Υπ. Οικονομίας: Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων Μάρτιος-Απρίλιος 2019


2018: Ένας θετικός απολογισμός
Το 2018 η διαδικασία ανάκαμψης της οικονομίας συνεχίστηκε με το ρυθμό αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ να επιταχύνεται (1,9% έναντι 1,5%το 2017).

Προσδιοριστικοί παράγοντες της ανάπτυξης στο δ’ 3μηνο ήταν η ιδιωτική κατανάλωση και ο εξωτερικός τομέας της οικονομίας, τομείς οι οποίοι συνέβαλαν στην αύξηση του μεν τριμηνιαίου ΑΕΠ κατά 0,7% και 2,7% αντίστοιχα, στη δε αύξηση του ετήσιου ΑΕΠ
κατά 0,7 και 1,8 ποσοστιαίες μονάδες αντίστοιχα. Επίσης, μικρή θετική συνεισφορά είχαν και τα αποθέματα (0,2 π.μ). Αντίθετα, η δημόσια κατανάλωση και οι επενδύσεις είχαν αρνητική συμβολή στη διαμόρφωση του τριμηνιαίου και ετήσιου ΑΕΠ (-1,6 π.μ. οι επενδύσεις στο πραγματικό ΑΕΠ του 2018).

Αξίζει να τονιστεί πως η ετήσια μεταβολή της ιδιωτικής κατανάλωσης για το 2018 συνολικά (1,1%) ήταν οριακά υψηλότερη του επίσημου στόχου (1% κατά ΓΠΚ) και βασίστηκε στην αντίστοιχη αύξηση της απασχόλησης (2%), της εμπιστοσύνης των καταναλωτών (+16 μονάδες) και του μισθολογικού κόστους (3,2% το 9μηνο). Η αύξηση του ακαθάριστου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών κατά 3,4% σε ετήσια βάση 9μηνο 2018 συνέβαλε τόσο στην αύξηση της κατανάλωσης, όσο και στη μείωση της αρνητικής αποταμίευσης κατά 24% την ίδια περίοδο.

Επίσης, οι πραγματικές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν 1,8% σε τριμηνιαία και 10,6% σε ετήσια βάση, ενώ για το σύνολο του 2018 οι συνολικές εξαγωγές αυξήθηκαν 9,4% ετησίως (9,6% οι εξαγωγές αγαθών και 9,3% οι εξαγωγές υπηρεσιών) υπερβαίνοντας τις σχετικές εκτιμήσεις-στόχους του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ) για το έτος (βλέπε Διάγραμμα 1). Παράλληλα, η μέτρια άνοδος των πραγματικών εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών (2% σε ετήσια βάση και -7,8% σε τριμηνιαία) ερμηνεύει την υπεράνω του στόχου (1,2%) θετική συμβολή του εξωτερικού τομέα (1,8%) στην αύξηση του ΑΕΠ.

Ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ του 2018, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, υπολείπεται ελαφρά του στόχου (2,1%), κάτι που κατά κύριο λόγο οφείλεται στην επιβράδυνση της μεγέθυνσης (1,6% έναντι 2,2% το δ' 3μηνο 2017 και 2,1% το 9μηνο 2018) που καταγράφηκε το δ' τρίμηνο του έτους. Η επιβράδυνση αυτή οφείλεται στη μεγάλη κάμψη των επενδύσεων (-27,2% ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου) για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο και σε αντίθεση με το δ' 3μηνο 2017 όταν σημείωναν άνοδο 12,3%. Η αρνητική αυτή διαφοροποίηση χαρακτηρίζει και όλο το 2018 (-12,2% οι επενδύσεις).

Η διατήρηση, ωστόσο, της αναπτυξιακής δυναμικής το 2018, με ετήσια αύξηση των απασχολουμένων κατά 75.000 και μείωση του ποσοστού ανεργίας στο 18% στο τέλος του έτους, καταδεικνύει ότι η οικονομία έχει εισέλθει σταθερά σε μια περίοδο θετικών ρυθμών μεγέθυνσης, παρά τις διεθνείς αντιξοότητες και τις εσωτερικές προκλήσεις. Η ένταση της επενδυτικής δραστηριότητας, όμως, δεν μπορεί παρά να είναι ζητούμενη από εδώ και στο εξής, ώστε η οικονομική ανάκαμψη να είναι ισχυρή και βιώσιμη σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Η διακύμανση που εμφανίζουν οι επενδύσεις επί σειρά τριμήνων αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη πρόκληση προς «εξομάλυνση»/«εξισορρόπηση», καθώς η τόνωση της επενδυτικής δραστηριότητας συνιστά όρο για τη βιώσιμη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.

Πάντως, οι χαμηλές επενδύσεις του δ' τριμήνου 2018 εντοπίζονται αποκλειστικά σε δύο κατηγορίες, τις «κατασκευές εκτός κατοικιών» και τον «μεταφορικό εξοπλισμό», ενώ οι άλλες 4 κατηγορίες -κατοικίες, αγροτικά προϊόντα, εξοπλισμός τεχνολογίας/πληροφορικής και μηχανολογικός εξοπλισμός κι οπλικά συστήματα-σημειώνουν συνολικά άνοδο 7,4%.

Η κάμψη των επενδύσεων στις «κατασκευές εκτός κατοικιών» αποδίδεται κυρίως (α) στα υψηλά επίπεδα της αντίστοιχης περιόδου του 2017 (επίδραση βάσης), (β) στην καθυστέρηση μεταφοράς στην επενδυτική δαπάνη για «κατασκευές εκτός κατοικιών»ολοκληρωμένων έργων μέσω συμβάσεων παραχώρησης, τα οποία, ως ημιτελή, καταγράφονται στα αποθέματα (σύμφωνα με διευκρινήσεις της ΕΛΣΤΑΤ και ανάλυση ΕΤΕ / Δεκέμβριος 2018) και (γ) σε δυσλειτουργίες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) που οδήγησαν στην υποεκτέλεσή του (βλέπε έλλειψη υψηλής ποιότητας επενδυτικών σχεδίων και σύνθετες διαδικασίες δημοσίων προμηθειών). Πρόκειται, δηλαδή, για μία κάμψη η οποία στο μεγαλύτερο μέρος της οφείλεται σε συγκυριακούς, στατιστικούς λόγους που η προσεχής διόρθωσή τους αναμένεται να εξομαλύνει σημαντικά την αρνητική εικόνα της συγκεκριμένης κατηγορίας επενδύσεων.

Από την άλλη, η κάμψη στις επενδύσεις «μεταφορικού εξοπλισμού», η οποία εμφανίστηκε έντονα το δ' τρίμηνο του 2018 αλλά αφορά και το σύνολο του έτους, αποδίδεται εν μέρει στην επίδραση βάσης και κυρίως σε μία εξωγενή αιτία όπως είναι η μεγάλη επιβράδυνση του ευρωπαϊκού ΑΕΠ και του διεθνούς εμπορίου που έπληξε τους ναύλους και κατ' επέκταση τις επενδύσεις του ελληνικού εφοπλισμού (βλέπε εισαγωγές πλοίων): ο δείκτης ξηρού φορτίου BalticDryIndex από τον Αύγουστο 2018 ως τον Φεβρουάριο 2019 έχει χάσει το 63% της αξίας του (βλέπε Διάγραμμα 2).

Συνεπώς, χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση για το κατά πόσο η πτώση των επενδύσεων οφείλεται σε στατιστικούς λόγους (βλέπε υψηλά επίπεδα επενδύσεων τα αντίστοιχα τρίμηνα του 2017) και πόσο σε εξωγενείς αιτίες. Η ανάγκη για περαιτέρω διερεύνηση μάλιστα καθίσταται ακόμα πιο επιτακτική, καθώς αν αφαιρέσουμε τις «λοιπές κατασκευές» και το «μεταφορικό εξοπλισμό», το 2018 οι επενδύσεις αυξήθηκαν 11,7%, ενώ παράλληλα οι Ξένες Άμεσες Επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 13,8%.

Ανάκαμψη αντίθετα στο ρεύμα της ευρωπαϊκής επιβράδυνσης

Σε κάθε περίπτωση, το εγχώριο επενδυτικό κλίμα δεν μένει ανεπηρέαστο από τη σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης (το ΑΕΠ της ΕΕ19 από αύξηση 2,8% το γ' 3μηνο 2017 περιορίστηκε σε 1,1% το δ' 3μηνο 2018) και την όψιμη διολίσθηση του δείκτη επιχειρηματικού κλίματος (-52% μεταξύ Μαΐου 2018 και Φεβρουαρίου 2019) στην Ευρωζώνη (βλέπε Διαγράμματα 3 και 4).

Αξίζει να τονιστεί πως ΕΚΤ και ΟΟΣΑ προβλέπουν για την Ευρωζώνη το 2019 μεγέθυνση ή ρυθμό αύξησης 1,1% και 1% αντίστοιχα, ενώ οι δύο πιο βιομηχανικές και εξαγωγικές οικονομίες της ΕΕ19, η Γερμανία και Ιταλία, είναι αυτές που πλήττονται περισσότερο από τη διεθνή οικονομική επιδείνωση: μέσα στα 4 τρίμηνα του 2018 η μεν Γερμανία γνώρισε υποχώρηση του ρυθμού μεγέθυνσης της από 2,1% σε 0,6%, η δε Ιταλία από 1,4% σε 0% αντίστοιχα.
Αντίθετα, ως θετική εξαίρεση, η ελληνική οικονομία παρέμεινε σε αναπτυξιακή τροχιά το 2018 παρά το αντίστροφο ρεύμα της ευρωπαϊκής επιβράδυνσης (βλέπε Διάγραμμα 5). Ωστόσο, οι επενδυτικές διακυμάνσεις της τελευταίας διετίας και η αδυναμία διατήρησης της κατά διαστήματα θετικής δυναμικής τους υποδηλώνουν ότι η σταθεροποίηση της οικονομίας και η βελτίωση του οικονομικού κλίματος αποτελούν αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για τη σταθερή ανάκαμψη των επενδύσεων.

Δ5. Ετήσιοι ρυθμοί ανάπτυξης σε Ελλάδα και Ευρωζώνη

Από τα παραπάνω, καθίσταται προφανές ότι για την μονιμότερη βελτίωση του επενδυτικού σκηνικού και τη διατήρηση μακροχρόνιας αναπτυξιακής δυναμικής στην οικονομία απαιτούνται, παράλληλα με την τόνωση της ζήτησης που ήδη συντελείται με πολιτικές προοδευτικής αναδιανομής εισοδήματος (βλέπε κατάργηση υποκατώτατου και αύξηση κατώτατου μισθού, ενίσχυση υφιστάμενων ή θεσμοθέτηση νέων μεταβιβαστικών πληρωμών κλπ), μια σειρά πολιτικές που ήδη δρομολογούνται όπως η ομαλοποίηση των συνθηκών χρηματοδότησης των επιχειρήσεων (βλέπε αντιμετώπιση κόκκινων δανείων και ρύθμιση ιδιωτικών χρεών), η πιο αποτελεσματική και αποδοτική αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και η υλοποίηση νέων μεγάλων εμβληματικών επενδύσεων, ικανών να προβάλλουν τη χώρα διεθνώς ως επενδυτικό προορισμό.

Ολόκληρο το δελτίο ως συνημμένο.

Keywords
Τυχαία Θέματα