεία σε κιβώτιο.

Στους Δελφούς, το 1925, θα σκαρφάλωνε στο στενό μονοπάτι μέχρι τις Φαιδριάδες, απ' όπου θα αναχωρούσε για το Κωρύκειο Αντρο. Η έντονη ερευνητική δραστηριότητα του Πέιν, σε συνδυασμό με το οξύ πνεύμα του, τη μεγάλη κριτική ικανότητα και τη φωτογραφική μνήμη του, σύντομα έφερε τα πρώτα μελετητικά αποτελέσματα. Δημοσίευσε στο «Annual» της Βρετανικής Σχολής (1925/26) το πρώτο άρθρο του σχετικά με τις μετόπες του ναού του Απόλλωνα στο Θέρμο. Οι εύστοχες παρατηρήσεις του στις παραστάσεις των μετοπών αποκατέστησαν παρανοήσεις προγενέστερων ερευνητών. Το παρθενικό άρθρο του συγγραφέα συμπύκνωνε με τον πλέον χαρακτηριστικό κι ευαίσθητο τρόπο τη συνολική επιστημονική επάρκειά του, την επιμονή στην περιγραφή της λεπτομέρειας, την άριστη γνώση της βιβλιογραφίας και την ισχυρότατη μνήμη του.

Στις περιπλανήσεις του στους ιστορικούς τόπους και στα μουσεία της Ελλάδος, στις επισκέψεις του στα μεγάλα μουσεία της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Γερμανίας, ο Πέιν είχε συγκεντρώσει μιαν απίστευτα μεγάλη ποσότητα από σημειώσεις, φωτογραφίες και σχέδια. Το 1926 παρέμεινε για ένα διάστημα στην Κόρινθο, στο κτίριο που στέγαζε τους Αμερικανούς ανασκαφείς, ενώ τις περισσότερες ώρες μελετούσε μέσα στο μουσείο και κρατούσε λεπτομερείς σημειώσεις και σχέδια.

«Ενας καινούργιος αέρας φύσηξε μέσα στην Αγγλική Σχολή», έγραφε ο Χρήστος Καρούζος, «όταν το 1929 ήρθαν να πάρουν τη διεύθυνσή της τα νιάτα του Πέιν». Στην επιστημονική ζωή της σχολής ο Χάμφρι Πέιν έδωσε όχι μόνο μια νέα πνοή, αλλά, ταυτόχρονα, έναν διαφορετικό ρυθμό κίνησης μαζί με σταθερό προσανατολισμό. Αδιάψευστοι μάρτυρες, οι εργασίες της σχολής στην Περαχώρα, που έφεραν στο φως το σπουδαιότατο κορινθιακό ιερό της Ακραίας Ηρας και πολλά πολύτιμα ευρήματα, οι μελέτες του στις διαφορετικές μορφές τέχνης και, τέλος, η αξιόλογη εργασία του στο Μουσείο της Ακροπόλεως. Για το προκαταρκτικό δοκίμιο της εργασίας του στην αρχαϊκή αγγειογραφία και τις άλλες τέχνες στην Κόρινθο του απένειμαν το βραβείο κλασικής παιδείας Conington του πανεπιστημίου της Οξφόρδης (στα 1927), ενώ τον Μάιο του ίδιου έτους επισκέφθηκε την Κρήτη, όπου ο Εβανς τον φιλοξένησε στη Βίλα Αριάδνη της Κνωσού. Ο Πέιν είναι ο πρώτος ανασκαφέας της Ελεύθερνας, ωστόσο η σύντομη έρευνα, που άρχισε στις αρχές Ιουνίου και περάτωσε στις 31 Ιουλίου 1928, τον είχε οδηγήσει να καταλήξει σε απαισιόδοξο συμπέρασμα και, ως εκ τούτου, στην παύση των ανασκαφικών εργασιών.

Τον Μάιο του 1936 μόλυνση του αίματος ταλαιπώρησε τον Χάμφρι Πέιν και ύστερα από νοσηλεία μερικών εβδομάδων στον Ευαγγελισμό έφυγε από τη ζωή. «Στα παραληρήματά του», σύμφωνα με τη σύζυγό του Ντίλις, «μιλούσε για την Ελλάδα, για τα χωριά και τα ορεινά μονοπάτια. Δύο ημέρες πριν πεθάνει ρωτούσε τους γιατρούς πότε θα μπορούσε να επιστρέψει στη δουλειά του, στον φάρο» (στον φάρο του τού ακρωτηρίου της Περαίας χώρας, ψάχνοντας για όστρακα στο Ηραίο, στην κατά κοινή ομολογία πιο σημαντική θέση που είχε ανασκαφεί τα τελευταία τριάντα χρόνια στην Ελλάδα). Και, όπως είχε αναφέρει η Σέμνη Καρούζου, «είναι ανατριχιαστική αλήθεια η μοίρα των αρχαιολόγων που επιχείρησαν της Περαχώρας την ανασκαφή και τόσο λαμπρά την τελείωσαν. Η σκιά της ενθύμησής τους σκέπει σαν σύννεφο μαύρο τα ερείπια και τη γαλάζια θάλασσα της ειδυλλιακής ακτής του Κορινθιακού».

Keywords
Τυχαία Θέματα